Η “επιστροφή στην κανονικότητα” που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση για τον ελληνικό λαό και την εργατική τάξη είναι μια φενάκη. Αποτελεί επιστροφή σε μια σκληρή πραγματι­κότητα που προσδιορίζεται από τη νέα οικονομική κρίση, τα παλιά και νέα αντιλαϊκά μέτρα. Καθορίζεται από την κατάρρευση όλων των ιδεολογημάτων για τους “ισχυρούς πυλώνες” της ελληνικής οικονομίας, από το βάθεμα της εξάρτησης της χώρας από τους ιμπερια­λιστές, τη διατήρηση και επέκταση του εργασιακού μεσαίωνα.

Από αυτή τη στενωπό που ζει ο ελληνικός λαός και η εργατική τάξη, δέκα χρόνια τώρα, χωρίς να φαίνεται το τέλος της, μπορούν να βγουν μόνο με την ανάπτυξη μαζικών ενω­τικών εργατολαϊκών αγώνων και τη συγ­κρότηση ενός πλατιού λαϊκού αντιιμπε­ριαλιστικού κινήματος που θα στοχεύει αυτή την πολιτική.

***

Η κυβέρνηση, μετά την πολιτική της καραντίνας και των απαγορεύσεων, μπροστά στο φάσμα της οικονομικής καταστροφής, μεταπηδά στην τακτική της ημι(;)ανοσίας της αγέλης για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης και του “ανοίγματος της οικονομίας”. Με την πολιτική της εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα που εξοργίζουν το λαό, ενώ δημιουργεί συνθήκες που εγκυμονούν νέους κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
Η τοποθέτηση του υπουργού Τουρισμού Θεοχάρη, που ξεκαθάρισε με έμφαση ότι η είσοδος των τουριστών θα γίνει χωρίς να έχουν προηγηθεί τεστ και προληπτική καραντίνα, είναι χαρακτηριστική της αλλαγής τακτικής της κυβέρνησης. Κλείνει το μάτι στα μεγάλα ταξιδιωτικά γραφεία τους εξωτερικού, τις αεροπορικές εταιρίες, τους μεγαλοξενοδόχους για πλήρη ασυδοσία και βάζει στην μπάντα όλα όσα προπαγάνδιζε μέχρι σήμερα. Η κυβέρνηση -σε μια προσπάθεια να σώσει ό,τι σώζεται το φετινό καλοκαίρι- λειτουργεί ως επαίτης προς τις χώρες προέλευσης των τουριστών και αντιμετωπίζει πλέον τον ελληνικό λαό ως αναλώσιμο.

Η πολιτική της απόλυτης καραντίνας που επιβλήθηκε μπροστά στο φόβο για την κατάρρευση του ετοιμόρροπου, μετά από δέκα χρόνια μνημονίων, συστήματος υγείας και σαν διαβατήριο για την επόμενη μέρα του τουρισμού δείχνει τα όριά της.

Πάρα το γεγονός ότι τα κυβερνητικά στελέχη ζήτησαν από τον ελληνικό λαό να “βάλει πλάτη” για να οργανωθεί και να στελεχωθεί το Ε.Σ.Υ. τίποτα δεν έχει γίνει προς αυτή την κατεύθυνση και αυτό παραμένει στην ίδια άθλια κατάσταση.

Η κυβέρνηση της ΝΔ παπαγαλίζει, μαζί με τα φερέφωνά της, την “επιτυχία” τής στρατηγικής της στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης που βασίστηκε στις απαγορεύσεις, τα πρόστιμα και την “ατομική ευθύνη”, ώστε να πάρει λευκή επιταγή για την επόμενη μέρα της οικονομικής κρίσης.

Θωρακίζει ακόμη περισσότερο το ήδη αντιλαϊκό της οπλοστάσιο ώστε να μεταφέρει τις συνέπειες και αυτής της κρίσης στα συνήθη υποζύγια.
Το επιχείρημα της “ισότητας όλων μπροστά στον ιό”, πλούσιων και φτωχών, μετατρέπεται ταχύτατα σε “ίση μοιρασιά των συνεπειών της οικονομικής κρίσης” με σκοπό να ντύσει ιδεολογικά την προπαγάνδα της για την επικείμενη επίθεση στα εργατολαϊκά δικαιώματα, από τη μια και τη στήριξη του μεγάλου, ξένου και ντόπιου, κεφαλαίου από την άλλη.

Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για τη “δίκαιη κατανομή των βαρών” λόγω εκτίναξης του χρέους, με αφορμή τα μέτρα για τη στήριξη της οικονομικής ολιγαρχίας: “Το αυξημένο χρέος θα πρέπει να πληρωθεί από δημόσιους πόρους επιβαρύνοντας, σε τελική ανάλυση, τους πολίτες της χώρας. Η κατανομή αυτού του βάρους, είτε μεταξύ κοινωνικών ομάδων είτε μεταξύ γενεών, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ανοιχτού και ειλικρινούς δημόσιου διαλόγου ώστε να χαραχθεί μια κοινώς αποδεκτή δημοσιονομική στρατηγική για τα επόμενα χρόνια”.

