Οδηγεί στην ενεργειακή -και όχι μόνο- εξάρτηση της χώρας και στην εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος στα ύψη
Εισαγωγή
Πολλά λέγονται το τελευταίο διάστημα για την «πράσινη» και την «καθαρή» ενέργεια, για τις ΑΠΕ, για την κατάργηση του λιγνίτη κλπ, που θα μας οδηγήσουν σε μια άλλη ανάπτυξη που δεν θα καταστρέφει το περιβάλλον και «άλλα ηχηρά παρόμοια».
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής ότι όλοι οι τρόποι παραγωγής και οι μορφές ενέργειας έχουν κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές αιτίες και επιπτώσεις. Επίσης κάθε τεχνολογική ανακάλυψη και εφαρμογή συνδέεται άμεσα με το κοινωνικό σύστημα που την δημιούργησε.
Η καπιταλιστική κοινωνία, έχοντας δημιουργήσει μια σειρά προβλήματα (μεταξύ αυτών την καταστροφή του περιβάλλοντος και την κλιματική αλλαγή), κάνει προσπάθειες «αυτοδιόρθωσης», μέσα από νέες τεχνολογικές καινοτομίες, πάντα υποταγμένες στη λογική του κέρδους. Πολλές μάλιστα τεχνολογικές ανακαλύψεις προέκυψαν σαν αποτέλεσμα ανάπτυξης και βελτίωσης των όπλων, της στρατιωτικής τέχνης και της πολεμικής βιομηχανίας.
Η αναζήτηση νέων τεχνολογιών, δηλαδή, δεν προκύπτει από το στόχο βελτίωσης της ζωής των ανθρώπων, ο οποίος προκύπτει βέβαια πολλές φορές έμμεσα, αλλά από τον άγριο ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό για κυριαρχία στην αγορά, ο οποίος οδηγεί τα μεγάλα μονοπώλια σε αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και στη μείωση της ζωντανής εργασίας, στην πτώση τελικά του μέσου ποσοστού κέρδους.
Μια τέτοια τεχνολογία είναι και οι ΑΠΕ. Είναι πράγματι «αθώες» και «καθαρές»; Θεωρούμε ότι αν δεν υπήρχε η άγρια εκμετάλλευση κινέζικης εργατικής δύναμης, της αρόσιμης γης και των δασών της Βραζιλίας, της παιδικής εργασίας στην Αφρική, η καταλήστευση των φυσικών πόρων φτωχών χωρών, που γίνονται και χώροι απόθεσης των προϊόντων ανακύκλωσης, τότε τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι τεχνολογικές εφαρμογές δεν μπορούν να φέρουν βελτιώσεις στη ζωή των ανθρώπων ή ότι είμαστε αντίθετοι σε αυτές, αλλά μιλάμε ουσιαστικά για τον τρόπο παραγωγής που υπάρχει και γεννά αυτά τα προβλήματα.
Πέραν όλων αυτών πρέπει και εισαγωγικά να σημειώσουμε ότι το ενεργειακό ζήτημα, όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, καθίσταται μείζον πολιτικό ζήτημα, αφού οι χώρες που ελέγχουν τις πηγές και τους αγωγούς της ενέργειας και που διαθέτουν τις τεχνολογίες ενέργειας μπορούν να ασκήσουν πολιτική μέσω αυτών, με εκβιασμούς και πιέσεις προς τις χώρες που στηρίζονται στην εισαγωγή, ενώ για τις τελευταίες τίθεται ζήτημα ενεργειακής και όχι μόνον εξάρτησης.
Τεράστια τα περιβαλλοντικά
προβλήματα
Παγκόσμια: UNION CARBIDE, Σεβέζο, Three Mile Island, Τσέρνομπιλ, Φουκουσίμα, διαρροή της BP στον Κόλπο του Μεξικού, καταστροφή του δάσους του Αμαζονίου κλπ.
Και στη χώρα μας: Τζετ Όιλ στη Θεσσαλονίκη, Πετρόλα στην Αθήνα, Σκουριές, Κερατέα, Ελληνικό, Αγία Ζώνη ΙΙ, ανεξέλεγκτες εξορύξεις υδρογονανθράκων, α/γ σε όλες τις κορυφές της Ελλάδας κλπ.
Είναι εγκλήματα σε βάρος του περιβάλλοντος, σε βάρος της ζωής των ανθρώπων των λαών, κύρια των φτωχών και των καταφρονεμένων, αποτελέσματα της επιδρομής μεγάλων μονοπωλίων, αγροτοβιομηχανικών επιχειρήσεων, εξορυκτικών δραστηριοτήτων, ομίλων ξυλείας, καθώς και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που τις χρηματοδοτούν.
