Το πολιτικό κλίμα αλλάζει. Εννέα μήνες μετά τον «εκλογικό θρίαμβο» της ΝΔ, το «άτρωτο» και η «παντοδυναμία» της αρχίζουν να δοκιμάζονται και να αμφισβητούνται. Όχι από κάποιον επίδοξο διεκδικητή της κυβερνητικής εξουσίας από το χώρο της αστικής αντιπολίτευσης, αξιωματικής και μη. Αυτή βουλοπλέει και παραδέρνει μέσα σε μια μεγάλη κρίση, κάτω από το βάρος των κραυγαλέα αντιλαϊκών κυβερνητικών πεπραγμένων της, από την έναρξη της μνημονιακής περιόδου και εντεύθεν. Και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ αδυνατούν, προς το παρόν, να συγκροτήσουν ουσιαστικό αντιπολιτευτικό λόγο και, πολύ περισσότερο, εναλλακτική πρόταση και διέξοδο.
Οι σκοτούρες και η έκδηλη πλέον ανησυχία της ΝΔ οφείλονται στο γεγονός ότι η υφέρπουσα, διάχυτη, λαϊκή αμφισβήτηση, αποδοκιμασία και οργή παύει να είναι βουβή, παύει να είναι αόρατη. Βγαίνει στην επιφάνεια με μαζικό και δυναμικό τρόπο και αποσταθεροποιεί το αλαζονικό κυβερνητικό αφήγημα περί αδιατάρακτης επιβολής του περιβόητου «πολυδύναμου εκσυγχρονισμού».
Οι αγώνες των αγροτών, των φοιτητών και πανεπιστημιακών, των υγειονομικών, η μαχητική πανελλαδική κινητοποίηση κατά την τραγική επέτειο του εγκλήματος των Τεμπών και οι πάνω από 1.300.000 υπογραφές στο σχετικό ψήφισμα που απαιτεί δικαιοσύνη δείχνουν πως οι κοινωνικές αντοχές λιγοστεύουν, η κοινωνική ανοχή εξαντλείται, τα υπόγεια ρεύματα μετατρέπονται σε ρυάκια και ποτάμια διεκδίκησης και αγώνα. Δυστυχώς ασυντόνιστα και σταθερά υπονομευόμενα από ψεύτικους φίλους, αλλά πάντως ορατά και ηχηρά.
Οι τερατώδεις ψευδολογίες και η πλασματική πραγματικότητα, μέσα στην οποία ο πρωθυπουργός, τα κυβερνητικά στελέχη και η προπαγανδιστική κουστωδία τους, εν χορώ, κόμπαζαν για τα κυβερνητικά «επιτεύγματα» και διακήρυσσαν με έπαρση πως η «επιθετική ατζέντα» τους έχει την επιδοκιμασία και την «ισχυρή εντολή» του 41%, δέχονται τα πρώτα πλήγματα και αρχίζουν να αναμετριούνται με τις οδυνηρές αλήθειες, με την ωμή και επίμονη πραγματικότητα της εκτεταμένης φτωχοποίησης και της παρεπόμενης διογκούμενης λαϊκής δυσφορίας και αγανάκτησης.
