Ο «εκλεκτός» του Ερντογάν, Ερσίν Τατάρ, και ο -σημερινός- ηγέτης των Τουρκοκύπριων, Μουσταφά Ακιντζί, θα αναμετρηθούν στον αυριανό (18/10) δεύτερο γύρο των «προεδρικών εκλογών», στα Κατεχόμενα της Κύπρου, μετά τα εκλογικά αποτελέσματα της περασμένης Κυριακής (11/10).
Συγκεκριμένα, ο Ερσίν Τατάρ έλαβε το 32,35% των ψήφων, ο Μουσταφά Ακιντζί το 29,84%, ο Τουφάν Ερχιουρμάν το 21,68%, ο Κουντρέτ Οζερσάι το 5,74%, ο Ερχάν Αρικλί το 5,36%, ο Σερντάρ Ντενκτάς το 4,20%, ενώ οι υπόλοιποι πέντε υποψήφιοι κατέγραψαν πολύ μικρά ποσοστά. Ψήφισαν συνολικά 110.779, ενώ βρέθηκαν 5.027 άκυρα/λευκά ψηφοδέλτια και το ποσοστό της συμμετοχής έφτασε στο 58,21%.
Τα αποτελέσματα προχωρούν άλλο ένα βήμα τις τουρκικές διχοτομικές επιδιώξεις και την προσάρτηση του Βόρειου τμήματος του νησιού. Αποτυπώνουν την ανοικτή τουρκική παρέμβαση για τον πλήρη έλεγχο των κατεχόμενων, κόντρα και στη βούληση των Τουρκοκυπρίων, που κάποτε δεν συντάσσονται με τις επιλογές της Άγκυρας.
Ο Ακιντζί είχε από καιρό απορριφθεί από τις επιλογές της «Μητέρας Πατρίδας» με το ποτήρι να ξεχειλίζει όταν πριν ένα χρόνο είχε επικρίνει την εισβολή στη Συρία, ενώ τον περασμένο Φλεβάρη δήλωσε ότι φοβάται μήπως η αυξανόμενη εξάρτηση από την Άγκυρα οδηγήσει σε μια «φρικτή» προσάρτηση της κατεχόμενης βόρειας Κύπρου από την Τουρκία, προσθέτοντας ότι επανένωση του νησιού σ’ ένα ομοσπονδιακό κράτος είναι η «μοναδική βιώσιμη λύση». Τα σχόλια του Ακιντζί προκάλεσαν την οργή της τουρκικής κυβέρνησης, με τον υπουργό Εξωτερικών Τσαβούσογλου να τον χαρακτηρίζει σαν τον πιο «ανέντιμο πολιτικό» που συνεργάστηκε και την τουρκική προεδρία να προειδοποιεί ότι «ο τουρκικός λαός θα του δώσει ένα μάθημα» στις επερχόμενες εκλογές του Απρίλη, που αναβλήθηκαν λόγω κορονοϊού και ο χρόνος αξιοποιήθηκε για την προετοιμασία κλίματος υπέρ του φερέφωνου του Ερντογάν, Τατάρ.
Γι’ αυτό και αμέσως μετά την ανακοίνωση των τελικών αποτελεσμάτων στα Κατεχόμενα, ο Ακιντζί κατάγγειλε τις «πρωτόγνωρες παρεμβάσεις» της Άγκυρας.
Τις παραμονές των παράνομων εκλογών (8/10), σαν προεκλογικό δώρο στον Τατάρ, η Άγκυρα προχώρησε στο «άνοιγμα» μέρους της περιφραγμένης περιοχής στο Βαρώσι, αγνοώντας προκλητικά ακόμα και τα ψηφίσματα 550 (1984) και 789 (1992) του Σ.Α. του ΟΗΕ, που παραχωρούσαν τη διαχείριση των Βαρωσίων στα Ηνωμένα Έθνη με σκοπό να γίνει επανεγκατάσταση μόνο των κατοίκων των Βαρωσίων, που είχαν εκδιωχθεί. Αν και το τουρκικό κράτος ποτέ δεν συμμορφώθηκε, κρατώντας την Αμμόχωστο «περίκλειστη πόλη», δίχως κατοίκους, σαν «διαπραγματευτικό χαρτί», για τη «λύση» Κυπριακού ζητήματος με τους δικούς του όρους, τώρα προκρίνοντας την επιλογή της διχοτόμησης, ανοίγει τα Βαρώσια ενσωματώνοντάς τα στα κατεχόμενα.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία με νέα Navtex δεσμεύει από τις 10 Οκτώβρη μέχρι και τις 9 Νοέμβρη τα οικόπεδα 6 και 7, στη θέση που βρίσκονταν πριν το γεωτρύπανο Γιαβούζ, για σεισμικές έρευνες από το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Μπαρμπαρός, συνεχίζοντας την κατάφωρη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με τον τρόπο αυτό, σε συνδυασμό και με τη νέα έξοδο του Ορούτς Ρέις λίγο έξω από το Καστελόριζο, διαλύθηκαν οι αυταπάτες για δήθεν «πειθάρχηση» της Άγκυρας στις προτροπές για αυτοσυγκράτηση των ευρωαντλαντικών κέντρων, που καλλιεργήθηκαν στα ελληνοκυπριακά και ελληνικά μέσα ενημέρωσης, μετά την απομάκρυνση του Γιαβούζ από την κυπριακή ΑΟΖ.