Τι λένε οι δυνάμεις του συστήματος και η υποταγμένη κυρίαρχη προπαγάνδα απέναντι σε όλα αυτά: «κλιματική αλλαγή», «φαινόμενο του θερμοκηπίου», «είμαστε όλοι υπεύθυνοι». Και η απάντησή τους: «πράσινη» ανάπτυξη, «καθαρή» ενέργεια.
Το ότι υπάρχει κλιματική αλλαγή και πρόβλημα με την καταστροφή του περιβάλλοντος είναι γεγονός. Το ζήτημα είναι ποιος είναι υπαίτιος γι’ αυτό και ποιος υφίσταται τις συνέπειές του.
Ξ
εκαθαρίζουμε ότι στον καπιταλισμό, που έχει φτάσει στο ανώτατό του στάδιο τον ιμπεριαλισμό, δεν μπορεί να υπάρχει «πράσινη» ανάπτυξη. Ανάπτυξη που έχει κέντρο το κέρδος θα εκμεταλλεύεται άγρια και θα καταστρέφει τους 2 βασικούς πόρους παραγωγής του πλούτου της, τον Άνθρωπο και τη Φύση.
Ο καπιταλισμός σαν σύγχρονος Μίδας καταστρέφει ό,τι ακουμπάει.
Το κυρίαρχο αφήγημα
Το κυρίαρχο αφήγημα (κυβέρνησης, κομμάτων, ΣτΕ, ΜΜΕ, Πανεπιστημίων κλπ), χρεώνει το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, του φαινομένου του θερμοκηπίου, της καταστροφής του περιβάλλοντος εξολοκλήρου στα ορυκτά καύσιμα -όχι σε όλα(!) όπως θα δούμε παρακάτω- που χρησιμοποιούνται κατά βάση στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Ασκείται έτσι μια τρομοκρατία με την υπερθέρμανση του πλανήτη. Βεβαίως μια αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1ο ή 2ο C σίγουρα θα προκαλέσει τεράστια προβλήματα. Τις συνέπειες τις περιγράφουν άλλοι, (τήξη πάγων, ξηρασίες, αποψίλωση των δασών, άνοδος στάθμης της θάλασσας, ερημοποίηση, κύματα προσφύγων, ένοπλες συγκρούσεις για τροφή, νερό, αύξηση ασθενειών, ελονοσία, κίτρινος πυρετός, δάγκειος, εγκεφαλίτιδα, ψυχικές, καρδιαγγειακές, διατροφικές, αναπνευστικές κλπ). Όμως η σημερινή μέση θερμοκρασία της γης από το 1850, που άρχισε η καταγραφή στοιχείων, αυξήθηκε κατά 1,1ο C.
Υποσχέσεις για λύσεις
από τους υπαίτιους
Εδώ τίθεται το ερώτημα «τις πταίει;»
Φταίμε όλοι για τις τερατουπόλεις, με τα χιλιάδες αυτοκίνητα και τις οχληρές εκπομπές τους, με τα μέσα μαζικής μεταφοράς αφημένα στην τύχη τους;
Φταίει η κτηνοτροφία και οι αγελάδες για τις εκπομπές αερίων (μεθάνιο);
Φταίνε στον ίδιο βαθμό οι φτωχές χώρες, σαν την Μπουρκίνα Φάσο και την Δαχομέη, με τις ΗΠΑ, την Κίνα, την ΕΕ ή την Ρωσία;
Φταίνε οι αφίσες των μικρών πολιτικών οργανώσεων, όταν πολλαπλάσια είναι η εμπορική, διαφημιστική αφίσα ή όταν αυτός είναι ο μοναδικός τρόπο έκφρασης διαφορετικής άποψης, απέναντι στην κυρίαρχη προπαγάνδα των πανίσχυρων ΜΜΕ που «γανώνουν» κυριολεκτικά τη σκέψη και τα μυαλά των ανθρώπων;
Ποιος έφερε την πλαστική σακούλα, τις συσκευασίες καφέ «take away» κ.ά.;
Η κυρίαρχη προπαγάνδα επικαλείται κι εδώ την «ατομική ευθύνη» που φτάνει στην επιβολή κάρτας ημερήσιων αγορών με ημερήσιο «αποτύπωμα» CO2. Αναδεικνύουν σαν αιτία τον «καταναλωτισμό», αποκρύπτοντας ποιος διαμορφώνει τα καταναλωτικά πρότυπα και δημιουργεί ανάγκες πολλές φορές εμβόλιμες.
Και όλα αυτά λέγονται:
Όταν Ευρώπη και Βόρεια Αμερική ευθύνονται για το 50% του CO2 .
