Κλιμακώνονται οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και ανταγωνισμοί στη Μέση Ανατολή, με επίκεντρο τη Συρία και τον Περσικό Κόλπο και την εμπλοκή των περιφερειακών χωρών, Τουρκίας, Ισραήλ, Ιράν, Σαουδικής Αραβίας. Η στρατιωτική επίθεση που εξαπέλυσε η Τουρκία στη Συρία για την εξόντωση των Κούρδων και την κατάληψη εδαφών μιας ξένης χώρας, ο βομβαρδισμός των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της Σαουδικής Αραβίας πριν ένα μήνα και οι πολεμικές απειλές του Τραμπ απέναντι στο Ιράν, απειλούν να μετατρέψουν όλη αυτή την περιοχή σε ένα θέατρο πολιτικο-στρατιωτικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, η στρατιωτική επίθεση που εξαπέλυσε η Τουρκία στη βόρεια Συρία με το «πράσινο φως» της Ουάσιγκτον και της Μόσχας -η δεύτερη μέσα σε δυο χρόνια ύστερα από την εισβολή και κατάληψη του Αφρίν, το Γενάρη του 2018-, παραβιάζοντας βάναυσα την εδαφική ακεραιότητα μιας ανεξάρτητης και κυρίαρχης χώρας, αποτελεί έμπρακτη επιβεβαίωση των γνωστών τώρα και δυο χρόνια διακηρύξεων των εκπροσώπων της άρχουσας τάξης της Τουρκίας για «αναθεώρηση» της Συνθήκης της Λοζάνης, που θέτουν ζήτημα αλλαγής συνόρων, τόσο στα νότιο- ανατολικά σύνορα της Τουρκίας, αποσπώντας με πόλεμο εδάφη από τη Συρία και το Ιράκ, όσο και στα δυτικά, οριοθετώντας και «φωτογραφίζοντας» τα σύνορα της «γαλάζιας πατρίδας» στη μέση του Αιγαίου πελάγους και απειλώντας ταυτόχρονα προκλητικά την Κύπρο με επανάληψη της εισβολής του 1974.
Οι Κούρδοι, που πίστεψαν στην «προστασία» των ΗΠΑ, διαπιστώνουν τώρα πως οι «σύμμαχοί» τους δεν δίστασαν στιγμή να τους παραδώσουν στο λεπίδι του Ερντογάν, όπως είχαν κάνει και με την Κύπρο το 1974, γιατί για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό η απομάκρυνση της Τουρκίας από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα επέφερε ανεπανόρθωτο πλήγμα στα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα στη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Μεσόγειο, τα Βαλκάνια, τον Εύξεινο Πόντο και τον Καύκασο.
Η είσοδος χιλιάδων «αντικαθεστωτικών» μισθοφόρων, του «ελεύθερου συριακού στρατού» από την Τουρκία όπου είχαν καταφύγει, στο πλευρό του τούρκικου στρατού εναντίον των Κούρδων, και ο στόχος μετεγκατάστασής τους στις κουρδικές περιοχές που έχει θέσει η Τουρκία, μόνο νέα δεινά προμηνύει για την περιοχή.
Κάτω από το βάρος των εξελίξεων η πρόσκληση Τραμπ στον Ερντογάν να επισκεφθεί το Νοέμβρη την Ουάσιγκτον, υπολογίζοντας ότι μέχρι τότε θα έχει καταλάβει το τμήμα της Συρίας που θέλει, καθώς και οι αστραπιαίες επισκέψεις κορυφαίων κυβερνητικών παραγόντων των ΗΠΑ, Πένς και Πομπέο στην Άγκυρα, μπορεί να αποτελέσουν την αφετηρία μιας εξομάλυνσης των αμερικανοτουρκικών σχέσεων με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για την κατάσταση στην περιοχή.
Μετά το τέλος των συνομιλιών ανάμεσα στον Αμερικανό αντιπρόεδρο Πενς και την τουρκική ηγεσία, ανακοινώθηκε η επίτευξη «Συμφωνίας» πενθήμερης εκεχειρίας που προβλέπει εκδίωξη των Κούρδων από τα εδάφη τους και τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» 32 χιλιομέτρων στη βόρεια Συρία, τη δημιουργία δηλαδή ενός προτεκτοράτου υπό τον έλεγχο της Τουρκίας και με τις ευλογίες των ΗΠΑ. Απομένει να διαπιστωθεί τις επόμενες μέρες αν θα εφαρμοστεί αυτή η Συμφωνία και πώς θα αντιδράσουν οι Κούρδοι, η Δαμασκός και η Μόσχα, που την επισκέπτεται σε λίγες μέρες ο Ερντογάν και κατά πόσο θα επιτευχθούν οι επιθετικές, επεκτατικές επιδιώξεις της Τουρκίας.
Την ώρα που η Ουάσιγκτον άναβε το πράσινο φως στην εισβολή της Τουρκίας και από κοινού με τη Μόσχα απέτρεπε μια καταδικαστική απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την στρατιωτική επίθεση, ο Τραμπ ανακοίνωνε οικονομικές «κυρώσεις» ενάντια στην Τουρκία, κάτω από την κατακραυγή της παγκόσμιας κοινής γνώμης, σε μια αποθέωση της ιμπεριαλιστικής υποκρισίας, επιχειρώντας ταυτόχρονα να αντιρροπήσει τις έντονες πιέσεις και αντιδράσεις, στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ακόμη και από στενούς συνεργάτες του.
