Με το γνωστό αλαζονικό ύφος του ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης προσήλθε στη ΔΕΘ με προφανή στόχο μέσα από την ομιλία του και τη συνέντευξη που έδωσε να καμουφλάρει και να μπαλώσει τη φθορά της κυβέρνησής του, ενόψει βουλευτικών εκλογών, με ένα πέπλο προκλητικού εξωραϊσμού της κυβερνητικής πολιτικής του και με μια περιγραφή απίστευτης παραποίησης της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας που ζει ο ελληνικός λαός.
Με το θράσος που τον διακρίνει δεν δίστασε να διατυμπανίσει πως «ύστερα από 12 χρόνια μνημονίων και επιτήρησης, η Ελλάδα έχει πλέον ανακτήσει την οικονομική της αυτονομία από την ευρωπαϊκή Εποπτεία» και ότι «πρωταγωνιστεί στην ανάπτυξη και στις εξαγωγές, στη μείωση της ανεργίας και στην κοινωνική στήριξη».
Χοντροκομμένα ψέμματα, όταν είναι γνωστό ότι και μετά τη λήξη της ενισχυμένης εποπτείας απο την ΕΕ η Ελλάδα παραμένει κάτω από ένα καθεστώς ασφυκτικού ελέγχου και υπαγόρευσης της πολιτικής της από την ΕΕ, με τους ελέγχους που θα υφίσταται κάθε εξάμηνο από την Επιτροπή και το Συμβούλιό της στο «Εθνικό Μεταρρυθμιστικό Πρόγραμμά» της και το «Εθνικό Σχέδιο Σταθερότητας και Σύγκλισης, Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Σχεδίου» (ο λεγόμενος «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο» μηχανισμός εποπτείας της ΕΕ). Με τους ελέγχους που θα υφίσταται από το μηχανισμό «Σύμφωνο για το Ευρώ+» για σχέδιο που υποχρεούται να υποβάλλει κάθε χρόνο για «την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση, τη δημοσιονομική βιωσιμότητα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα» και έχει ως κύριο στόχο τη μείωση του κόστους εργασίας (μείωση μισθών και ασφαλιστικών δαπανών της εργοδοσίας και του κράτους). Με τους έλεγχους που θα υφίσταται από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό «Δημοσιονομικό Σύμφωνο»που απαιτεί συνεχώς μέτρα «δημοσιονομικής ισορροπίας». Με τους έλεγχους που υφίσταται από νομοθετικά μέτρα που παίρνονται για τον οικονομικό και δημοσιονομικό έλεγχο της ΕΕ στις οικονομίες και τους προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας (η λεγόμενη «Ενισχυμένη Οικονομική Διακυβέρνηση» της ΕΕ). Επιπλέον όλων αυτών είναι και οι όροι που θα πρέπει να πληρεί η Ελλάδα για να έχει χρηματοδότηση από το ευρωπαϊκό «Ταμείο Ανάκαμψης» που τόσο διαφημίζει η κυβέρνηση. Χρηματοδότηση που, ουσιαστικά, δίνεται με προαπαιτούμενα ενός νέου παραλλαγμένου μνημονίου.
Με δεδομένο ότι η Ελλάδα θα βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο και τη στενή εποπτεία ενός τέτοιου πολυπλόκαμου μηχανισμού επιτήρησης της ΕΕ, οι πανηγυρικές κραυγές του Μητσοτάκη στη ΔΕΘ για το ότι η Ελλάδα έχει πλέον ανακτήσει την οικονομική της αυτονομία από την ευρωπαϊκή Εποπτεία ηχούν σαν ωμή κοροϊδία προς τον ελληνικό λαό.
Ο αρχηγός της ΝΔ δεν περιορίστηκε μόνο σε λογύδρια εξαπάτησης. Επιχείρησε, ταυτόχρονα, να αποσείσει τις ευθύνες της κυβερνητικής πολιτικής και να αποκρύψει τον καθοριστικό ρόλο των κυβερνητικών μέτρων για την οικονομική τραγωδία που βιώνει ο ελληνικός λαός, ισχυριζόμενος ξανά πως έχουμε «μια εισαγόμενη κρίση, δεν είναι μία κρίση την οποία προκαλέσαμε εμείς».
