Στις νέες χειμωνιάτικες αγροτικές κινητοποιήσεις μπαίνει ο αγροτικός κόσμος της χώρας, με πρώτους τους Κρητικούς και το Παγκρήτιο Συλλαλητήριο που πραγματοποίησαν την Τετάρτη 15 Ιανουαρίου στο Ηράκλειο, αλλά και τους Θεσσαλούς αγρότες που αποφάσισαν αγροτικά μπλόκα την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου. Ανάλογες διεργασίες γίνονται και στη Στερεά Ελλάδα, στον Έβρο και στη Δυτική Ελλάδα. Η ανάπαυλα της καλλιεργητικής περιόδου δίνει την ευκαιρία για αναστοχασμούς και λογαριασμούς που βγαίνουν ελλειμματικοί όλο και περισσότερο, για όλο και περισσότερες αγροτικές εκμεταλλεύσεις που αντικρίζουν, ξεκάθαρα πλέον, το φάσμα της καταστροφής.
Αναμφισβήτητα ο τρόπος ενσωμάτωσης της αγροτικής οικονομίας στη συνολική καπιταλιστική οικονομία, βαίνει σε βάρος της ίδιας της αγροτικής παραγωγής και αυτό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που βγάζει στο δρόμο του αγώνα τεράστιες αγροτικές μάζες σε όλο τον πλανήτη. Ένα δείγμα πήραμε πέρσι το Φλεβάρη με τις εντυπωσιακές κινητοποιήσεις σύσσωμης της ευρωπαϊκής αγροτιάς, που βλέπει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να λειτουργούν ανοιχτά ενάντιά τους.
Στον ελληνικό αγροτικό χώρο, που σε ευρωπαϊκό επίπεδο κατέχει τον τέταρτο κατά σειρά μικρότερο μέσο αγροτικό κλήρο με 5,3 εκτάρια (53 στρέμματα), 70% μικρότερο από τον μέσο της ΕΕ-27 (17,1 εκτάρια) και με σωρεία από άλλα διαρθρωτικά προβλήματα, το τσουνάμι των διεθνών αλλαγών προκαλεί σαρωτικές αλλαγές. Η διάλυση δε του αγροτικού συνεταιριστικού χώρου (με την ιδιόμορφη ιστορία του στη χώρα) στερεί τον αγροτικό κόσμο -και ιδιαίτερα τους μικρομεσαίους αγρότες που είναι και η ραχοκοκαλιά της ελληνικής υπαίθρου- από οποιουσδήποτε μηχανισμούς άμυνας.
Δεκαετίες ευρωπαϊκών επιδοτήσεων έδιναν την εντύπωση μιας επίπλαστης ευμάρειας, αλλά πλέον αποκαλύπτονται σαν μια αργή, ελεγχόμενη χρεοκοπία που έχει οδηγήσει στην υποβάθμιση της ίδιας της αγροτικής παραγωγής της χώρας και συνεχή διεύρυνση του ελλείμματος του αγροτικού ισοζυγίου. Η χώρα «αιμορραγεί» συνεχώς από την εισαγωγή σωρείας αγροτικών προϊόντων, με το ύψος τους να φτάνει τελευταία τα 11 δισ. € το χρόνο. Αλλά αυτό καθόλου δεν απασχολεί τους διοικούντες, γιατί απλούστατα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εισαγωγέων, παραδοσιακά ισχυρότερα από αυτά των εγχώριων αγροτών.
Η αμηχανία που προκαλεί η εκτίναξη του κόστους παραγωγής, η εγκατάλειψη της όποιας κρατικής στήριξης και η δραματική μείωση των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, είναι εμφανής στον αγροτικό κόσμο. Οι περσινές κινητοποιήσεις -σαφώς υποτονικότερες από αυτές που είδαμε από τους ευρωπαίους συναδέλφους τους- δεν έδωσαν την παραμικρή λύση στα υπαρξιακά προβλήματα της ελληνικής αγροτιάς. Τώρα και πάλι ο αγροτικός κόσμος ετοιμάζεται για κινητοποιήσεις διαμαρτυριών αλλά όχι για μια σύγκρουση με τις πολιτικές που τον λεηλατούν.
