Ενώ παραμένει αμείωτη η παραβατική δραστηριότητα της Άγκυρας με μαζικές υπερπτήσεις ακόμα και πάνω από μεγάλα νησιά, όπως προ ημερών στη Χίο, διατυπώνονται νέες προκλητικές διακηρύξεις. Με πρόσχημα τη στρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου αμφισβητεί ανοιχτά και εκτοξεύει απειλές για την κυριαρχία τους. Η νεοοθωμανική τουρκική πολιτική θέλοντας να παίξει ηγεμονικό ρόλο σε περιοχές με τουρκικούς και μουσουλμανικούς πληθυσμούς αναλαμβάνει «εργολαβικά» την υποστήριξη των συμφερόντων τους. Τα «σύνορα της καρδιάς» της Τουρκίας εκτείνονται πέρα από το τόξο Βαλκανίων-Λιβύης. Ο πρόεδρος της τουρκικής Βουλής, μιλώντας πρόσφατα για «επικίνδυνο παιχνίδι» της Δύσης υποστήριξε την ανάληψη της ευθύνης «να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα των αδελφών μας όπου κι αν βρίσκονται στον κόσμο», αναφέροντας περιοχές όπως το Ναγκόρνο Καραμπάχ και φτάνοντας μέχρι την κινεζική επαρχία Σιντζιάνγκ (με τους «Τούρκους Ουιγούρους»), μη παραλείποντας τη «Βόρεια Κύπρο» και τη «Δυτική Θράκη».
Ταυτόχρονα, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών την 29η Γενάρη, που έχει ανακηρύξει σαν Ημέρα Εθνικής Αντίστασης των Τούρκων της Δυτικής Θράκης, επανέφερε στο προσκήνιο απειλητικές διεκδικήσεις ενώ τον εθνικιστικό φανατισμό ενισχύει ο θρησκευτικός. Ο Ερντογάν μιλά για «δεύτερη άλωση» που έρχεται με την πλήρη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί.
Το εθνικιστικό δηλητήριο ενισχύεται και από το έντονο προεκλογικό κλίμα, ιδιαίτερα μετά την προκήρυξη πρόωρων εκλογών από τον Ερντογάν στις 14 Μάη.
Η αντιπολίτευση αμφισβητεί τις πρωτοβουλίες Ερντογάν, καθώς για να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές χρειάζεται απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης και 360 ψήφοι, τις οποίες όμως το κυβερνών κόμμα δεν διαθέτει. Επιπλέον η αντιπολίτευση ισχυρίζεται ότι δεν έχει καν το δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα για τρίτη θητεία ως πρόεδρος. Ωστόσο ο Ερντογάν αντιπαρέρχεται τις μεμψιμοιρίες των αντιπάλων του. Υποστηρίζει ότι: «Το 2018, μηδενίστηκε το κοντέρ», θεωρώντας ότι η πρώτη του θητεία ήταν με άλλο σύστημα και διαφορετικά καθήκοντα.
Από την άλλη μεριά η αντιπολίτευση, που την απαρτίζουν 6 κόμματα (γνωστή και ως «τραπέζι των 6», με κυριότερα το CHP -Ρεπουμπλικανικό κόμμα-, του Κιλιντσάρογλου και το IYI -Το Καλό Κόμμα-της Ακσενέρ), δεν καταφέρνει να καταλήξει σε κοινό υποψήφιο. Αποτέλεσμα το ΑΚΡ, κόμμα του Ερντογάν, με προεκλογικές παροχές και εθνικιστικές κορώνες να ανακάμπτει δημοσκοπικά.
