Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με συνέπεια στις αντιλαϊκές προεκλογικές της δηλώσεις, δεν άργησε καθόλου να δείξει το βαθιά αντιδημοκρατικό της πρόσωπο, προχωρώντας γοργά απ’ τη στιγμή που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας σε χτύπημα των λαϊκών δικαιωμάτων. Έτσι, με νόμο που κατατέθηκε στη Βουλή στις 22/7 και ψηφίστηκε (από την ΝΔ και την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου) στις 8/8, το πανεπιστημιακό άσυλο καταργήθηκε και τυπικά, για να χτυπηθεί αποτελεσματικά -όπως ισχυρίζονται- το «καθεστώς ανομίας» που επικρατεί στα τριτοβάθμια πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας. «Τα πανεπιστήμια ανοίγουν, δε συμβιβάζονται πλέον με την ασχήμια και τη μετριότητα», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, καθιστώντας σαφές πως για τον ίδιο και την κυβέρνησή του, το βασικό πρόβλημα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι το γεγονός ότι το άσυλο καλύπτει εγκληματικές πράξεις.
Αποτελεί πρόκληση να λέγονται αυτά ανερυθρίαστα, όταν η τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει δεχτεί τόσα χτυπήματα την περίοδο των μνημονίων. Αποτελεί πρόκληση να συνδέεται η κατάσταση των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων με το άσυλο, όταν στη βάση των μνημονιακών πολιτικών και των περικοπών, τα τελευταία είδαν τους προϋπολογισμούς τους να μειώνονται κατά 70% και 80%. Όταν δεκάδες τμήματα συγχωνεύτηκαν και καταργήθηκαν πρώτα με το κακόφημο «σχέδιο Αθηνά» (επί διακυβέρνησης ΝΔ) και πρόσφατα μέσω της λεγόμενης «πανεπιστημιοποίησης» των ΤΕΙ που προώθησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Αποτελεί πρόκληση να ισχυρίζεται ο πρωθυπουργός ότι το άσυλο ευθύνεται για όλα τα κακώς κείμενα στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ της χώρας, όταν ήταν η κυβέρνηση του κόμματός του που ψήφισε τις διαθεσιμότητες-απολύσεις εκατοντάδων διοικητικών υπαλλήλων και που σήμερα διατηρεί ατόφιο το καθεστώς των μηδενικών προσλήψεων που έχει οδηγήσει τις διοικητικές υπηρεσίες των πανεπιστημίων σε πλήρη υποστελέχωση και υπολειτουργία.
Στην πραγματικότητα, ο τρόπος με τον οποίο η Νέα Δημοκρατία, αλλά και κάθε αντιδραστική και ακροδεξιά φωνή εντός και εκτός πανεπιστημίων προβάλλει την αναγκαιότητα κατάργησης του ασύλου, έχει ως στόχο τόσο τον αποπροσανατολισμό της συζήτησης για τα ουσιαστικά προβλήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όσο και τη συγκάλυψη των ευθυνών του κυβερνώντος κόμματος για όσα έπραξε και όσα θέλει να πράξει, που έχουν οδηγήσει και τώρα θα ενισχύσουν περαιτέρω την ήδη τραγική κατάσταση που επικρατεί στα περισσότερα ιδρύματα της χώρας.
Σε ό,τι αφορά στην ουσία του ζητήματος, θεωρούμε ότι δύο είναι οι κύριες πλευρές. Η πρώτη έχει να κάνει με τη σκοπιμότητα της σύνδεσης κάθε εγκληματικής πράξης που λαμβάνει χώρα εντός των τριτοβάθμιων ιδρυμάτων με την ύπαρξη του πανεπιστημιακού ασύλου. Η σύνδεση αυτή ανάμεσα στην εγκληματικότητα και το άσυλο είναι πραγματικά παράλογη, ιδιαίτερα στο βαθμό που εγκληματικές πράξεις λαμβάνουν χώρα βασικά έξω απ’ τα πανεπιστήμια και ιδιαίτερα σε υποβαθμισμένες περιοχές, που κάθε κυβέρνηση αφήνει να γκετοποιούνται και να οδηγούνται στο περιθώριο.
Ειδικότερα, για το ζήτημα των ναρκωτικών εντός των ιδρυμάτων, αποτελεί το λιγότερο υποκρισία να μιλά η ΝΔ για την υποτιθέμενη «κάλυψη» που παρέχει το άσυλο στη διακίνησή τους, ιδιαίτερα όταν μετά και από πρόσκληση των πρυτανικών αρχών, (όπως έγινε καθ’όλη τη φετινή χρονιά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας), η αστυνομία δεν έχει να επιδείξει παρά ελάχιστο «έργο», και ιδιαίτερα όταν οι πιάτσες διακίνησης έξω απ’ τα ιδρύματα δεν έχουν δεχτεί τόσα χρόνια την παραμικρή ενόχληση απ’ τις αστυνομικές δυνάμεις. Και αποτελεί ακόμη μεγαλύτερη υποκρισία, όταν εδώ και χρόνια η φύλαξη των πανεπιστημίων έχει ουσιαστικά καταργηθεί στη βάση των μνημονιακών περικοπών και έχει ανατεθεί σε ιδιωτικές εταιρείες σεκιούριτι και όταν δεν έχει ληφθεί το παραμικρό μέτρο έστω και για τον στοιχειώδη φωτισμό σε χώρους των πανεπιστημίων. Ακόμα, υπάρχει ένα βασικό ερώτημα, το οποίο αρνείται πεισματικά να απαντήσει τόσο η κυβέρνηση, όσο και η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Αφού το πρόβλημα είναι η εγκληματικότητα και τα ναρκωτικά, γιατί όσες φορές καταπατήθηκε το πανεπιστημιακό άσυλο τα τελευταία χρόνια, ούτε μία φορά δεν καταπατήθηκε -έστω και προσχηματικά- για τους λόγους αυτούς; Αντίθετα, κάθε επιχείρηση καταπάτησης του πανεπιστημιακού ασύλου βασικά συνδέθηκε με την καταστολή φοιτητικών κινητοποιήσεων και έλαβε χώρα σε φάσεις ανόδου του φοιτητικού κινήματος. Νομίζουμε πως και τώρα, όπως και προηγούμενα, όσο κι αν θέλει η κυβέρνηση να το κρύψει, ο πραγματικός στόχος πίσω απ’ την κατάργηση του ασύλου είναι το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα και οι μαζικοί αγώνες των φοιτητών.