Όταν -αν ο στρατός των ΗΠΑ ήταν κράτος- η χρήση ορυκτών καυσίμων θα τον κατέτασσε στην 47η θέση των χωρών που εκπέμπουν αέρια του θερμοκηπίου (Βρετανικό Ίδρυμα Γεωγραφίας).
Όταν 20 εταιρείες ορυκτών καυσίμων ευθύνονται για το 1/3 των παγκόσμιων αερίων του θερμοκηπίου (Climate Account ability institute).
Όλοι αυτοί, για να συγκαλύψουν τις ευθύνες τους, προσπαθούν μέσα από διεθνείς συσκέψεις (Κιότο, Πόρτο Αλέγκρε, Παρίσι, Γλασκώβη) να εμφανιστούν ότι ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και λαμβάνουν -υποτίθεται- μέτρα γι’ αυτό, που την επομένη τα παραβιάζουν.
Η συμφωνία του Παρισιού ήταν αποτύπωση της πρόσκαιρης ισορροπίας δυο συγκεκριμένων ηγεμονικών τάσεων του μονοπωλιακού κεφαλαίου και της προσπάθειας να γίνουν ρυθμιστές επιβολής κανόνων παγκόσμια: Της «πράσινης φράξιας» του αμερικάνικου κεφαλαίου, (όπως αυτή εκφράστηκε από τον τότε Αμερικανό Αντιπρόεδρο Αλ Γκορ, Νομπελίστα της Ειρήνης για τον ακτιβισμό και την κλιματική αλλαγή(!) και τον Πρόεδρο Ομπάμα) και την ΕΕ -τη Γαλλία ειδικότερα- κόντρα στην ανταγωνιστική «λέσχη του άνθρακα» του αμερικάνικου κεφαλαίου και άλλων χωρών.
Ο προηγούμενος πρόεδρος Τραμπ, για τον οποίο «δεν υπάρχει καμία κλιματική αλλαγή», είχε αποχωρήσει από τη συμφωνία των Παρισίων, εκφράζοντας το λόμπυ των ορυκτών που ήθελε να αποδεσμευτεί από τα «πράσινα χαλινάρια». Η επάνοδος Μπάϊντεν στη Διάσκεψη της Γλασκώβης για το κλίμα δεν έγινε για «οικολογικούς» λόγους, αλλά για να αποκαταστήσει ρήγματα στο δυτικό στρατόπεδο, να ενισχύσει συμμαχίες στα πλαίσια του επανακαθορισμού της στρατηγικής των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση των ανταγωνιστών τους.
Μέσα από αυτούς τους ανταγωνισμούς προέκυψε και το νέο «χρυσωρυχείο» τής «πράσινης οικονομίας», ως διέξοδος για τα λιμνάζοντα – υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, σε μια περίοδο μάλιστα που η καπιταλιστική ανάπτυξη ήταν αναιμική και το «χρηματιστήριο ρύπων» σε κρίση, με το οποίο η μόλυνση και η καταστροφή θα μπορούσαν τάχα να αγοράζονται και να πωλούνται από ανεπτυγμένες χώρες, σε βάρος πάντα των υπανάπτυκτων χωρών, αυξάνοντας περαιτέρω την ανισότητα μεταξύ τους. Η εφεσίβλητη έτσι κι αλλιώς αρχή «ο ρυπαίνων και πληρώνει», έχει φτάσει στο σημείο «ο ρυπαινόμενος πληρώνει και ο ρυπαίνων επιδοτείται».
ΠράσινΕΕς υποκρισίες
ή «πράσινη μπίζνα»
Σε αυτό το σκληρό παζάρι η ΕΕ έχει βρεθεί στο ρόλο του «οικολόγου πράσινου»!
Οι ισχυρές χώρες της ΕΕ, πέρα από τον έλεγχο κάποιων πηγών υδρογονανθράκων (όπως αυτές στην Αλγερία και στο Δέλτα του Νίγηρα), κάποιων αγωγών και κοιτασμάτων που διαθέτουν (Βόρεια Θάλασσα), δεν ανήκουν στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες και δεν μπορούν να έχουν σοβαρή επιρροή σε κάποιες από αυτές. Σε μια φάση μάλιστα που με επεμβάσεις και πολέμους, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός -εκτός από τα μεγάλα κοιτάσματα που διαθέτει- έχει καταφέρει να ελέγχει ένα τεράστιο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής υδρογονανθράκων, με μοναδικούς αντιπάλους στο χώρο, τη Ρωσία και το Ιράν.
