Ραγδαίες εξελίξεις και ανατροπή της πολιτικής κατάστασης βιώνει η Συρία που ξαναβάζουν τον λαό της σε μια νέα τραγική πορεία.

Από τις 27 Νοέμβρη ένας συνασπισμός ετερόκλητων αντιδραστικών δυνάμεων εξαπέλυσε ένοπλη επίθεση με κατεύθυνση προς τη Δαμασκό και μέσα σε ελάχιστες μέρες ανέτρεψε την εξουσία του προέδρου της Συρίας Μπασάρ Αλ Ασάντ, ο οποίος φέρεται ότι διέφυγε. Αυτό επιβεβαίωσε και η ανακοίνωση της διοίκησης του συριακού στρατού πως η 24χρονη διακυβέρνηση του προέδρου της Συρίας Μπασάρ Αλ Ασάντ έφτασε στο τέλος της, καθώς και η δήλωση του Σύρου πρωθυπουργού Μοχάμεντ Γάζι αλ-Τζαλάλι ότι είναι “έτοιμος να συνεργαστεί και να προσφέρει διευκόλυνση” σε “οποιαδήποτε ηγεσία επιλέξει ο συριακός λαός”.

Ο συνασπισμός των δυνάμεων που ανέτρεψε τον Ασάντ βρίσκεται υπό την ηγεσία της τζιχαντιστικής οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ-Σάμ (HTS). Μαζί τους συνεργάζεται και ο λεγόμενος “Συριακός Εθνικός στρατός” που υποστηρίζεται από την Τουρκία.

Οι νέες δραματικές εξελίξεις αποτελούν επανάληψη της μακρόχρονης ένοπλης σύγκρουσης που ξεκίνησε πριν 13 χρόνια με την επέμβαση των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και περιφερειακών δυνάμεων, όπως η Τουρκία, που όμως δεν πέτυχε την ανατροπή του Ασάντ, χάρη στη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας το 2015. Μια επανάληψη που επιχειρείται μέσα στους νέους διεθνείς όρους που έχουν δημιουργήσει οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, με τις ξένες δυνάμεις που επεμβαίνουν, πάλι, να εκτιμούν ότι η συγκυρία ευνοεί την προώθηση των σχεδίων τους εκεί:

Για να βάλουν ισχυρότερο πόδι στη Συρία και να ενισχύσουν την ανάμιξή τους στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.

Για να ανοίξουν ένα νέο μέτωπο πίεσης στη Ρωσία ώστε να δημιουργήσουν ευνοϊκότερους όρους διαπραγμάτευσης σχετικά με την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Για να πλευροκοπήσουν το Ιράν και να πλήξουν τις συνδέσεις του με τις φιλικές του δυνάμεις,  όπως η Χεζμπολάχ στο Λίβανο και η Χαμάς στην Παλαιστίνη.

Πάνω στη βάση αυτών των επιδιώξεων εκδηλώνεται η ευμένεια και η στήριξη των ιμπεριαλιστικών και περιφερειακών δυνάμεων προς το συνασπισμό αυτών που ανέτρεψαν τον Ασάντ. Και αν και πρόκειται για παρακλάδια της ισλαμικής Αλ Κάιντα και του “Ισλαμικού Κράτους”(ISIS), οι ΗΠΑ και συνολικά η Δύση, με τη γνωστή αδίστακτη προπαγανδιστική υποκρισία τους, τις παρουσιάζουν ως “εξεγερμένους”, “αντάρτες” και “μαχητές της ελευθερίας”,  την ίδια στιγμή που την παλαιστινιακή αντίσταση που αγωνίζεται πραγματικά για μια ελεύθερη Παλαιστίνης τη συκοφαντούν ως “τρομοκράτες”.

Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την ανατροπή του Ασάντ έσπευσε να το υπογραμμίσει ο Λευκός Οίκος δηλώνοντας ότι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, ενώ διατηρεί τη στρατιωτική παρουσία του στη βόρεια και ανατολική Συρία. Η Τουρκία, που τα τελευταία χρόνια έχει εισβάλει τρεις φορές στη Συρία και κατέχει παράνομα εδάφη της, δεν έκρυψε την επιθυμία της για την ανατροπή του Ασάντ, με τον Ερντογάν να δηλώνει πως η Συρία “αξίζει την ελευθερία”. Το Ισραήλ, μετά τους βομβαρδισμούς του στο συριακό έδαφος, ανέπτυξε στρατιωτικές δυνάμεις στη «ζώνη ασφαλείας» με τη Συρία και εκτίμησε ως “κάτι καλό” τις εξελίξεις, γιατί “προς το παρόν το Ιράν και οι πληρεξούσιοί του έχουν αποδυναμωθεί”.

Η γρήγορη ανατροπή του Ασάντ συνδέεται με τις βαριές συνέπειες που έχει υποστεί η Συρία μετά από 14 χρόνια πολέμου, συνεχών ξένων επεμβάσεων και εσωτερικών συγκρούσεων καθώς και με την εσωτερική κατάσταση που διαμορφώθηκε εσωτερικά υπό τη διακυβέρνησή του. Συνδέεται, όμως, και με το ότι αυτή τη φορά η Ρωσία και το Ιράν δεν προσφέρθηκαν να δώσουν στήριξη στον Ασάντ ανάλογη με εκείνη που του έδωσαν πριν δέκα χρόνια. Έχοντας, η μεν Ρωσία την πληγή του πολέμου στην Ουκρανία και της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, το δε Ιράν το βάρος των προβλημάτων του πολέμου στη Μέση Ανατολή και της αντιπαράθεσης με το Ισραήλ και τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, επέλεξαν, όπως φαίνεται, μια τακτική συμβιβασμού, με αντίτιμο την απομάκρυνση του Ασάντ από την εξουσία.

Οι συνέπειες είναι η Συρία και ο λαός της να μπαίνουν σε μια περίοδο ακόμη πιο επώδυνη, καθώς οι εσωτερικές συγκρούσεις και οι ξένες επεμβάσεις δημιουργούν συνθήκες και δυναμική αποσύνθεσης, τύπου Λιβύης, που επιπλέον θα επιδεινώσουν ακόμα περισσότερο τις εξελίξεις σε όλη την πολύπαθη Μέση Ανατολή. Ένας δρόμος υπάρχει για τους λαούς της περιοχής. Να δυναμώσουν τον αγώνα τους εναντίον των αντιδραστικών-καταπιεστικών δυνάμεων και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.