Ο αντεργατικός νόμος Χατζηδάκη αρχίζει σιγά σιγά να αξιοποιείται όλο και περισσότερο από τους εργοδότες και να βρίσκει εφαρμογή σε όλο και περισσότερους κλάδους. Ο τουρισμός όχι μόνο δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά αναδείχνεται και σε κλάδο κατ’ εξοχήν εφαρμογής του.
Έτσι, πριν από λίγο καιρό, το Υπουργείο Εργασίας χαιρέτισε την υπογραφή δύο τοπικών ΣΣΕ για τους ξενοδοχοϋπαλλήλους της Ρόδου και του Ηρακλείου Κρήτης, συμβάσεις που τελικά κηρύχθηκαν υποχρεωτικές για όλους τους εργαζόμενους του αντίστοιχου κλάδου. Ωστόσο, οι όροι με τους οποίους υποχρεώνονται από εδώ και στο εξής να εργάζονται οι υπάλληλοι στα 2 νησιά είναι άδικοι, αντεργατικοί, εξοντωτικοί.
Κατ’ αρχάς, το ωράριο κόβεται στα μέτρα του εργοδότη και ελαστικοποιείται στο έπακρο. Η δουλειά διαρκεί επισήμως 10 ώρες την ημέρα από Ιούνιο έως Σεπτέμβριο χωρίς καταβολή υπερωριών – αντίθετα, οι επιπλέον ώρες θα αντισταθμίζονται με υποχρεωτικά ρεπό τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Με αυτόν τον τρόπο, στο συνολικό άθροισμα των ωρών εργασίας μέσα σε μια σεζόν, εμφανίζεται σαν να μην παραβιάζεται το 40ωρο ούτε το 8ωρο. Με την ίδια λογική, εφαρμόζεται και η 6ήμερη εργασία: οι επιπλέον μέρες και ώρες «μεταφράζονται» σε υποχρεωτικό ρεπό ή άδεια, όταν το ξενοδοχείο δεν θα είναι πλήρες, αλλά ο εργαζόμενος θα συνεχίζει να βρίσκεται εκτός της έδρας του και της μόνιμης κατοικίας του.
Με λίγα λόγια, ο κάθε εργαζόμενος καλείται να εργαστεί 10 ώρες σε συνθήκες υπερεντατικής εργασίας, τους μήνες που τα νησιά θα βουλιάζουν στον τουρισμό και οι απαιτήσεις θα είναι αυξημένες, χωρίς όμως να πληρώνεται για τις επιπλέον ώρες υπερωριακά, δηλαδή το ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 40%. Αντίθετα, οι ώρες αυτές θα συμψηφίζονται με μέρες αδείας κατά τους μήνες με λιγότερο φόρτο εργασίας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, συμψηφίζονται δύο ανόμοια πράγματα: η υπερωριακή εργασία με το κανονικό ωρομίσθιο! Και βγαίνει πάντα κερδισμένος ο εργοδότης και εξουθενωμένος ο εργαζόμενος!
Να θυμίσουμε εδώ ότι ο εργαζόμενος έχει τυπικά δικαίωμα να αρνηθεί την παροχή της επιπλέον εργασίας εάν δεν είναι σε θέση να την εκτελέσει, αλλά η άρνησή του δεν πρέπει να έρχεται σε αντίθεση με την έννοια της καλής πίστης – έτσι ακριβώς αναφέρεται στον νόμο Χατζηδάκη…ώστε προσχηματικά να καλύπτεται η καταναγκαστική υποχρέωση του εργαζόμενου για επιπλέον παροχή εργασίας στον εργοδότη.
Η “βαριά βιομηχανία” της χώρας εκμεταλλεύεται συστηματικά και με τον χειρότερο τρόπο τη νέα γενιά, την ωθεί στην υποχρεωτική υπερεργασία, με όλο και λιγότερα δικαιώματα, με όλο και χειρότερες συνθήκες εργασίας. Δεκάδες χιλιάδες νέοι οδηγούνται αυτήν την εποχή στη ζούγκλα της υπερεκμετάλλευσης, των εξουθενωτικών ωραρίων και των άθλιων συνθηκών των τουριστικών επιχειρήσεων, λόγω της μεγάλης ανεργίας. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι εν λόγω συμβάσεις αναφέρονται και σε αστείες αυξήσεις μισθών, της τάξης του 3% για το 2024 και του 1% για το 2025 (!), δηλαδή σε πλήρη αναντιστοιχία με τον πληθωρισμό και τις ανάγκες των νοικοκυριών!
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, η Eurostat με επίσημα στοιχεία για το 2022, στην κατάταξη των χωρών με βάση το ποσοστό εργαζόμενων που κάνουν υπερεργασία, τοποθετεί τη χώρα μας στην πρώτη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μεγάλο ποσοστό εργαζομένων (12,6%) που δουλεύουν πάνω από 49 ώρες την εβδομάδα, πράγμα που αποτυπώνει την υπερεκμετάλλευση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα ή τις «πολλές και καλές δουλειές» του Κυριάκου Μητσοτάκη, στη χώρα με την «καταπληκτική ποιότητα ζωής». Για ποιους και για πόσο;