Προ ημερών η «Εθνική Συμμαχία» των 6 κομμάτων κατάληξε στους άξονες του προγράμματός της, στο λεγόμενο «Μνημόνιο Συναντίληψης Κοινών Πολιτικών της Εθνικής Συμμαχίας». Οι θέσεις του Μνημονίου βεβαιώνουν ότι στα βασικά πολιτικά ζητήματα ακολουθούν την ίδια πολιτική. Αν και διακηρύσσουν τον σεβασμό «στην εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία των χωρών, ιδιαίτερα των γειτόνων μας» και ταυτόχρονα εμφανίζονται ανοικτοί στο διάλογο και τη διπλωματία, παραμένουν ανυποχώρητοι στα εθνικά συμφέροντα τόσο στην Κύπρο όσο και στο Αιγαίο. Στο Μνημόνιο υποστηρίζουν ότι «η Κύπρος είναι εθνική μας υπόθεση» και υπόσχονται προστασία των κεκτημένων των Τουρκοκυπρίων και της πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων. Όσο για το Αιγαίο δηλώνουν ότι «δεν θα επιτρέψουμε καμία εξέλιξη που μπορεί να βλάψει τα πεδία κυριαρχίας μας».
Ζητούν την «πλήρη ένταξη στην ΕΕ» με αναθεώρηση της συμφωνίας για το μεταναστευτικό. Θεωρούν το ΝΑΤΟ «εξαιρετικά σημαντικό όσον αφορά την αποτροπή και τη συμβολή του στην εθνική μας ασφάλεια». Επιδιώκουν τη βελτίωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ «σε θεσμική βάση, με συνεννόηση μεταξύ ίσων» και την επιστροφή στο πρόγραμμα των F-35, αλλά με παράλληλη διατήρηση καλών σχέσεων με τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Μοναδική διαφοροποίησή τους σχετίζεται με το πολίτευμα και τους θεσμούς που έχει αλώσει ο Ερντογάν. Δεσμεύονται ότι θα ακυρώσουν την πολιτική κληρονομιά του με περιορισμό των προεδρικών εξουσιών και επιστροφή σε ενισχυμένο κοινοβουλευτικό σύστημα.
Στο μεταξύ κρίσιμο ζήτημα των εκλογών αποτελεί η στάση του κουρδικού στοιχείου. Το φιλοκουρδικό HDP, που απειλείται να τεθεί εκτός νόμου -είναι το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα στην Τουρκία, με 12% των ψήφων στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές- έχει ανακοινώσει συνεργασία με άλλα 5 μικρότερα κόμματα. Ωστόσο, μια σειρά από δικαστικές αποφάσεις βάζουν εμπόδια στη συμμετοχή του στις εκλογές, μετά από καταδίκες δεκάδων στελεχών του με την κατηγορία ότι «συνδέονται με τρομοκρατική οργάνωση (ΡΚΚ)». Την περασμένη βδομάδα ο φυλακισμένος πρώην συμπρόεδρος του HDP, Ντεμιρτάς, δήλωσε ότι είναι «υπέρ του κοινού υποψηφίου, εφόσον ο υποψήφιος που θα επιλέξει το “τραπέζι των έξι” καταλήξει σε κάποιον συμβιβασμό με το HDP».
Ανταλλάγματα ΗΠΑ και ΝΑΤΟ
Η ενιαία στάση της τουρκικής μεγάλης αστικής τάξης καλλιεργείται από την Ουάσιγκτον. Στην Κοινή Δήλωση, στα τέλη Γενάρη, μετά τη συνεδρίαση του Στρατηγικού Μηχανισμού ΗΠΑ – Τουρκίας, με τη συμμετοχή των ΥΠΕΞ των δύο χωρών, Μπλίνκεν και Τσαβούσογλου, στην αμερικανική πρωτεύουσα αναφέρεται «Οι δύο πλευρές διεξήγαγαν εκτεταμένο διάλογο σε ένα ευρύ φάσμα τομέων διμερούς συνεργασίας και τόνισαν τη σημασία της εταιρικής τους σχέσης ως συμμάχων στο ΝΑΤΟ». Επισημάνθηκε η ανάγκη ενίσχυσης της διμερούς αμυντικής συνεργασίας επικεντρωμένη στην ενίσχυση και εκσυγχρονισμό του στόλου των F-16 της Τουρκίας. Επίσης στα πλαίσια της διεύρυνσης της «συλλογικής άμυνας» συζητήθηκε η προώθηση της ένταξης Φινλανδίας και Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, την οποία φρενάρει η Άγκυρα διεκδικώντας ανταλλάγματα και με τη διατύπωση της «δίκαιης» και «ισορροπημένης» αντιμετώπισης από τη Δύση. Στο μεταξύ ο Ερντογάν ακύρωσε προγραμματισμένη συνάντηση με αντιπροσωπείες από Σουηδία και Φινλανδία, παγώνοντας τις διαπραγματεύσεις για την άρση των τουρκικών αντιρρήσεων στη ΝΑΤΟϊκή διεύρυνση μέχρι τις εκλογές.