Αλλά οι τελευταίες αυτές ελπιδοφόρες εξελίξεις των λαϊκών και νεολαιίστικων αγώνων και κινητοποιήσεων δίνουν την οφειλόμενη απάντηση και σε όσους βιάστηκαν -κάτω από την επίδραση της εκλογικής συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ ή και για να τη δικαιολογήσουν- να βγάλουν συμπεράσματα για την «απόλυτη» και «αδιαμφισβήτητη» κυριαρχία των δυνάμεων Δεξιάς/Ακροδεξιάς και να ρίξουν το ανάθεμα στον «καθυστερημένο» λαό για την ψήφο του και την παθητικοποίησή του. Σε όλους όσοι αδυνατούσαν να αντιληφθούν πως ένα μεγάλο τμήμα του 41% -στην πραγματικότητα του 24% του συνόλου της κοινωνίας, λόγω της μεγάλης αποχής- δεν ήταν ψήφος επιδοκιμασίας και πραγματικής έγκρισης της πολιτικής της ΝΔ, αλλά έκφραση ανοχής, εκλογική συμπεριφορά που εκβιάστηκε και υπέκυψε τελικά σε εκφοβιστικά και εκβιαστικά διλήμματα. Πως αυτή η εκλογική κατίσχυση της ΝΔ δεν ήταν παρά μια πλασματική παντοδυναμία. Πως, στην πραγματικότητα, μια πλατιά δυσφορία και αμφισβήτηση διαπερνούσε και διαπερνά το σώμα της ελληνικής κοινωνίας, αλλά δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να βρει διέξοδο πολιτικής έκφρασης. Πως, τελικά, οι λαϊκές αντιδράσεις είναι αναπόφευκτες και η ανάπτυξη νέων λαϊκών αγώνων αναπότρεπτη. Επρόκειτο για μια εντελώς λαθεμένη, ηττοπαθή εκτίμηση που οδήγησε τους υποστηρικτές της, από μια άλλη οπτική, να ταυτιστούν και να ενισχύσουν, τελικά, το κυβερνητικό αφήγημα περί «ισχυρής εντολής» και «παντοδυναμίας».
Μια φάση έντονων διεργασιών είναι σε εξέλιξη
Η νέα πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώνεται χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα, ρευστότητα και μη αναμενόμενες εξελίξεις. Με πιο κραυγαλέα, την αδιανόητη -μέχρι πρότινος- εκλογή και επικράτηση στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ του Στεφ. Κασσελάκη και όλα όσα εκτυλίχθηκαν στο χώρο αυτό μέχρι σήμερα, με τα νοσηρά φαινόμενα βαθιάς παρακμής, σήψης και γελοιοποίησης να εκτίθενται σε κοινή θέα.
Η σχετική πολιτική σταθερότητα που επικράτησε μετά το 2019, τώρα, δοκιμάζεται. Το γεγονός της ισχυρής εκλογικής επικράτησης της ΝΔ, όταν συνδυάζεται με την επιταχυνόμενη αποσάθρωση του ΣΥΡΙΖΑ και την ανυπαρξία μιας αντιπολίτευσης που να μπορεί να ενσωματώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να ευνουχίζει τις λαϊκές αντιστάσεις, δεν δημιουργεί από μόνο του συνθήκες πολιτικής σταθερότητας. Ενισχύει, στην πραγματικότητα, τα φαινόμενα αστάθειας ενός αστικού πολιτικού συστήματος σε πλήρη ανυποληψία.
Μια φάση έντονων διεργασιών είναι σε εξέλιξη, όπου τα ισχυρά κέντρα της εγχώριας πλουτοκρατίας και ο ξένος παράγοντας, που ακατάπαυστα βυσσοδομεί από τα παρασκήνια (με τις ΗΠΑ πρώτες-πρώτες), κινούν τα νήματα προς διάφορες κατευθύνσεις. Και αναζητούν διεξόδους στα χαλάσματα του ΣΥΡΙΖΑ, στο σταθερά καχεκτικό ΠΑΣΟΚ, σε υπάρχοντα ή εν δυνάμει μορφώματα της Ακροδεξιάς και σε ό,τι άλλο ήθελε προκύψει…
Φαινόμενα βαθιάς κρίσης
Σε αυτό το πλαίσιο, με την πρόθεση να διατρανώσουν τη «δικαίωσή» τους για τις στρατηγικές τους επιλογές της μεταπολιτευτικής περιόδου (ΕΕ, ΟΝΕ, ΝΑΤΟ, ΗΠΑ, Μνημόνια κ.ο.κ.) και να διακηρύξουν, επιπλέον, πως τώρα είναι «ώριμες» οι συνθήκες να πάρουν και τη μεγάλη ρεβάνς για όλες τις λαϊκές κατακτήσεις του αντιδικτατορικού αγώνα και της Μεταπολίτευσης, έγινε η μεγάλη σύναξη-Συνέδριο που συνδιοργάνωσε η Καθημερινή με τον τίτλο «Μεταπολίτευση: 50 χρόνια μετά». Όπου παρευρέθηκαν πρώην πρωθυπουργοί, πολιτικοί από όλο το αστικό πολιτικό φάσμα, οικονομικοί παράγοντες, τεχνοκράτες, καθηγητές, δημοσιογράφοι, όλο το αδελφάτο της αντιλαϊκής επιβολής.