Με βάση το απαισιόδοξο σενάριο της έκθεσης του γραφείου, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αναρριχηθεί στο 192,7% του ΑΕΠ φέτος, όταν η εκτίμηση πριν από την πανδημία προέβλεπε υποχώρηση στο 175% του ΑΕΠ. Το δυσμενέστερο σενάριο προβλέπει ύφεση 9,4% το 2020, δημοσιονομικό έλλειμμα 4,6% και εκτίναξη της ανεργίας στο 31,2%!
Ο υπουργός Οικονομικών Σταϊκούρας δήλωσε ότι η ύφεση θα κυμανθεί από 10% έως 13% και ευελπιστεί ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση θα την μειώσουν από 5 έως 8 ποσοστιαίες μονάδες.

Βέβαια αυτό μένει να αποδειχθεί, καθώς όλες οι εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών κάνουν λόγο για βαθιά κρίση της τάξης του 10% και εκτίναξη της ανεργίας λόγω κατάρρευσης της “βαριάς” βιομηχανίας του τουρισμού, των υπηρεσιών, των μεταφορών και της ναυτιλίας. Όλο το οικονομικό μοντέλο των 40 τελευταίων χρόνων, μετά την είσοδο της χώρας στην ΕΕ (τότε ΕΟΚ), καταρρέει σαν πύργος από τραπουλόχαρτα προκαλώντας ρίγη πανικού στη μεγαλοαστική τάξη και το πολιτικό προσωπικό της.

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση υπερθεματίζουν και διαγκωνίζονται για την παροχή ρευστότητας δισεκατομμυρίων ευρώ στους μεγαλοεργοδότες και τις τράπεζες, ως διέξοδο από την κρίση, την ώρα που σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού καλείται να ζήσει με 534 ευρώ το μήνα και αντιμετωπίζει, άμεσα, το φάσμα της ανεργίας και της υποαπασχόλησης.

Την ώρα που η κυβέρνηση του Μητσοτάκη έχει εναποθέσει τις ελπίδες της στους εύθραυστους συμβιβασμούς των ισχυρών της ΕΕ, μετατρέπει σε μόνιμο το έκτακτο καθεστώς των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου που ανατρέπουν βασικά εργασιακά δικαιώματα, καθιστώντας τους εργαζόμενους έρμαια των εργοδοτών αν δεν θέλουν να δουν το δρόμο της απόλυσης.

Με την εφαρμογή, στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, του προγράμματος SURE της ΕΕ -ΣΥΝεργασία το βάφτισε ο Βρούτσης- και την επέκταση σε μεγάλη κλίμακα της εκ περιτροπής εργασίας για το 50% του προσωπικού ανά επιχείρηση που έχει πληγεί από την κρίση, επιδιώκεται νέο κούρεμα (20 έως 30%) των ήδη πετσοκομμένων μισθών, μετά από δέκα χρόνια μνημονίων και τσάκισμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Ήδη η κυβέρνηση προχώρησε σε πάγωμα της αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού μέχρι τον Ιανουάριο του 2021 και βλέπουμε. Εφάρμοσε δηλαδή άμεσα το μνημονιακό νόμο που χτυπάει τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και επιτρέπει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού με κυβερνητική απόφαση “λαμβάνοντας υπό­ψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη”. Κάνει δηλαδή ένα νέο δωράκι συνολικά στην μεγαλοαστική τάξη, αφού αφενός δεν πλήττονται όλοι οι κλάδοι της οικονομίας το ίδιο (πχ σούπερ μάρκετ, βιομηχανία τροφίμων, φαρμακοβιομηχανία κλπ) και αφετέρου πριμοδοτεί με φρέσκο χρήμα, από την παραγόμενη υπεραξία, την καπιταλιστική ανάκαμψη.

Η εφαρμογή των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, ο δανεισμός εργαζομένων, οι επέκταση των εργολαβιών και της τηλεργασίας σε ικανοποίηση των απαιτήσεων του ΣΕΒ μπαίνουν στην κυβερνητική ατζέντα της επόμενης μέρας.

Με τις μνημονιακές δεσμεύσεις να παραμένουν στο ακέραιο ο ελληνικός λαός καλείται να φορτωθεί νέα βάρη από τα δάνεια και τις επιχορηγήσεις του μεγάλου κεφαλαίου για την εκ νέου στήριξη της κερδοφορίας του.

Όπως ξεκαθάρισε και ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, σοσιαλδημοκράτης Ολαφ Σολτς, “όποιος μιλάει για κοινές ευρωπαϊκές δαπάνες, θα πρέπει να σκέφτεται και για πραγματικά κοινά έσοδα” στέλνοντας το μήνυμα ότι δεν υπάρχουν “δανεικά και αγύριστα” στην ΕΕ.

Η “επιστροφή στην κανονικότητα” που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση για τον ελληνικό λαό και την εργατική τάξη είναι μια φενάκη. Αποτελεί επιστροφή σε μια σκληρή πραγματικότητα που προσδιορίζεται από τη νέα οικονομική κρίση, τα παλιά και νέα αντιλαϊκά μέτρα. Καθορίζεται από την κατάρρευση όλων των ιδεολογημάτων για τους “ισχυρούς πυλώνες” της ελληνικής οικονομίας, από το βάθεμα της εξάρτησης της χώρας από τους ιμπεριαλιστές, τη διατήρηση και επέκταση του εργασιακού μεσαίωνα.

Από αυτή τη στενωπό που ζει ο ελληνικός λαός και η εργατική τάξη, δέκα χρόνια τώρα, χωρίς να φαίνεται το τέλος της, μπορούν να βγουν μόνο με την ανάπτυξη μαζικών ενωτικών εργατολαϊκών αγώνων και τη συγκρότηση ενός πλατιού λαϊκού αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που θα στοχεύει αυτή την πολιτική.