Για αυτό και σε όλες τις σχετικές διεθνείς «συμφωνίες», Γερμανία και Γαλλία βρίσκονται απέναντι στις χώρες της περίφημης «λέσχης του άνθρακα», με κύρια δύναμη τις ΗΠΑ, τις χώρες του ΟΠΕΚ αλλά και τη Ρωσία. Η ΕΕ, στριμωγμένη στις νέες συνθήκες, αναζητεί διέξοδο στις ΑΠΕ.
Όμως ακόμη και η Γερμανία, βασικός εισηγητής των ΑΠΕ (για τις άλλες χώρες), κύριος παραγωγός ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών, εξακολουθεί να παράγει το 40% της ενέργειάς της από λιγνίτη, (τελευταία λειτούργησε νέο σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος Datteln 4 των 1.100 MW, στην περιοχή της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας) και κινείται για την εξαγορά ορυχείων λιγνίτη και λιγνιτικών σταθμών στην χώρα μας, εξασφαλίζοντας δικαιώματα που φθάνουν έως το 2070!
Η Γαλλία, ένθερμος υποστηρικτής και αυτή των ΑΠΕ, παράγει το 48% της ηλεκτρικής της ενέργειας από πυρηνικούς αντιδραστήρες! Το 25% και πλέον της ενέργειας που παράγεται σε χώρες της ΕΕ προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια. Μετά από δυο δεκαετίες προσπάθειας εγκαθίδρυσης των ΑΠΕ λιγότερο από το 16% της ενέργειας που παράγεται στην ΕΕ προέρχεται από αυτές. Μόνο εμείς εδώ στη Ελλάδα, «υπάκουοι» -όπως πάντα- έχουμε πιάσει το στόχο 20%.
Για τη βίαιη «απολιγνιτοποίηση»!
Στη βάση των συμφωνιών για το κλίμα, υπό διωγμό βρίσκεται ο λιγνίτης.
Ο λόγος δεν είναι ότι η καύση του παράγει διοξείδιο του άνθρακα, όπως υποκριτικά ισχυρίζονται οι εισηγητές των συμφωνιών. Άλλωστε στην παραγωγή ενέργειας στις χώρες μέλη της ΕΕ, τα λιγνιτικά εργοστάσια αναμένεται να αντικατασταθούν (όσα αντικατασταθούν) κυρίως από… μονάδες παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο! Από ένα άλλο ορυκτό καύσιμο δηλαδή που η καύση του παράγει… επίσης διοξείδιο του άνθρακα!
Ο λόγος είναι ότι τα κοιτάσματα τύρφης – λιγνίτη – άνθρακα είναι διάσπαρτα σε όλο τον πλανήτη, δεν αποτελούν δηλαδή μονοπώλιο των ιμπεριαλιστικών κέντρων και άρα η παραγόμενη ενέργεια από λιγνίτη δεν μπορεί, ως επί το πλείστον, να ελεγχθεί από αυτά. Τα ορυκτά στερεά καύσιμα είναι τόσα πολλά και «δημοκρατικά» μοιρασμένα στη Γη.
Λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε ενέργεια και της υψηλής περιεκτικότητας σε υγρασία, ο λιγνίτης δεν μπορεί να μεταφερθεί εύκολα κι ως εκ τούτου χρησιμοποιείται από εργοστάσια που είναι τοποθετημένα πολύ κοντά σε ορυχεία λιγνίτη. Για τους ίδιους λόγους ο λιγνίτης δεν αποτελεί συχνό εμπόρευμα στην παγκόσμια αγορά, αλλά χρησιμοποιείται τοπικά από την κάθε χώρα εξόρυξής του.
Φυσικό αέριο
Είναι απάντηση στο αίτιο των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της κλιματικής αλλαγής; Πρόκειται πράγματι για ένα πιο καθαρό καύσιμο από το λιγνίτη (αφού δεν περιέχει θείο), αλλά δεν παύει να είναι ένα ορυκτό καύσιμο του οποίου η καύση παράγει διοξείδιο του άνθρακα. Στόχος είναι οι επενδύσεις θερμικών μονάδων παραγωγής ρεύματος από φυσικό αέριο να αυξηθούν τα επόμενα χρόνια, μετατρέποντας αυτό το καύσιμο σε βασική πηγή ενέργειας της χώρας. Πιο απλά, στόχος είναι η απόλυτη ενεργειακή και η βαθύτερη οικονομική και πολιτική εξάρτηση της χώρας από αυτούς που θα ελέγχουν τις κάνουλες του φυσικού αερίου. Οι αγωγοί φυσικού αερίου που προορίζονται να φτάνουν και να περνούν από τη χώρα, καθώς και οι μονάδες LNG (υγροποιημένου αερίου) που σχεδιάζονται όπως αυτή στην Αλεξανδρούπολη, στην Ηγουμενίτσα και σε άλλα λιμάνια αποδεικνύουν ακριβώς αυτό.
