Το τελευταίο διάστημα η κρίση στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας έχει χτυπήσει κόκκινο. Η πιθανότητα ενός «θερμού» επεισοδίου ανάμεσα στις παρατεταγμένες σε θέση μάχης στρατιωτικές δυνάμεις των δύο χωρών στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο επιβάλλει στις δυνάμεις της Αριστεράς και του κομμουνιστικού κινήματος να τοποθετηθούν με σαφήνεια πάνω στην κρίση αλλά και στις όποιες εξελίξεις μπορούν να υπάρξουν σε κάθε χρονική στιγμή. Κανείς πλέον δεν μπορεί να σφυρίζει αδιάφορα ή να κρύβεται πίσω από αφηρημένες αναλύσεις που αναφέρονται σε κάποιο αόρατο μέλλον, παρακάμπτοντας και αποσιωπώντας όσα συμβαίνουν τώρα. Θα επιχειρήσουμε να αναφερθούμε σε ορισμένες πλευρές της διαμορφωμένης κατάστασης που απαιτούν συγκεκριμένες απαντήσεις.
1. Η υποτελής αστική τάξη της Ελλάδας και οι πολιτικοί της εκφραστές βρίσκονται σε συνεχή υποχώρηση. Η αστική τάξη της Τουρκίας ακολουθεί μια ιδιαίτερα τυχοδιωκτική επιθετική πολιτική.
Η προδιαγεγραμμένη κλιμάκωση της έντασης στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο επισπεύσθηκε από την υπογραφή συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αίγυπτο για μερική διευθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών, συμφωνία την οποία η Τουρκία θεωρεί ότι είναι παράνομη αφού παρεμβαίνει στο μνημόνιο που έχει υπογράψει με τη Λιβύη. Με ανακοίνωσή της η ηγεσία της Τουρκίας πάγωσε το διαφαινόμενο ελληνοτουρκικό διάλογο και ταυτόχρονα έβγαλε το ερευνητικό σκάφος Ούρουτς Ρέις για σεισμογραφικές έρευνες στην περιοχή, μέσα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα.
Οι κινήσεις αυτές έγιναν με τη συνοδεία ναυτικών στρατιωτικών δυνάμεων και από τις δύο μεριές με αποτέλεσμα να έχει οξυνθεί η αντιπαράθεση στο πιο υψηλό επίπεδο ανάμεσα στις δύο χώρες από την κρίση των Ιμίων το 1996.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ανέβασε τους τόνους απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας αλλά πολύ σύντομα οι τόνοι έπεσαν αφού ούτε η Ε.Ε. ούτε οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ανταποκρίθηκαν στις επιθυμίες της. Ταυτόχρονα η Τουρκία προχώρησε στις προγραμματισμένες της κινήσεις αδιαφορώντας πλήρως για τις ελληνικές διαμαρτυρίες.
Οι πολιτικοί εκπρόσωποι και διάφοροι κονδυλοφόροι της ντόπιας ολιγαρχίας βλέποντας ότι δεν υπάρχει “ανταπόκριση” από τους συμμάχους τους, αλλά μάλλον το αντίθετο, άρχισαν τις εκπτώσεις και με διάφορες δηλώσεις επιχείρησαν να υποβαθμίσουν τις τουρκικές ενέργειες. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά την άποψη ότι το ερευνητικό σκάφος δεν μπορεί να κάνει πραγματικές έρευνες επειδή τα παραπλέοντα σκάφη κάνουν πολύ θόρυβο ή ότι δεν παραβιάζεται η ελληνική υφαλοκρηπίδα αφού δεν έχει ποντίσει τα καλώδιά του!
Επειδή όμως η Τουρκία συνεχίζει ακάθεκτη την επιθετικότητά της ο Μητσοτάκης έκανε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό με δύο βασικούς άξονες. Πρώτον ότι δεν πρόκειται να απεμπολήσει κυριαρχικά δικαιώματα και δεύτερον ότι καλεί την Τουρκία σε διάλογο για τη διευθέτηση των διαφορών για τις θαλάσσιες ζώνες. Να σημειώσουμε ότι δεν γίνεται αναφορά στην υφαλοκρηπίδα που μέχρι τώρα επέμενε η ελληνική πλευρά πως είναι η μοναδική, προς διαπραγμάτευση, διαφορά αλλά στις θαλάσσιες ζώνες που περιέχουν πιθανότατα και άλλα ζητήματα. Αυτό που όμως γίνεται απόλυτα κατανοητό είναι το γεγονός ότι οι λεγόμενες κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης Μητσοτάκη όλο και γίνονται πιο αχνές και υποχωρούν.