Αν η πρώτη πλευρά αφορά στη συζήτηση γύρω απ’ την εγκληματικότητα και τα ναρκωτικά, υπάρχουν και εκείνες οι φωνές εντός και εκτός κυβέρνησης που ισχυρίζονται πως το πανεπιστημιακό άσυλο επιτέλεσε τον ιστορικό του ρόλο και τώρα δεν έχει κανένα απολύτως νόημα, καθώς είναι πια εξασφαλισμένη η λεγόμενη «ελεύθερη διακίνηση των ιδεών» εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, βέβαια, το πανεπιστημιακό άσυλο βασικά αφορούσε τον αντιδικτατορικό αγώνα, αλλά στην πραγματικότητα η υπεράσπιση του ασύλου (ακόμη και όταν το τελευταίο δεν είχε νομικά κατοχυρωθεί) αποτέλεσε βασικό αίτημα των φοιτητών ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, ακριβώς για να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη και ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και των απόψεων. Φυσικά το άσυλο συνδέεται ιδιαίτερα με τους δημοκρατικούς αγώνες των φοιτητών και όλου του λαού στη χούντα και τη μεταπολίτευση και η κατάργησή του σηματοδοτεί ακόμη και συμβολικά μία ρεβάνς της αντίδρασης που θέλει να πείσει την κοινή γνώμη πως τα δημοκρατικά δικαιώματα και οι συνδικαλιστικές και πολιτικές ελευθερίες ανήκουν σε μια άλλη εποχή. Αλλά η κύρια πλευρά είναι πως το άσυλο αποτελεί όρο συγκρότησης των ίδιων των φοιτητικών συλλόγων, καθώς δίνει την ουσιαστική δυνατότητα στους φοιτητές να συζητούν, να οργανώνονται, να συνδικαλίζονται και να αποφασίζουν ελεύθερα.
Η σκόπιμη συσκότιση γύρω απ’ το τι σημαίνει «εγκληματική πράξη» εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων αποσκοπεί στην καταστολή των φοιτητικών αγώνων και συνδέεται με το συνολικότερο αντιδημοκρατικό κλίμα τρομοκρατίας που θέλει η κυβέρνηση να επιβάλλει σε μαζική κοινωνική κλίμακα. Συνδέεται με τις αστυνομικές επιχειρήσεις στα Εξάρχεια και αλλού, με την προσπάθεια ελέγχου του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος μέσω των ηλεκτρονικών μητρώων, με τα χημικά στις διαδηλώσεις και ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Κλείνοντας, οφείλουμε να κάνουμε μία βασική υπενθύμιση και μία επισήμανση. 1.Υπενθυμίζουμε, λοιπόν, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που όψιμα τώρα τον έπιασαν οι δημοκρατικές του ευαισθησίες και υψώνει υποτίθεται αντιπολιτευτικές κορώνες ενάντια στην κατάργηση του ασύλου, ήταν εκείνος που έστρωσε τον δρόμο στη Νέα Δημοκρατία, όχι μόνο στη βάση της συνέχισης της ίδιας αντιλαϊκής πολιτική, αλλά και ειδικότερα για το άσυλο, όταν πέρυσι μέσω του «Πορίσματος της Επιτροπής Παρασκευόπουλου», άνοιξε τη συζήτηση για το πώς, πότε και με ποιους όρους πρέπει να επεμβαίνει η αστυνομία στις σχολές.
Η υπόθεση της υπεράσπισης του πανεπιστημιακού ασύλου είναι πρώτα απ’ όλα και πάνω απ’ όλα υπόθεση του ίδιου του φοιτητικού κινήματος, των ίδιων των συλλόγων. Κανείς πέρα από το οργανωμένο φοιτητικό κίνημα δεν μπορεί σαν αυτόκλητος σωτήρας και σαν Ζορό να δρα στο όνομά του. Πρακτικές της αναρχοαυτονομίας, όπως εκείνες των καταλήψεων σχολών χωρίς αποφάσεις φοιτητικών συλλόγων ή της απαγόρευσης της εισόδου στον τριήμερο εορτασμό οποιουδήποτε πέρα από τους ομοϊδεάτες τους είναι πρακτικές που δυσφημούν το άσυλο και δίνουν επιχειρήματα στις αντιδραστικές φωνές εντός και εκτός των ιδρυμάτων. Κόντρα σε κάθε τυχοδιωκτική ενέργεια και μακριά από περιχαρακωτικές λογικές που διασπούν το φοιτητικό κίνημα, το επόμενο διάστημα πρέπει οι φοιτητές να βγουν μπροστά και να υπερασπιστούν το άσυλο με τον ίδιο τρόπο που κάποτε το κατοχύρωσαν: Με μαζικούς, ανυποχώρητους, συλλογικούς και ενωτικούς αγώνες.