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας – ΑΠΕ ή Βιομηχανικές ΑΠΕ (ΒΑΠΕ);
Οι ΑΠΕ και κατά κύριο λόγο οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά, με τον τρόπο που επιβάλλονται σε χώρες όπως η Ελλάδα, συνιστούν ένα νέο μεγάλο περιβαλλοντικό πρόβλημα. Το μέγεθος της πράσινης καταστροφής είναι τέτοιο, που σε ελάχιστο χρόνο έχει μετατρέψει τους «οικολόγους πράσινους» φίλους των ΑΠΕ, σε… πράσινους εχθρούς τους, από άκρη σε άκρη της χώρας. Η δημιουργία βιομηχανικών «πάρκων» ανεμογεννητριών προϋποθέτει την καταστροφή ολόκληρων περιοχών, σε τέτοια κλίμακα που καθιστά τα περιβαλλοντικά τους «πλεονεκτήματα»… αμφιλεγόμενα.
Μιλάμε για αποψίλωση τεράστιων εκτάσεων, για διανοίξεις μεγάλων δρόμων για τη μεταφορά των ανεμογεννητριών στα βουνά, σε αλπικά λιβάδια και σε πανέμορφα δάση, σε επικλινή εδάφη, για να περνούν οχήματα μήκους δεκάδων μέτρων (στροφές), πράγμα που εντείνει το φαινόμενο της ερημοποίησης, τον υπ’ αριθμό ένα κίνδυνο που αντιμετωπίζει το σύνολο των νησιών του Αιγαίου, ισοπεδώνοντας βουνοκορφές και τσιμεντώνοντας κορυφές.
Οι εκσκαφές και το μπετόν για τη θεμελίωσή τους είναι γιγαντιαίες. Η κάθε μια α/γ χρειάζεται έκταση 2 στρέμματα (μισό γήπεδο ποδοσφαίρου), 600 κυβικά μέτρα μπετόν η κάθε βάση, με ύψος γεννήτριας που φτάνει τα 130 μέτρα).
Αυτά είναι μόνο μερικά από αυτά που έχουν συμβεί με την εγκατάσταση των πρώτων ΒΑΠΕ στη χώρα μας με πρόσθετα σοβαρά μειονεκτήματα:
Η ενέργειά τους δεν αποθηκεύεται, όση περισσεύει πάει χαμένη, αποδίδουν μόνο όταν ο αέρας είναι 3-7 μποφόρ, έχουν ζωή μόνο 20-25 χρόνια, πολλές είναι μεταχειρισμένες και έρχονται από τη Γερμανία, δύσκολα ή ποτέ δεν ανακυκλώνονται. Τα υαλονήματα των πτερυγίων αποτελούν ένα ταχέως αυξανόμενο περιβαλλοντικό πρόβλημα, οι δύο μαγνήτες που υπάρχουν στην κεφαλή της πτερωτής αποτελούνται από σπάνιες γαίες, νεοδύμιο και δυσπρόσιο. Μια α/γ 2 MW περιέχει περίπου 360 κιλά νεοδύμιο και 60 κιλά δυσπρόσιο (το 85% των αποθεμάτων στην Κίνα). Για τα ορυκτά αυτά απαιτούνται τεράστιες εκσκαφές, που γίνονται από φτηνά εργατικά χέρια, ενώ έχουν και ραδιενεργά απόβλητα.
Ταυτόχρονα πρέπει να αναφερθούν:
Οι αθρόες επιδοτήσεις για την εγκατάσταση ΑΠΕ, αποτελούν χρηματοδότηση των βιομηχανιών του κλάδου από τους λαούς της Ευρώπης και τον ελληνικό λαό (μέσα από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ πληρώνουμε 1,5 δισ. ακριβότερο ρεύμα για να «υποστηρίξουμε» την παραγωγή από ΑΠΕ).
Οι ΑΠΕ, λόγω της φύσης τους, δεν μπορούν -στις σημερινές συνθήκες- να αποτελέσουν τη βάση παραγωγής ενέργειας για καμία χώρα, πολύ περισσότερο όταν η ίδια δεν διαθέτει τέτοιες τεχνολογίες όπως η Ελλάδα.
Η αστάθεια που παρουσιάζουν στην παραγωγή (πχ εξάρτηση από τον αέρα) ή η μικρή τους απόδοση, τις καθιστά μέχρι σήμερα συμπληρωματικές δομές σε μια παραγωγή «ενέργειας βάσεως» από θερμικές μονάδες.