Εκεί, σε αυτό το Συνέδριο και σε αυτό το ακροατήριο, ο Αλ. Τσίπρας έδωσε συνέντευξη στη δημοσιογράφο της Καθημερινής, Ξένια Κουναλάκη, κλείνοντας έναν κύκλο και ανοίγοντας(;) έναν άλλο… Μεταμελημένος για τις λίγες φορές που δεν εναρμονίστηκε και δεν υπέκυψε πλήρως στις ασφυκτικές άνωθεν εντολές, επιβεβαίωσε με όλους τους δυνατούς τρόπους, αυτομαστιγωνόμενος και αυτοεξευτελιζόμενος, την πλήρη ενσωμάτωσή του και την ολοκληρωτική παράδοσή του στο αφήγημα και τις όποιες -στρατηγικές και μη- επιδιώξεις της ελληνικής οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας και των ξένων προστατών της. Από την ένταξη στην ΕΕ, την ΟΝΕ και το ΝΑΤΟ, το «τέλος» του αντιαμερικανισμού και την απογείωση της υποταγής στις ΗΠΑ, μέχρι τη μνημονιακή πολιτική, τους κανόνες της δημοσιονομικής προσαρμογής και σταθερότητας και την αποδοχή της επίσημης «ιστορίας» και του ρόλου των πρωταγωνιστών της μεταπολιτευτικής περιόδου. Ένας τσαλακωμένος ικέτης, που απεγνωσμένα δηλώνει παρών στις διεργασίες που συντελούνται, αναζητώντας και ζητιανεύοντας μια θέση βασικού παίκτη στην πολιτική σκηνή. Προς το παρόν, εξασφάλισε την ομόθυμη, σχεδόν, εκλογή του στη θέση του Πρόεδρου της Επιτροπής του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Δυτικά Βαλκάνια. Μια μικρή «ανταμοιβή» για τη Συμφωνία των Πρεσπών και όχι μόνο. Και βλέπουμε…
Είναι η προδιαγεγραμμένη θλιβερή κατάληξη ενός οπορτουνιστή, ενός ρεφορμιστή που πούλησε ολοκληρωτικά την ψυχή του στο αστικό σύστημα και το ξελάσπωσε σε κρίσιμες συνθήκες. Που εκλιπαρεί «αναγνώριση» και αποδέχεται να είναι υπό διαρκή ομηρία. Μόνο που η αστική εξουσία είναι αδυσώπητη και είναι άγνωστες οι βουλές της.
Αυτή τη στιγμή έχουν ανοίξει διάφορα ζητήματα για το αστικό πολιτικό σκηνικό στη χώρα μας. Το τοπίο είναι σε διαδικασία μεταβολών. Τα φαινόμενα φθοράς και κρίσης στο κυβερνητικό στρατόπεδο είναι βέβαιο πως θα απλώνονται και θα δυναμώνουν. Η συνεχής και ηχηρή διαφοροποίηση του Αν. Σαμαρά είναι ενδεικτική. Στο σοσιαλδημοκρατικό χώρο υπάρχει μεγάλη κινητικότητα και η τελική του διαμόρφωση αναζητείται. ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέα Αριστερά, Τσίπρας ερίζουν και διεκδικούν καθοριστικό ρόλο. Η εικόνα στην ενισχυμένη Ακροδεξιά επίσης δεν είναι παγιωμένη.
Όλα αυτά αποτελούν σημεία των καιρών. Φαινόμενα που δεν περιορίζονται στη χώρα μας, αλλά επικρατούν σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο που διανύει μια φάση βαθιάς κρίσης και μεγάλων ανατροπών.