Είναι γεγονός πως η κυβέρνηση ξεδιπλώνει ανενόχλητη την αντεργατική-αντιλαϊκή πολιτική της, χωρίς σοβαρά εμπόδια, καθώς απουσιάζει εδώ και μήνες ακόμη και η στοιχειώδης αντιπολίτευση των ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, που ασχολούνται με τα εσωκομματικά τους προβλήματα αλλά και η πολιτική τους συγκλίνει με αυτήν της κυβέρνησης. Αλλά δεν είναι μονάχα αυτό. Σύμμαχος επί της ουσίας της κυβέρνησης είναι και η κατάσταση που επικρατεί στο εργατικό κίνημα χάρη στις δυνάμεις που ηγεμονεύουν στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Απέναντι στα γιγαντιαία προβλήματα των καθηλωμένων μισθών και συντάξεων ή των αυξήσεων-κοροϊδία που η κυβέρνηση με θράσος κομπάζει πως δίνει, την ακρίβεια στα είδη πρώτης ανάγκης που σαρώνει τα λαϊκά εισοδήματα, τις χωρίς όρια αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, τις εκτοξευμένες τιμές αγοράς ή ενοικίων σπιτιών και τόσα άλλα σε έναν κατάλογο που δεν έχει τέλος, το συνδικαλιστικό κίνημα στέκεται με απόλυτη αδράνεια, πέρα και μακριά από το ύψος των περιστάσεων.

Εδώ και μήνες, διευκολύνοντας θα έλεγε κανείς όσο μπορούν το έργο της κυβέρνησης, κρατούν καθηλωμένους τους εργαζόμενους, να αποδέχονται στωικά αυτή τη βάρβαρη αντιλαϊκή πολιτική. Με μια προκλητικά εκκωφαντική σιωπή, όλο τον προηγούμενο χρόνο δεν οργάνωσαν ούτε μια αξιόλογη κινητοποίηση.

Ούτε καν για τον προϋπολογισμό του 2024 που παλιότερα η ημέρα ψήφισης του εκάστοτε αντεργατικού ανέκαθεν προϋπολογισμού είχε καθιερωθεί εθιμοτυπικά έστω ως ημέρα κινητοποίησης. ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ δεν συντονίστηκαν ούτε σε μια κοινή κινητοποίηση όλο το προηγούμενο διάστημα από το φθινόπωρο του ’23 μέχρι και την άνοιξη του ’24, γεγονός που στάθηκε καταλυτικό ώστε το εργατικό κίνημα να μην καταφέρει να δώσει μια δυναμική απάντηση. Και βέβαια η κάθε επιμέρους κινητοποίηση δεν προετοιμαζόταν όπως θα έπρεπε προκειμένου να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία.

Εσχάτως αποφασίστηκε πανεργατική απεργία για τις 20 Νοεμβρίου και από τη ΓΣΕΕ και από την ΑΔΕΔΥ. Η δεύτερη αρχικά πρότεινε απεργία για τις 13 Νοεμβρίου, ωστόσο στη συνέχεια άλλαξε ημερομηνία και έτσι δίνεται η δυνατότητα να πραγματοποιηθεί μια μαζική κινητοποίηση. Τουλάχιστον δεν θα επαναληφθεί η προηγούμενη τραγική συμπεριφορά να κηρύσσουν η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ απεργία για τα ίδια θέματα σε διαφορετικές μέρες…

Η πανεργατική απεργία στις 20 Νοέμβρη είναι προϊόν της πολύ πιεστικής κατάστασης που έχει δημιουργήσει η κυβερνητική πολιτική στους εργαζόμενους, την οποία οι συνδικαλιστικές ηγεσίες διαχειρίζονται ξανά με την κήρυξη μιας 24ωρης απεργίας αλλά όχι με πρόθεση να ξεδιπλωθεί ένας απεργιακός αγώνας με συνέχεια, που θα σήμαινε να εξαγγείλουν ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ ένα πρόγραμμα αγώνων με κλιμάκωση, όσο αρνείται η κυβέρνηση να ικανοποιήσει τα εργατικά αιτήματα.

Η πραγματοποίηση πανεργατικής απεργίας με όσο το δυνατόν πιο μαζική συμμετοχή πρέπει να είναι τώρα μέλημα όλων των συνδικαλιστών, των εργαζομένων σε όλους τους χώρους δουλειάς, σε όλα τα σωματεία. Από μέρους των ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ δεν έχουμε να περιμένουμε κάτι το ιδιαίτερο ως προς την προετοιμασία και αυτής της κινητοποίησης. Οι εργαζόμενοι μέσα από τα σωματεία τους είναι εκείνοι που μπορούν να στηρίξουν με όλες τους τις δυνάμεις και να εξασφαλίσουν μια μαζική κινητοποίηση. Στο επίκεντρο πρέπει να τεθούν όλα τα καυτά προβλήματα που οι εργαζόμενοι, συνολικά τα λαϊκά στρώματα, αντιμετωπίζουν εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής και πώς αυτή μπορεί να αναχαιτιστεί. Οι μισθοί, η ακρίβεια, ο αφανισμός των συλλογικών διαπραγματεύσεων και υπογραφής Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η ανεργία, η επίθεση στη δημόσια Υγεία-Παιδεία-Πρόνοια και όλα όσα ακόμη συνθέτουν τη δραματική αυτή κατάσταση που βιώνει ο κόσμος της εργασίας, είναι στο προσκήνιο. Για αυτά όλα έχουν να δώσουν έναν μεγάλο αγώνα που δεν μπορεί βέβαια να εξαντληθεί σε μια 24ωρη απεργία, αλλά είναι ανάγκη να υπάρξει προγραμματισμός για συνέχεια και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων.

Οι εργαζόμενοι δεν έχουν άλλη επιλογή από το να επιστρατεύσουν όλες τους τις δυνάμεις ώστε η απεργία στις 20 Νοέμβρη να έχει τη μέγιστη δυνατή μαζικότητα και να αποτελέσει αντίστασης στην κυβερνητική λαίλαπα, ενώ θα πρέπει παράλληλα να πιέσουν να έχει συνέχεια ο απεργιακός αγώνας. Σε όλους τους χώρους δουλειάς να γίνουν συζητήσεις να πραγματοποιηθούν ΓΣ, με θέμα να οργανωθεί με τους καλύτερους όρους η απεργιακή κινητοποίηση, καθώς και η συνέχειά της, ώστε να δοθεί η ηχηρή απάντησή τους στην κυβέρνηση.

Μόνο οι μαζικοί εργατικοί αγώνες μπορούν να υψώσουν τα τείχη που θα βάλουν φραγμό στην άγρια αντιλαϊκή πολιτική. Και για να γίνει αυτό χρειάζεται αποφασιστική διεκδίκηση εργατικών αιτημάτων που κινητοποιούν την εργατική τάξη, χρειάζονται ισχυρά Σωματεία, απεργίες, μαζικές διαδηλώσεις, πανεργατικές κινητοποιήσεις.