Ακόμα περισσότερο προσπάθησε να δώσει μια πλαστή φιλοκοινωνική εικόνα στην κυβερνητική πολιτική, επικαλούμενος κάποια οικονομικά ψίχουλα που μοίρασε ή θα μοιράσει ενόψει των εκλογών σε μερικές «ευάλωτες» κοινωνικές κατηγορίες, επιδιώκοντας πίσω απ’ αυτό να κρύψει την τεράστια αναδιανομή του πλούτου υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου που προκάλεσαν και προκαλούν τα κυβερνητικά μέτρα και την αντίστοιχη μεγάλη φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων.
Την καθήλωση των μισθών επεδίωξε να την καλύψει κάτω από την ευτελή αύξηση των κατώτατων μισθών κατά 63 ευρώ(!) σε μια τριετία διακυβέρνησής του και μια υπόσχεση επόμενης ανάλογης πενιχρής αύξησης του κατώτατου μισθού τον επόμενο χρόνο, εμφανώς με προεκλογική σκοπιμότητα.
Δεν δίστασε να μιλήσει για αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων λόγω ελάφρυνσης της φορολογίας τους, την ίδια ώρα που τα κυβερνητικά επιτελεία πανηγυρίζουν για τη μεγάλη αύξηση φορολογικών εσόδων το πρώτο εξάμηνο του 2022, εν μέσω σαρωτικής ακρίβειας, η οποία πιστοποιεί ακριβώς το ανάποδο από όσα είπε ο Μητσοτάκης: την άγρια φοροληστεία στην οποία έχει υποβάλει τον ελληνικό λαό η πολιτική του.
Ανενδοίαστα ισχυρίστηκε πως η κυβερνητική πολιτική παρέχει μέτρα προστασίας απέναντι στον πληθωρισμό, όταν τα μέτρα αυτής της πολιτικής του (ιδιωτικοποιήσεις, πλήρης εξάρτηση της ενεργειακής τροφοδοσίας της χώρας από το εξωτερικό, εφαρμογή συστημάτων ασύδοτης κερδοσκοπίας των παρόχων ρεύματος και ενέργειας κλπ) έχουν τροφοδοτήσει και τροφοδοτούν την ανεξέλεγκτη ακρίβεια και την εκτίναξη των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος και της ενέργειας.
Με περισσό θράσος περιέγραψε μια ανύπαρκτη πολιτική που δίνει στην Υγεία «αξιοπρέπεια και μέλλον»(!), όταν το τρίχρονο κυβερνητικό έργο είναι μια δραστική συρρίκνωση των κρατικών δαπανών για την Υγεία και άρνησης προσλήψεων υγειονομικού προσωπικού, που οδήγησε σε κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων, στις χρονιές έξαρσης της πανδημίας, όταν το ΕΣΥ και τα δημόσια νοσοκομεία χρειάζονταν την μεγαλύτερη δυνατή ενίσχυση.
Τέλος, χωρίς όνειδος προσπάθησε να συγκαλύψει, με φτηνές δικαιολογίες περί «αδυναμιών» την άθλια κυβερνητική πολιτική απέναντι στις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, που άφησε επανειλημμένα απροστάτευτες και χωρίς στήριξη τις περιοχές που επλήγησαν και ευθύνεται για τεράστιες καταστροφές.
***
Ο Κυρ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ φόρεσε ένα πέπλο δημαγωγίας στην αντιδραστική πολιτική του όχι μόνο για να παραπλανήσει και για να την υποστηρίξει με επιθετικότητα απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους αλλά και για να αναγγείλει τη συνέχισή της.
Ο Κυρ. Μητσοτάκης, στην πραγματικότητα, διακήρυξε ότι θα εξακολουθήσει να αρνείται αυξήσεις των μισθών και των συντάξεων και περιοδικά και επιλεκτικά θα μοιράζει μόνο κάποια οικονομικά ψίχουλα, ανάλογα με τη συγκυρία (όπως τώρα είναι οι ερχόμενες εκλογές).