Η ανησυχία που εκδηλώνουν επίσης οι ηγέτες των μεγάλων ιμπεριαλιστικών χωρών της ΕΕ για την εισβολή και οι όποιες «κυρώσεις» αποφάσισαν δεν αφορούν στο λαό της Συρίας και στην ειρήνη στη Μ. Ανατολή. Αυτό που προκαλεί την ανησυχία τους είναι η διατάραξη των πολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων τους στην περιοχή.
Η έμπρακτη αμφισβήτηση από την πλευρά της Τουρκίας των Διεθνών Συνθηκών που ρυθμίζουν τα σύνορα της περιοχής, με τον πόλεμο στη Συρία, με τις προκλητικές παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου, ξεκινώντας γεωτρήσεις μέσα στην κυπριακή ΑΟΖ, με τις συνεχείς παραβιάσεις και παραβάσεις του ελληνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου στο Αιγαίο και τα κατά καιρούς στρατιωτικά επεισόδια που τις συνοδεύουν, σε μία γειτονική Μέση Ανατολή που φλέγεται από τις πολεμικές επιχειρήσεις και ανταγωνισμούς των ιμπεριαλιστών και ενώ συνωστίζονται οι πολεμικές αρμάδες τους στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, όλες αυτές οι εξελίξεις ωθούν σε κλιμάκωση της έντασης και δημιουργούν ένα εύφλεκτο έδαφος που απειλεί να πυροδοτήσει επικίνδυνες τυχοδιωκτικές περιπέτειες και συγκρούσεις στην περιοχή μας.
Η άρχουσα τάξη της Τουρκίας, ύστερα από την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο, ξεκίνησε να αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και σταδιακά, αφού πέρασε από τα Ίμια και τις «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, τώρα διεκδικεί την επαναχάραξη των συνόρων και την κυριαρχία πάνω σε δεκάδες ελληνικά νησιά και βραχονησίδες. Όπως δείχνει η ιστορία, όποιος τρέφει επεκτατικές βλέψεις σε βάρος άλλης χώρας και εκτοξεύει απειλές ενάντια στην εδαφική της ακεραιότητα, αυτός όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες δεν θα διστάσει να φτάσει μέχρι τον πόλεμο για να τις πραγματοποιήσει.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επηρεάζονται καθοριστικά από τα συμφέροντα και τις παρεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και τον ανταγωνισμό τους για τον έλεγχο πάνω στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο, που προσλαμβάνει τώρα οξύτατη μορφή λόγω της διαμάχης που ξέσπασε για την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου και τον καθορισμό της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης των χωρών της περιοχής.
Η κυβέρνηση της ΝΔ υπερθεματίζοντας στην πολιτική εθνικής υποτέλειας που εφάρμοσαν όλες οι κυβερνήσεις της ξενόδουλης άρχουσας τάξης, αναζητά στήριξη, προστασία και “δικαίωση” στους ιμπεριαλιστές, ιδιαίτερα τους υπερατλαντικούς, δυναμώνοντας τους πολιτικοστρατιωτικούς δεσμούς εξάρτησης με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής, τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να εξισορροπήσουν τις πιέσεις της Άγκυρας και να διεκδικήσουν ουσιαστικότερο ρόλο στην περιοχή, προχώρησαν στην αμερικανόπνευστη «στρατηγική συμμαχία» με το σιωνιστικό Ισραήλ και το φασιστικό καθεστώς της Αιγύπτου, εμπλέκοντας με τυχοδιωκτικό τρόπο τη χώρα μας στη φιλοπόλεμη πολιτική των ΗΠΑ και του Ισραήλ στην περιοχή και θέτοντας σε μεγάλους κινδύνους το λαό μας.
Στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση κινείται και η κυβέρνηση της Κύπρου, ποντάροντας στην ίδια αμερικανοστήριχτη «στρατηγική συμμαχία», προσφέροντας τον πλούτο της και αναζητώντας προστασία από αυτούς που ευθύνονται για την τραγωδία της και τα πολύχρονα δεινά της, για να βρεθεί τώρα ξανά έκθετη, μπροστά στους εκβιασμούς της Τουρκίας που απειλεί, είτε με ένα νέο 1974, είτε με μια «λύση» του κυπριακού προβλήματος ίδια και χειρότερη από αυτή που προέβλεπε το σχέδιο Ανάν.
Οι
λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν
έχουν τίποτα να χωρίσουν. Αντίθετα, θα
πρέπει να καταγγείλουν τη σοβινιστική
και εθνικιστική υστερία των κυρίαρχων
τάξεων της Τουρκίας και της Ελλάδας,
την υποδαύλιση του εθνικού μίσους
ανάμεσα στις δύο χώρες και τους λαούς, την
καλλιέργεια επεκτατικών βλέψεων και
αλλαγής συνόρων.
Μόνο ο κοινός
αντιιμπεριαλιστικός αγώνας των λαών
Ελλάδας και Τουρκίας, η κοινή πάλη τους
ενάντια στην πολιτική των κυρίαρχων
τάξεων, ενάντια στην εθνική υποτέλεια
και τους εθνικισμούς, είναι σε θέση να
οδηγήσει σε μία φιλειρηνική επίλυση
των προβλημάτων και να συμβάλει στον
αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία και
την απαλλαγή τους από τα ιμπεριαλιστικά
δεσμά.
Από την Απόφαση της ΚΕ του Μ-Λ ΚΚΕ
Οκτώβρης 2019