Ο χορός των εσωκομματικών αντιπαραθέσεων στο ΣΥΡΙΖΑ καλά κρατεί. Είναι γνωστό πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και καιρό διαβεί το Ρουβίκωνα μετασχηματιζόμενος σε ένα γνήσιο αστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Η φρασεολογία που υιοθετεί στο δημόσιο λόγο και πολύ περισσότερο η πολιτική που άσκησε είτε ως κυβέρνηση ή τώρα από τη θέση της αντιπολίτευσης σε τίποτα δεν υστερεί από την κλασσική σοσιαλδημοκρατία του ΠΑΣΟΚ όπως τη γνώριζε και τη βίωσε ο λαός και ο τόπος εδώ και δεκαετίες και πιο συγκεκριμένα στις συνθήκες της επιβολής των βάρβαρων μνημονίων.
Αυτό που εναγωνίως αναζητούν τα επιτελεία στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι το επιστέγασμα όλης αυτής της πορείας που θα σφραγίσει οριστικά και με οργανωτικούς όρους αυτό το περιεχόμενο της πολιτικής που έχει χαράξει. Μιας πολιτικής που δεν υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα όπως δημαγωγικά διακηρύσσουν τα επιτελεία του, αλλά αντίθετα επιχειρεί να εγκλωβίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια στα δίχτυα της, ισχυροποιώντας και σταθεροποιώντας το δεύτερο αστικό πυλώνα της σοσιαλδημοκρατίας απέναντι στην καθαρόαιμη δεξιά πολιτική που εκφράζει η κυβέρνηση της ΝΔ.
Η προσπάθεια αυτή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται διαρκώς αντιμέτωπη με εσωτερικές συγκρούσεις που αφορούν όχι στον ευρύτερο ιδεολογικό και πολιτικό προσανατολισμό του κόμματος. Αυτός θεωρείται δεδομένος απ’ όλες τις πλευρές, παρά τα επικοινωνιακά προπετάσματα καπνού. Περισσότερο αφορά τη διαμόρφωση των νέων οργανωτικών όρων και προϋποθέσεων με τους οποίους θα γίνει κατορθωτό το άνοιγμα προς τον λεγόμενο κεντροαριστερό χώρο. Όπως επίσης καθοριστικής σημασίας είναι οι συσχετισμοί δύναμης που θα διαμορφωθούν στο νέο εσωκομματικό τοπίο. Γι’ αυτό άλλωστε και το δίλημμα συνοψίζεται στο δίπολο “μετασχηματισμός ή διεύρυνση” που μπορεί να ερμηνεύεται κάθε φορά κατά το δοκούν.
Είναι γνωστή και διακηρυγμένη η πρόθεση του Τσίπρα και της ηγετικής ομάδας που τον στηρίζει να μετασχηματίσει το ΣΥΡΙΖΑ σε ένα γνήσιο κεντροαριστερό – σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, διαμορφώνοντας έτσι πιο συμβατούς διαύλους επικοινωνίας με το χώρο του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ για να αλιεύει δυνάμεις. Άλλωστε ήδη από την περίοδο της διακυβέρνησής του, ο ΣΥΡΙΖΑ υποδέχθηκε μετά βαΐων και κλάδων πλήθος στελεχών καθώς και πρώην υπουργών του ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό του σχήμα δίνοντάς τους ρόλους και πόστα. Ήταν πολύ χαρακτηριστική επίσης η πρόσφατη δήλωση του Θεοχαρόπουλου, ο οποίος στηρίζει τη γραμμή Τσίπρα, με την οποία υπενθύμισε με νόημα πως ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε στην κυβέρνηση επειδή ένα μεγάλο τμήμα της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ τον στήριξε. Στην ίδια δήλωση υπογραμμίζει πως το 32,5% που τον έφερε στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξακολουθεί και περιέχει μια μεγάλη μερίδα πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.