Το παιγνίδι εκβιασμών και πιέσεων που παίζει η Ουάσιγκτον με τα F-16 σαν μπαλάκι μεταξύ Λευκού Οίκου και Κογκρέσου αποκάλυψε τοποθέτηση του «φιλέλληνα» Μενέντεζ, που είπε ότι «ίσως η κυβέρνηση Μπάιντεν χρησιμοποιήσει τη δική μου στάση για την πώληση ως έναν μοχλό πίεσης για να κάνει την Τουρκία να συμπεριφερθεί διαφορετικά και, αν συμβεί αυτό …θα μπορούσε να είναι μια θετική εξέλιξη».
Σοβαρή επίσης «ανατροπή» για τις παγιωμένες απόψεις της Αθήνας αποτέλεσε η πρόσφατη έκθεση της Διεύθυνσης Ερευνών του Κογκρέσου για τις σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ, την οποία έθαψαν τα προπαγανδιστικά κανάλια ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς για να μην ενοχλήσουν τους σχεδιασμούς ισχυρών προστατών της ελληνικής κυριαρχίας. Η έκθεση υιοθετώντας ατόφια την τουρκική επιχειρηματολογία, μεταξύ άλλων αναφέρει: «το 1974 η Ελλάδα ενίσχυσε τη στρατιωτική παρουσία της σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Η Τουρκία άρχισε να αντιδρά για την στρατιωτικοποίηση των νήσων, για τα 6-10 ν.μ ελληνικού εναέριου χώρου για το FIR Αθηνών στο Αιγαίο. Τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη άρχισαν υπερπτήσεις στις διαφιλονικούμενες (disputed) περιοχές και μερικές φορές προκαλούνται από τα ελληνικά στρατιωτικά αεροσκάφη». Τέτοιες «φιλικές» θέσεις οδηγούν τον Μητσοτάκη να μιλάει για «ΝΑΤΟϊκά νησιά» και τον Τσίπρα να διεκδικεί αποτελεσματικότερη διαπραγμάτευση με υπερατλαντικούς «εταίρους». Η έκθεση απορρίπτει τις θέσεις του Μενέντεζ για τις υπερπτήσεις σαν νομικά αβάσιμες καθώς δεν γίνονται υπερπτήσεις σε νησιά, που έχουν ελληνική κυριαρχία και καταλήγει ότι ο Μενέντεζ μπορεί να παρακαμφθεί και να προχωρήσει η πώληση των F-16 στην Τουρκία με προεδρικό διάταγμα, όπως δηλαδή έκανε και ο Τραμπ στη Σαουδική Αραβία.
Η κυβερνητική προθυμία να αναθέσει την προστασία της Ελλάδας στους ισχυρούς «συμμάχους» αποδεικνύεται διπλά επικίνδυνη καθώς δέχεται και τα ρωσικά πυρά.
Οι δηλώσεις του Λαβρόφ για τη χώρα είναι ενδεικτικές. Λέει για Ελλάδα και Κύπρο: «Η ταχύτητα, με την οποία μετέβησαν όχι μόνο στο “στρατόπεδο” εκείνων που υπέγραψαν τις κυρώσεις, αλλά και στην ομάδα των ηγετών των αντιρωσικών δράσεων, ήταν περίεργη. Καθρεφτίζει την επιβαλλόμενη γραμμή της επιθετικής αντιπαράθεσης και όχι το συμφέρον των Ελλήνων».