Στις συνθήκες αυτές, η κινητικότητα για την επανεκκίνηση του διαλόγου -από το σημείο που διακόπηκε στο Κραν Μοντανά- θυμίζει μάλλον τη θυσία της Ιφιγένειας στο βωμό των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων και του εξευμενισμού των τουρκικών επεκτατικών επιλογών. Αυτό επιβεβαιώνουν και τα σούρτα φέρτα στη Λευκωσία των αυτόκλητων εκπροσώπων των αντιπαρατιθέμενων ιμπεριαλιστικών κέντρων. Ακόμα και η αξιοποίηση του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Γκουτέρες, που ζήτησε από την Κυπριακή κυβέρνηση και τους Τουρκοκύπριους να έρθουν γρήγορα σε συμφωνία στους όρους αναφοράς για να ξεκινήσουν ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Ακόμα και μετά τις νέες τουρκικές προκλήσεις και το άνοιγμα του παραλιακού μετώπου της Αμμόχωστου από την Τουρκία ο Ρώσος Πρόεδρος του ΣΑ, Νεμπνένζια, διατυπώνοντας την απόφαση της σχετικής συνεδρίασης δήλωσε ότι «Το Συμβούλιο Ασφαλείας υπογραμμίζει τη σημασία του πλήρους σεβασμού και της εφαρμογής των ψηφισμάτων του» και κάλεσε «τις πλευρές στην Κύπρο και τις Εγγυήτριες Δυνάμεις να εμπλακούν εποικοδομητικά σε διάλογο και με την μορφή του επείγοντος, μετά την “εκλογική” διαδικασία στην τουρκοκυπριακή κοινότητα».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η ΕΕ ζητά να σύρει την Κύπρο σε διαπραγματεύσεις υπό καθεστώς ωμών παραβιάσεων της κυριαρχίας της. Η ΕΕ την ώρα που ζητάει προσχηματικά την άμεση αντιστροφή των προσφάτων ενεργειών της Τουρκίας στην Αμμόχωστο, με δήλωση που εξέδωσε την Τρίτη (13/10) ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για την εξωτερική πολιτική, Μπορέλ, καταλήγει με το επιμύθιο ότι «Η ΕΕ υποστηρίζει την ταχεία επανέναρξη των διαπραγματεύσεων, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ».
Τέτοιες αποφάσεις, όπως και αυτές του πρόσφατου Συμβουλίου Κορυφής της ΕΕ, επιβεβαιώνουν ότι η προσαρμογή των κυβερνήσεων Αθήνας και Λευκωσίας στην πολιτική του κατευνασμού ανοίγει διάπλατα το δρόμο για νέες επώδυνες παραχωρήσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και τη νομιμοποίηση των κατοχικών τετελεσμένων.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση οδηγούν τόσο η επιδεικτική αποφυγή ακόμη και της λέξης “κυρώσεις” σε βάρος της Τουρκίας («η επιβολή κυρώσεων δεν είναι αυτοσκοπός» δηλώνει ο Χριστοδουλίδης στον Γερμανό ομόλογό του Μάας) όσο και οι αναφορές για αμφισβητούμενες ή διαφιλονικούμενες θαλάσσιες περιοχές από Ευρωπαίους και Αμερικάνους «προστάτες» και «συμμάχους», δηλαδή τους βασικούς υπεύθυνους και υποκινητές της έντασης.