Η πτέρυγα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης (53, αριστερή πτέρυγα) που υπεραμύνεται της λεγόμενης διεύρυνσης, διεκδικεί για τον εαυτό της όρους πιο ομαλής μετάβασης στις νέες συνθήκες με λιγότερο κραυγαλέα χαρακτηριστικά “πασοκοποίησης” σύμφωνα με την ορολογία που υιοθετούν τελευταία τα μέσα ενημέρωσης. Ταυτόχρονα δεν θα ήθελαν σε καμία περίπτωση να βρεθούν στο νέο τοπίο σε δυσμενή θέση και με συσχετισμούς δύναμης που θα είναι εις βάρος τους. Στην κατεύθυνση αυτή τον τόνο δίνει ο Σκουρλέτης ο οποίος εμφανίζεται ως υπέρμαχος των “αρχών και των αξιών της Αριστεράς”, δηλώνοντας με έμφαση πως “η Δεξιά δεν χωράει στο ΣΥΡΙΖΑ όπως και να το δεις”, αναμασώντας την ίδια δημαγωγική και χρεοκοπημένη ρητορεία της “πρώτης φοράς Αριστερά”. Για να οξύνει μάλιστα την αντιπαράθεση συμπλήρωσε πως “Αν θέλει να γίνει ένα οργανικό μέλος της προσπάθειάς μας, σημαίνει ότι αποδέχεται και το στόχο μας που είναι Σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία”, θυμίζοντας την αλησμόνητη φράση του Γ. Παπαντωνίου ο οποίος από το βήμα συνεδρίου του κραταιού ΠΑΣΟΚ πριν από 25 χρόνια διακήρυσσε πως “για το Σοσιαλισμό αγωνιζόμαστε!”. Αν δεν πρόκειται για κακόγουστο αστείο, σίγουρα είναι μια εξαιρετικά επιζήμια ρητορική που εξακολουθεί να δυσφημίζει και να καπηλεύεται την Αριστερά ιδιαίτερα όταν έχει προηγηθεί όλη η προηγούμενη αντιλαϊκή πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στην οποία η εσωκομματική αντιπολίτευση (Σκουρλέτης, Τσακαλώτος, Φίλης κλπ) έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Συνέχεια στην εσωκομματική αντιπαράθεση δόθηκε στην πρόσφατη συνεδρίαση της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ. Η συνεδρίαση αυτή, που αρχικά ήταν προγραμματισμένη για τις 8 – 9 Φλεβάρη και η οποία αναβλήθηκε λόγω ακριβώς των έντονων εσωτερικών αντιπαραθέσεων, πραγματοποιήθηκε τελικά μια εβδομάδα αργότερα. Ο Τσίπρας φαίνεται να βγαίνει κερδισμένος από την εσωκομματική διαπάλη και προετοιμάζεται πυρετωδώς για την πρώτη δημόσια εμφάνιση του ΣΥΡΙΖΑ στην οποία πρόκειται να διακηρύξει επίσημα τον μετασχηματισμό του κόμματος και τη μετατόπισή του προς τον κεντρώο χώρο. Η απόφαση πάντως στο δίλημμα “μετασχηματισμός ή διεύρυνση” δεν ήταν εύκολη και απ’ ό,τι φάνηκε δίχασε έντονα τις δύο πτέρυγες. Η τελική απόφαση υπέρ του μετασχηματισμού πάρθηκε με οριακή πλειοψηφία. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως ο Τσίπρας θα επιδιώξει να αξιοποιήσει τους συσχετισμούς αυτούς που διαμορφώθηκαν προς όφελός του για να εμφανιστεί ως ο απόλυτος ηγεμόνας εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η δημόσια δήλωσή του πως άντεξε δύο διασπάσεις (Κουβέλης, Λαφαζάνης) και πως όποιος διαφωνεί αποχωρεί, στέλνοντας έτσι σαφές μήνυμα για τον τόνο της πολιτικής του τακτικής την επόμενη περίοδο.