Αναμφισβήτητα όμως αυτό που κυριαρχεί είναι οι διαρκείς ικεσίες προς την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, η προφανής δηλαδή παραδοχή ότι η μόνη τους ελπίδα είναι τα ξένα αφεντικά τους, ο ιμπεριαλισμός, αποδεικνύοντας με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο την πολιτική της υποτέλειας της άρχουσας τάξης της χώρας μας.
Η πιο φανερή απόδειξη όμως υποχωρητικότητας και κατευνασμού απέναντι στην άρχουσα τάξη της Τουρκίας αποτελεί η μη επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, παρά το γεγονός ότι ακόμα και η Τουρκία που δεν έχει υπογράψει τη συμφωνία για το δίκαιο της θάλασσας έχει επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια τόσο στη Μαύρη Θάλασσα όσο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο! Κάποιοι θέλουν να εμφανίσουν αυτούς που υποστηρίζουν την επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια, όπως το Μ-Λ ΚΚΕ, ότι αναπαράγουν το αστικό αφήγημα και πως το κίνημα οφείλει να παλεύει για να μην επεκταθούν τα χωρικά ύδατα της Ελλάδας, προκειμένου να αποφύγουμε τον πόλεμο που απειλεί να εξαπολύσει σε μια τέτοια περίπτωση η Τουρκία. Μάλιστα τη θέση τους αυτή τη θεωρούν σαν τη μόνη σωστή, επαναστατική, και ούτε λίγο – ούτε πολύ κατηγορούν τους άλλους ότι σιγοντάρουν την επιθετική πολιτική της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης. Η πραγματικότητα όμως λέει πως τα τελευταία σαράντα χρόνια όλες οι κυβερνήσεις της ντόπιας ολιγαρχίας εφαρμόζουν απαράβατα την πολιτική της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων, η δε Τουρκία απαιτεί την απαρέγκλιτη εφαρμογή της από τη χώρα μας, ενώ ο αμερικάνικος και ρώσικος ιμπεριαλισμός προστάζουν το ίδιο. Καμιά επέκταση στα 12 μίλια. Όταν τα ξένα αφεντικά και οι ντόπιοι λακέδες ακολουθούν πιστά, μισό αιώνα τώρα, την πολιτική της μη επέκτασης των χωρικών υδάτων, δεν φαντάζει τουλάχιστον παράλογο να ισχυρίζονται κάποιοι ότι αυτή η πολιτική υπηρετεί τους στόχους του λαϊκού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος;
2. Το ζήτημα της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας αποτελεί τη θεμελιακή διαφορά ανάμεσα στις δυνάμεις του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος και τις δυνάμεις που σέρνονται πίσω απ’ τη γραμμή της υποταγής στην άρχουσα τάξη και τον ιμπεριαλισμό.
Ορισμένοι που αναφέρονται στην Αριστερά προσπαθούν να αποφύγουν μια καθαρή τοποθέτηση για το ζήτημα της υπεράσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας με το αφελές επιχείρημα ότι το κράτος είναι αστικό και επομένως και τα κυριαρχικά δικαιώματα είναι δικαιώματα της αστικής τάξης και όχι του λαού! Με βάση αυτή τη θέση σε κάθε περίπτωση, όσο το κράτος θα είναι αστικό, οι κομμουνιστές δεν πρέπει ποτέ να υπερασπίσουν τα κυριαρχικά δικαιώματα και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας τους. Πρόκειται για μια ανιστόρητη θέση που βρίσκεται στον αντίποδα των θέσεων και των επαναστατικών παραδόσεων του κομμουνιστικού κινήματος, όταν αυτό τέθηκε επικεφαλής του εθνικολαϊκού αγώνα υπεράσπισης της εδαφικής κυριαρχίας και αντίστασης στην υποδούλωση, ενώ η αστική τάξη έγινε συνεργάτης των κατακτητών ή την κοπάνησε.
Νομίζουν ότι ξεφεύγουν απ’ τη σκληρή πραγματικότητα όταν οι θέσεις τους περιλαμβάνουν μόνο την υπεράσπιση του προλεταριακού κράτους και δεν αντιλαμβάνονται, άραγε, πως διαγράφουν έτσι όλους τους εθνικοαπελευθερωτικούς, αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες των λαών στους οποίους ηγήθηκαν τα κομμουνιστικά κόμματα; Η ιστορία έδειξε πως η μόνη κοινωνική δύναμη που μπορεί να υπερασπίσει πραγματικά τα εθνικά συμφέροντα και να πάει ως το τέλος τον αγώνα είναι η εργατική τάξη και το επαναστατικό της κόμμα.