Τα αιτήματα που προτάσσουν τώρα οι επικεφαλής των κινητοποιήσεων είναι:
Η μείωση του κόστους παραγωγής που έχει εκτιναχθεί πάνω από 30%.
Προστασία από τις φυσικές καταστροφές
Δίκαιες αποζημιώσεις για το 100% των ζημιών
Τιμές στα προϊόντα οι οποίες θα αντιστοιχούν στο κόστος παραγωγής.
Πρόκειται και πάλι για μια κραυγή αγωνίας, παρά για μια συγκροτημένη αντίληψη των αιτιών που φέρνουν σε απόγνωση χιλιάδες αγροτικά νοικοκυριά. Η δομή του κλήρου των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στη χώρα μας είναι τέτοια που καμιά λύση δεν μπορεί να προκύψει χωρίς τη συλλογική οργάνωση των παραγωγών που παραμένουν έρμαιοι στις αδυσώπητες δυνάμεις μιας διεθνοποιημένης πλέον αγοράς. Η καθαρά εξατομικευμένη λειτουργία των μικρομεσαίων αγροτικών μονάδων, που αποτελούν την συντριπτική πλειονότητα, έχει αποδειχθεί «παγίδα» που στήνεται και αξιοποιείται από το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό με απώτερο σκοπό τη χειραγώγηση.
Η καταχρέωση στις Τράπεζες με τα «κόκκινα» αγροτικά δάνεια να φτάνουν στα 3,8 δισ., που ταλανίζουν περίπου 21.000 αγρότες και 750 αγροτικούς συνεταιρισμούς (συνεταιρισμοί φαντάσματα κυρίως), αποτελούν έναν από τους δείκτες του αδιέξοδου αγροτικού μοντέλου που ακολουθεί η χώρα. Το καμπανάκι της ερήμωσης του τομέα ηχεί δυνατά, όχι μόνο λόγω των διαχρονικών διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής γεωργίας, αλλά και των διαχειριστικών σκανδάλων που πολλαπλασιάζονται, όπως αυτά του ΟΠΕΚΕΠΕ -που διαχειρίζεται τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις σε όλο τον αγροτικό τομέα- ή η κοροϊδία του ΕΛΓΑ που ενώ εισπράττει δεν αποζημιώνει, καθώς και η υποβάθμιση των υποδομών (εγγειοβελτιωτικά έργα, αγροτική έρευνα κ.ά.) με τραγικά αποτελέσματα, όπως είδαμε στο Θεσσαλικό κάμπο.
Αυτό που θα πρέπει να περιμένει ο αγροτικός κόσμος από τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που αποτελούν νόμο για όλο το κοινοβουλευτικό φάσμα, είναι ένταση της εκμετάλλευσης, δραματική μείωση και άλλο του αγροτικού κόσμου και περαιτέρω υποβάθμιση της αγροτικής παραγωγής. Υποβάθμιση που δεν παίρνει μόνο τη μορφή πτώσης του τελικού αγροτικού προϊόντος. Η συγκέντρωση – συγκεντροποίηση του κλάδου σε μεγάλες βιομηχανικού τύπου μονάδες φέρνει αναγκαστικά και την υποβάθμιση αυτού του προϊόντος, που είναι το τρόφιμο.
Ο διεκδικητικός αγώνας των αγροτών αποτελεί μια προφανή αναγκαιότητα που πρέπει να ξεπεράσει την υπαρξιακή κραυγή αγωνίας και να πάρει τη μορφή ανάδειξης των αιτιών που σαρώνουν τις αγροτικές παραγωγικές μονάδες. Μονάδες-εύκολα θύματα του κεφαλαίου και των πολιτικών τους εκφραστών, εκτός αν αναπτύξουν συλλογικά παραγωγικά σχήματα, τέτοια που να μπορούν διασφαλίσουν ένα εισόδημα αλλά και να προσφέρουν στον καταναλωτή φτηνό και ποιοτικό τρόφιμο. Οι δύο αυτοί αγώνες είναι συνυφασμένοι και αλληλένδετοι.