★★★
Σε αυτή τη συγκυρία η φράση του Τσίπρα για τον “έλεγχο των αρμών της εξουσίας” είναι κομβική και ιδιαίτερης σημασίας. Ανεξάρτητα από το πώς αξιοποιήθηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ και τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, ο Τσίπρας έδωσε καθαρά το στίγμα της πολιτικής που πρέπει να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη περίοδο. Με τον πιο ευθύ και κυνικό τρόπο ο Τσίπρας υπογράμμισε πως δεν νοείται υποψήφιο κυβερνητικό κόμμα χωρίς στενούς και βαθείς δεσμούς με το κράτος και τα κέντρα άσκησης και επιβολής της εξουσίας και της κυρίαρχης πολιτικής. Δεν αποτελεί ούτε έκπληξη, ούτε βέβαια πρωτοτυπία η δήλωση αυτή. Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η ΝΔ που αποτέλεσαν τους δύο βασικούς πυλώνες του αστικού πολιτικού συστήματος τις προηγούμενες δεκαετίες είχαν ως κύριο μέλημα τη διαμόρφωση τέτοιων συνθηκών μέσα στο αστικό κράτος, τις δομές και τους μηχανισμούς του, ώστε να εδραιώνεται η κυριαρχία τους και να επιβάλλουν όσο το δυνατό πιο ομαλά και απαρέγκλιτα την κυρίαρχη πολιτική. Τώρα το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε πορεία αποσύνθεσης και διάλυσης αφήνοντας πίσω κενό πολιτικό χώρο που καλείται ο ΣΥΡΙΖΑ να αναπληρώσει.
Από την άποψη αυτή η δήλωση του Τσίπρα αποτελεί την ευθεία παραδοχή πως, αν το κόμμα του θέλει πραγματικά να αποτελέσει ένα σταθερό και αξιόπιστο πυλώνα του αστικού πολιτικού συστήματος ικανό να αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης, τότε οφείλει να δημιουργήσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Και αυτό έχει να κάνει με τη δημιουργία ισχυρών δεσμών με τους μηχανισμούς του αστικού κράτους. Κατά τα άλλα η αξιοποίηση της φράσης του Τσίπρα για να ασκήσουν όψιμη κριτική, τόσο η ΝΔ από τη θέση της κυβέρνησης όσο και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, εγκαλώντας το ΣΥΡΙΖΑ για δήθεν θεσμική εκτροπή και αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, μόνο υποκρισία και εμπαιγμό περιέχουν.
★★★
Στη σκιά των εσωκομματικών εξελίξεων και μπροστά στα καυτά και ουσιώδη προβλήματα που αφορούν τον τόπο και το λαό μας η αντιπολιτευτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα υποκρύπτει την σύμπλευση με την κυβερνητική πολιτική της ΝΔ σε όλα τα κεντρικά ζητήματα. Και δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, αφού η ΝΔ πατάει και κλιμακώνει το αντιλαϊκό της έργο, την πολιτική του ενδοτισμού, της εξάρτησης και της υποτέλειας πάνω στο έδαφος που έστρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια. Από τα εργασιακά με αιχμή το ασφαλιστικό ως το προσφυγικό και την κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα παράγωγά της, η ΝΔ ολοκληρώνει και κλιμακώνει το έργο που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις που κυοφορούνται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται πολύ μακριά από τις πραγματικές αγωνίες, τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζομένων, των πλατιών λαϊκών στρωμάτων.
Αφορούν κυρίως στη διαμόρφωση των νέων όρων που κάνουν πιο ισχυρό, σταθερό και φερέγγυο πυλώνα του αστικού συστήματος το ΣΥΡΙΖΑ, απαλλαγμένο από κάθε βαρίδι του παρελθόντος, ικανό να εγκλωβίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια στα ίδια πλαστά διλήμματα.