Θα εξακολουθήσει να μεταφέρει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της ακρίβειας στις πλάτες των λαϊκών στρωμάτων. Αυτό χαρακτηριστικά φαίνεται και από τα μέτρα που ανήγγειλε ότι θα προωθήσει για τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, όπου, αντί για τη μείωσή τους, θα εξαρτήσει την επιδότηση των λαϊκών νοικοκυριών για την ενέργεια που καταναλώνουν από το πόσο θα μειώνουν την κατανάλωσή τους. Με άλλα δεν μειώνει τις τιμές ενέργειας αλλά θέλει να υποχρεώσει τα λαϊκά νοικοκυριά -και όχι μόνο- να έχουν την ατομική ευθύνη τού τι θα πληρώσουν, εξαναγκάζοντας μόνα τους να στερηθούν ρεύμα και ενέργεια!
Θα εξακολουθήσει να πολιορκεί το δημόσιο σύστημα υγείας, προχωρώντας την ιδιωτικοποίησή του, δρομολογώντας και «την προσέλκυση περισσότερων ιδιωτών γιατρών να παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο Εθνικό Σύστημα», όπως είπε ο Μητσοτάκης.
Θα εξακολουθήσει να αντιμετωπίζει τα θέματα Πολιτικής Προστασίας με το γνωστό παραμύθι των ακραίων καιρικών φαινόμενων ή όπως το είπε ο Μητσοτάκης στη ΔΕΘ «πρέπει να ξέρουμε ότι θα ζούμε πια με πολύ πιο έντονα καιρικά φαινόμενα. Και πάντα μπορεί να υπάρχουν κάποια καιρικά φαινόμενα, τα οποία μπορούν να ξεπερνούν οποιεσδήποτε δυνατότητες».
Θα εξακολουθήσει να ενισχύει το κράτος της αστυνόμευσης και παρακολούθησης των πολιτών και των πολιτικών αντιπάλων, όπως έδειξαν και οι τοποθετήσεις -που επανέλαβε στη ΔΕΘ- για τις παρακολουθήσεις και την πανεπιστημιακή αστυνομία.
Θα επιμείνει στην αντιμεταναστευτική πολιτική που την εξήρε στη ΔΕΘ.
Θα συνεχίσει την πολιτική τής όλο και πιο στενής αμερικανοαΝΑΤΟικής και ευρωατλαντικής εξάρτησης, όπως έδειξαν και οι ύμνοι του για τις στρατιωτικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία και η υποστήριξη στην πολιτική εμπλοκής της Ελλάδας στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Όσο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα ζητήματα του Αιγαίου, της Κύπρου και της Ανατολικής Μεσόγειου ο Κυρ. Μητσοτάκης υπήρξε πολύ φειδωλός ή και σιωπηλός στις τοποθετήσεις του, δείχνοντας και τις δυσκολίες που συναντά σε αυτό το πεδίο αλλά και ότι εξυφαίνονται διάφορες πιεστικές εξελίξεις μετά και τον πόλεμο στην Ουκρανία, οι οποίες φυσικά δεν αντιμετωπίζονται με Μητσοτακικές ρουκέτες του τύπου «Ερντογκάν τα νταηλίκια γιοκ με την Ελλάδα» που κολακεύουν αυτιά του εθνικιστικού ακροατηρίου που χρειάζεται η ΝΔ για τις εκλογές.
Οι τελευταίες ήταν, προφανώς, στο επίκεντρο των λόγων του Κυρ. Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, όπου προσπάθησε να δικαιολογήσει ως «αποσταθεροποιητική ενέργεια» την άμεση πραγματοποίηση εκλογών, θέλοντας να κρύψει ότι κάτι τέτοιο δεν βολεύει τώρα τη ΝΔ λόγω της πολιτικής φθοράς που έχει υποστεί με τις τελευταίες εξελίξεις (σκάνδαλο παρακολουθήσεων, μεγάλη επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης κλπ) και θέλει να κερδίσει χρόνο.