Επιπλέον, οι συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα, με το αζημίωτο για τους «επενδυτές» του κλάδου, απαιτούν συνεχώς την αντικατάσταση του παλιού εξοπλισμού με νέο, διαμορφώνοντας ένα υπέρογκο κόστος για τα θύματα της «πράσινης» επέλασης.
Έτσι, αντί να επιλεγούν λύσεις με ουσιαστικό περιβαλλοντικό όφελος (πχ φίλτρα στις καμινάδες των λιγνιτικών σταθμών), που σημαίνει κάποιο κόστος για τις μονοπωλιακές εταιρείες εκμετάλλευσης, επιλέγεται η λύση των ΑΠΕ με σκοπό και στόχο τη νέα και μεγαλύτερη κερδοφορία του κεφαλαίου.
Άλλες συνέπειες των ΒΑΠΕ
Οι επενδύσεις ΒΑΠΕ ενισχύουν τις σχέσεις ανισότητας, με τον πλούσιο ευρωπαϊκό βορρά να διασφαλίζει φτηνή πράσινη ενέργεια και φτηνό μαύρο χρυσό από τις φτωχές χώρες του μεσογειακού νότου και της Μ. Ανατολής. Συμβάλλουν στην απώλεια της τοπικής ταυτότητας (Κυκλάδες) και της ιστορίας (Νιάλα). 18.500 α/γ έχουν τοποθετηθεί σε περιοχές Natura, σε ύψη πάνω από 2000μ (Άγραφα, Περιστέρι κλπ), όταν η διεθνής βιβλιογραφία επιτρέπει μέχρι 1000μ και στην ΕΕ δεν επιτρέπεται η εγκατάστασή τους σε τέτοιες περιοχές και σε υψόμετρο πάνω από 700μ!
Η «πράσινη ενέργεια» παραμένει απολύτως ελεγχόμενη από τις ίδιες κολοσσιαίες πολυεθνικές ή εγχώριες εταιρείες που διαχειρίζονται τα συμβατικά καύσιμα και έχουν προκαλέσει την κλιματική αλλαγή. Έτσι πχ μεταξύ των επενδυτών ΒΑΠΕ εμφανίζεται ο Όμιλος Μυτιληναίου που διαθέτει ήδη στα Αντίκυρα Βοιωτίας μονάδα Φ.Α. συνολικής ισχύος 826 μεγαβάτ, με τον όμιλο να διαθέτει 1.200 μεγαβάτ θερμικής ενέργειας και 225 μεγαβάτ από ΒΑΠΕ που αντιπροσωπεύουν το 15% της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια, η Μότορ Όιλ του Ομίλου Βαρδινογιάννη με τα διυλιστήρια συμβατικών καυσίμων στους Αγίους Θεοδώρους που σχεδιάζει ΒΑΠΕ 60 ΜW κλπ.
Μήπως όμως προκύπτει κάποιο όφελος από τις ΒΑΠΕ για το λαό; Ούτε φθηνότερα πληρώνουμε το ρεύμα, αντίθετα πληρώνουμε επιδοτήσεις γι’ αυτές και στις περισσότερες των περιπτώσεων τα ψίχουλα των ανταποδοτικών στους ΟΤΑ δεν καταβάλλονται.
Η Ελλάδα έχει καλύψει ήδη το στόχο της ΕΕ για το 2020 και αυξάνει το στόχο της ΕΕ για το 2030 από 30% σε 35% και μάλιστα μέχρι το 2028. Στόχος που εξυπηρετεί ενδοκρατικές συμφωνίες (Ελλάδα – Γερμανία). Ταυτόχρονα ο τελευταίος περιβαλλοντοκτόνος νόμος «απελευθερώνει» περαιτέρω την κατάσταση.
Τι είναι εκείνο που τελικά συμβαίνει;
Η Ελλάδα προορίζεται για κέντρο φυσικού αερίου και «πράσινης» ζούγκλας, με τις εταιρείες να εκμεταλλεύονται χωρίς κόστος τους ανέμους που φυσούν ελεύθερα, να εκμισθώνουν φτηνά ή παίρνουν τζάμπα τα βουνά και να παίρνουν για «μπόνους» και τα νερά.
Φωτοβολταϊκά
Και αυτά παρουσιάζουν παρεμφερή προβλήματα με κύριο αυτό της ανακύκλωσης. Επιπρόσθετα, τοποθετούμενα και σε πεδινές εκτάσεις, ακόμη και μέσα σε περιοχές αρδευτικών έργων (γη υψηλής παραγωγικότητας), έρχονται να προστεθούν στα υπόλοιπα μέτρα αποδιάρθρωσης της αγροτικής παραγωγής.