Οφείλουμε να τονίσουμε ότι το τροτσκιστικό ρεύμα υπερασπίζεται τη θέση αυτή με «συνέπεια» όχι μόνο σήμερα αλλά σε όλη του την ιστορική διαδρομή και γι’ αυτό άλλωστε στο Β’ Παγκόσμιο πόλεμο έφτασε στο σημείο της ανοιχτής συνεργασίας με τους ναζί. Το ίδιο ακριβώς έκαναν και στη διάρκεια του κατακτητικού πολέμου του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του στα Βαλκάνια το 1999. Και τότε βρέθηκαν στα απόνερα του ιμπεριαλισμού αναμασώντας τις γνωστές αντικαπιταλιστικές και ταξικές φλυαρίες. Όμως τι λένε όλοι όσοι θέλουν να υπερασπιστούν την εποποιία της ΕΑΜικής αντίστασης και τον ηρωικό αγώνα του για την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας και το διώξιμο των γερμανοϊταλικών φασιστικών δυνάμεων; Έκανε λάθος μήπως το ΕΑΜ τότε επειδή ήταν το ελληνικό κράτος αστικό; Τι υποστηρίζουν όλοι αυτοί που δείχνουν ότι υπερασπίζονται τους μακροχρόνιους αγώνες του λαού μας και του κυπριακού λαού για Εθνική Ανεξαρτησία και κοινωνική προκοπή όλα τα χρόνια μετά τον εμφύλιο και μέχρι σήμερα; Μήπως όλοι αυτοί οι αγώνες έγιναν κάτω από τη σημαία και την ηγεμονία της άρχουσας τάξης όπως λίγο πολύ υποστηρίζει σήμερα το ΚΚΕ;
Θα θέλαμε μια καθαρή απάντηση από όλους αυτούς που με τόση ευκολία περιγράφουν τα κυριαρχικά δικαιώματα σαν συμφέροντα και δικαιώματα της ντόπιας ολιγαρχίας στα εξής ερωτήματα.
Πρώτον οφείλουμε να υπερασπιστούμε τα σύνορα της χώρας μας ή μας είναι αδιάφορο αφού οι αστοί και ο ιμπεριαλισμός έχουν χαράξει τα σύνορα;
Δεύτερον, υπάρχουν κυριαρχικά δικαιώματα αλά καρτ και άλλα που δεν έχουν «ενδιαφέρον»;
Τρίτον μήπως όλοι αυτοί που υποστηρίζουν αυτές τις δήθεν ταξικές επαναστατικές θέσεις δεν προβληματίζονται απ’ το γεγονός ότι οι απόψεις τους οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα με τις επιδιώξεις των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αφού αυτές πρώτα απ’ όλα οδηγούν στην αλλαγή των συνόρων αλλά και την καταπάτηση και υποδούλωση των μικρότερων χωρών; Αλήθεια έχουν δίκιο οι Παλαιστίνιοι που αγωνίζονται για να αποκτήσουν πατρίδα ή ο αγώνας τους είναι προς όφελος της πλουτοκρατίας;
Τονίσαμε και παραπάνω ότι σε στιγμές κρίσης διαχωρίζεται η ήρα από το στάρι που λέει και ο λαός μας. Αναμφισβήτητα το πρώτο και αποφασιστικό καθήκον είναι η δημιουργία ενός πλατιού ρωμαλέου αντιιμπεριαλιστικού-αντιπολεμικού μετώπου που είναι το μοναδικό όπλο των λαών της Ελλάδας και της Τουρκίας, που δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν μεταξύ τους.
Ταυτόχρονα όμως το μέτωπο αυτό πρέπει να έχει καθαρούς στόχους πάλης να μην τσαλαβουτάει στα λασπόνερα του τροτσκισμού και του συμβιβασμού και να μην επιτρέπει στην ακροδεξιά και το φασισμό να καπηλεύεται τα λαϊκά οράματα για ανεξαρτησία, λευτεριά και κοινωνική προκοπή.
Πολύ σύντομα η άρχουσα τάξη της χώρας μας θα καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όπως απαιτούν τα ξένα αφεντικά της. Στις διαπραγματεύσεις αυτές θα παραδοθούν κυριαρχικά δικαιώματα γιατί αυτό θα απαιτήσουν οι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές. Άραγε τότε τι θα πρέπει να πει το αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα;
Σχόλιο του Γραφείου Τύπου του Μ-Λ ΚΚΕ
15-8-2020