«Πράσινος» … και ο Μητσοτάκης
Ενεργειακή -και όχι μόνο-
εξάρτηση της χώρας
Εκτόξευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος στα ύψη
Στην παρέμβασή του στη Γ.Σ. του ΟΗΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε προαναγγείλει το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, την «απεξάρτηση από τον άνθρακα» και την αξιοποίηση των «ήπιων» μορφών ενέργειας και στην κατεύθυνση αυτή η κυβέρνησή του προχωρά με γοργά βήματα.
Είναι γνωστό, πως η ενεργειακή ανεξαρτησία μιας χώρας είναι από τις βασικές προϋποθέσεις της οικονομικής της και πολιτικής της ανεξαρτησίας. Και σ’ αυτόν τον τομέα ο Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του ακολουθούν την μακρά παράδοση των ξενόδουλων κυβερνήσεων της χώρας μας, απαξιώνοντας το σημαντικότερο ενεργειακό απόθεμά μας, προς όφελος των γερμανικών μονοπωλίων.
Έτσι ο Μητσοτάκης δεν μπαίνει στον κόπο να μιλήσει για τους χιλιάδες εργαζόμενους που θα απολυθούν, για ολόκληρες πόλεις και την οικονομία τους που θα καταρρεύσει, ανακοινώνει με ευκολία τη διάλυση του κύριου βιομηχανικού τομέα της χώρας. Δεν μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει τι θα σημάνει οικονομικά αυτό για ολόκληρη τη χώρα.
Τα λιγνιτικά κοιτάσματα, αποτελούν επί της ουσίας, τη βασική πηγή ορυκτών καυσίμων για παραγωγή ενέργειας που διαθέτει η Ελλάδα, μέχρι αυτή τη στιγμή.
Οι ΑΠΕ με την υπάρχουσα τεχνολογία (την οποία η Ελλάδα δεν διαθέτει) δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές ενεργειακές ανάγκες μίας χώρας, ακόμη και αν αυτή είναι βιομηχανικά μηδαμινή, σαν την Ελλάδα, για να εξασφαλίζει μια στοιχειώδη ενεργειακή αυτάρκεια.
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη γίνεται με το χαμηλότερο δυνατό κόστος, ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα. Λόγω της επάρκειας των κοιτασμάτων, εξασφαλιζόταν η σταθερότητα και στην τιμή πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος. Γίνεται ξεκάθαρο τι θα σημάνει για τη χώρα, για τα τιμολόγια και τα λαϊκά νοικοκυριά η ολοκληρωτική εξάρτηση από τις εισαγόμενες τεχνολογίες των ΑΠΕ και το εισαγόμενο φυσικό αέριο. Όσο αυξάνεται η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας από τις ΑΠΕ και το Φ.Α. και όταν -μετά από 8 χρόνια- κλείσει και η τελευταία μονάδα καύσης λιγνίτη, τότε είναι ξεκάθαρο ότι οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος θα εκτοξευτούν στα ύψη.
Σχετικά με τις Συμφωνίες
Οι Συμφωνίες για την κλιματική αλλαγή είναι ιμπεριαλιστικά παζάρια, που αποτυπώνουν διεθνείς και εσωτερικούς συσχετισμούς ισχύος και που αξιοποιούν την ευαισθησία και την αγωνία όλης της ανθρωπότητας για να βελτιώσουν τη θέση τους στην αγορά και να πετάξουν έξω τους ανταγωνιστές τους. Είναι ποτέ δυνατόν αυτοί που ασελγούν και εγκληματούν σε βάρος της φύσης, να συμφωνήσουν για να περιοριστεί η κυριαρχία και η κερδοφορία τους; Είναι δυνατόν αυτοί που προκαλούν πολέμους και σφαγές, αυτοί που έχουν στήσει τεράστια πυρηνικά οπλοστάσια να ενδιαφερθούν για την άνοδο της θερμοκρασίας της γης κατά ένα ή δύο βαθμούς;
Άλλωστε τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής τις γεύονται φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που κατοικούν σε υποβαθμισμένες περιοχές, ευπρόσβλητα σε φυσικές καταστροφές, υποσιτιζόμενα ή τρεφόμενα με φθηνές τροφές, χωρίς στοιχειώδη αγαθά και δικαιώματα, (εξού και οι ασθένειες), ενώ οι κεφαλαιοκράτες ζουν στις καλύτερες περιοχές, διάγοντας βίο τρυφηλό.
Βέβαια οι Συμφωνίες αυτές, που γίνονται κάτω και από την πίεση των λαϊκών κινημάτων, έχουν μια σχετική σημασία, γιατί η αποδέσμευση πχ των ΗΠΑ από μια έστω τυπική συμφωνία μείωσης των ρύπων οδηγεί παγκόσμια σε έναν παροξυσμό του ανταγωνισμού, με την αποδέσμευση των πιο αντιδραστικών τάσεων του κεφαλαίου, με νέες τραυματικές συνέπειες για τον βαριά πληγωμένο πλανήτη.
Συμπερασματικά
Το ζήτημα της ενεργειακής πολιτικής μιας χώρας δεν μπορεί να υπακούει απλά σε οικολογικές διακηρύξεις. Έχει πριν και πάνω από όλα οικονομική και πολιτική διάσταση.
Σε μια περίοδο που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με κυρίαρχες τις ΗΠΑ, βυσσοδομούν εναντίον των λαών με κάθε είδους εμπάργκο που επιβάλλουν με το παραμικρό, ο καθένας μπορεί να αναλογιστεί τι σημαίνει η ενεργειακή εξάρτηση μιας χώρας. Οι πόλεμοι που γίνονται σήμερα έχουν να κάνουν και με τον έλεγχο των πηγών, των στρατηγικών πρώτων ορυκτών και των αγωγών της ενέργειας, (ΗΠΑ-Ρωσία-Κίνα-ΕΕ-Ιράν).
Η «κλιματική αλλαγή» και η καταστροφή του περιβάλλοντος δεν ίπταται τελικά πάνω από τάξεις και ιδεολογίες, δεν είναι ένα «ουδέτερο», «επιστημονικό ζήτημα», αν και αποδεικνύεται επιστημονικά, αλλά ένα πολιτικό ζήτημα με ταξικό πρόσημο. Υπεύθυνος για την κλιματική αλλαγή δεν είναι ο «άνθρωπος» γενικά, αλλά το παραγωγικό μοντέλο αυτού του συστήματος, ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής, που υποτάσσει τα πάντα στο νόμο του κέρδους, που καθημερινά βιάζει το περιβάλλον και τον άνθρωπο, μολύνοντας όλη τη Γη, από το υπέδαφος μέχρι την ατμόσφαιρα.
Οι οξύτατες καπιταλιστικές οικονομικές κρίσεις άλλωστε σε τι συνίστανται;
Στην παραγωγή και καταστροφή τελικά υπερπλεονασματικών εμπορευμάτων που δεν μπορούν να αγοραστούν από την χαμηλά αμειβόμενη εργασία. Πόση ενέργεια, εκτός από άλλες πρώτες ύλες και εργατική δύναμη σπαταλιέται στις καθ’ όλα καταστροφικές οικονομικές καπιταλιστικές αυτές κρίσεις και πόση ενεργειακή οικονομία θα μπορούσε να προκύψει από μια σχεδιασμένη σοσιαλιστική οικονομία; Πόση ενέργεια σπαταλιέται στην βιομηχανία του πολέμου;
Η λύση των περιβαλλοντικών προβλημάτων δεν βρίσκεται γενικώς και αορίστως στην «ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση και στην αλλαγή του τρόπου ζωής», όπως επιμένουν να την παρουσιάζουν οι δυνάμεις του συστήματος και διάφοροι οικολογούντες. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί σε οποιοδήποτε επίπεδο, τα όποια αιτήματα, οι όποιοι αγώνες και οι όποιες λύσεις πρέπει να είναι στενά δεμένα με ευρύτερες πολιτικές διεκδικήσεις και αλλαγές, ενώ η καθολική απάντηση στο ζήτημα της οικολογίας συνδέεται αναγκαστικά με την ανατροπή του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής παραγωγής.
Δικαιολογημένα λοιπόν οι κάτοικοι ξεσηκώνονται. Και γι’ αυτό χαιρετίζουμε και συμπαραστεκόμαστε στις κινητοποιήσεις στην Ήπειρο ενάντια στις εξορύξεις, στις Σκουριές, στη Θράκη, στα Άγραφα, την Κάρυστο Ευβοίας, στην Τήνο, στη Νάξο, στο Αποπηγάδι της Κρήτης και στην Ικαρία.
Η αγωνία και η ευαισθησία για το περιβάλλον και το κλίμα δεν πρέπει να αφεθεί να αξιοποιηθεί από τα πανίσχυρα «πράσινα» πλανητικά μονοπώλια και ιμπεριαλιστικά επιτελεία, στο πλαίσιο του άγριου ανταγωνισμού τους, αλλά το «οικολογικό» κίνημα να αποκτήσει πολιτικά χαρακτηριστικά και να συνδεθεί με το εργατικό-λαϊκό κίνημα ενάντια στην ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική βαρβαρότητα, που γεννά τα φαινόμενα αυτά, για να απελευθερώσουμε την ανθρωπότητα μαζί και την φύση.