Σε εκρηκτικές διαστάσεις φαίνεται να φτάνει το προσφυγικό, μετά και από τα γεγονότα που έλαβαν χώρα την περασμένη Δευτέρα στο ΚΥΤ (Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης) στη Σάμο. Συγκεκριμένα, με αφορμή τη σύγκρουση ανάμεσα σε πρόσφυγες που βρίσκονταν στην περιοχή, μεγάλο μέρος του κέντρου κάηκε, με αποτέλεσμα πολλοί από τους πρόσφυγες που κατοικούσαν σε αυτό να μεταφερθούν σε υπαίθριους και άλλους χώρους στο νησί. Οι ίδιοι οι πρόσφυγες διατυπώνουν το δίκαιο αίτημά τους να φύγουν από την Σάμο, ενώ ταυτόχρονα αρνούνται να επιστρέψουν στο κέντρο (όχι για λόγους ασφαλείας, όπως σκόπιμα διαδίδουν τα ΜΜΕ για να σπείρουν κλίμα φόβου), καθώς και μεγάλο μέρος του έχει καταστραφεί, κυρίως γιατί η κατάσταση σε αυτό είναι εξαιρετικά ασφυκτική.
Ειδικότερα, τις μέρες αυτές στο ΚΥΤ της Σάμου βρίσκονται πάνω από 6.000 πρόσφυγες, την ίδια στιγμή που η μέγιστη χωρητικότητα του κέντρου είναι 680 άτομα! Μπορεί εύκολα να καταλάβει κανείς πως σε τέτοιες άθλιες συνθήκες, γεγονότα όπως το παραπάνω είναι λογικό αργά ή γρήγορα να συμβούν. Παράλληλα, στο ΚΥΤ στην Μόρια της Λέσβου, ο αριθμός των προσφύγων έχει ξεπεράσει τους 15.000, ενώ οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για άνοδο του αριθμού αυτού στους 16.500 το αμέσως επόμενο διάστημα. Και όλα αυτά σε ένα κέντρο με χωρητικότητα μόλις 3.000 ανθρώπους! Οι συνθήκες στα κέντρα και στα υπόλοιπα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου (Λέρος, Κως κ.ά.) είναι παρόμοιες με εκείνες που περιγράφονται παραπάνω και δημιουργούν ένα ευρύτερα εκρηκτικό κλίμα σε ό,τι αφορά στις περαιτέρω εξελίξεις γύρω απ’ το ζήτημα.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι μόνο το διάστημα από τον περασμένο Γενάρη μέχρι και τον Σεπτέμβρη, πάνω από 45.000 πρόσφυγες ήρθαν από την Τουρκία στην Ελλάδα, με τον αριθμό αυτόν να αυξάνεται ραγδαία ιδιαίτερα το τελευταίο δίμηνο. Η αύξηση του αριθμού των προσφυγικών ροών φυσικά και δεν έχει να κάνει με την «ελλιπή αντιμετώπιση των κυκλωμάτων των διακινητών», όπως ψευδώς ισχυρίζονται τα τουρκικά και ελληνικά ΜΜΕ, αλλά κύρια αποτελεί πολιτική επιλογή της άρχουσας τάξης της Τουρκίας. Ιδιαίτερα μετά την εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, απείλησε εκ νέου τις ευρωπαϊκές χώρες με νέες αυξήσεις των προσφυγικών ροών, στη βάση και των κυρώσεων που η ΕΕ εξετάζει να της επιβάλει. Η δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πως από τους 4 εκατομμύρια πρόσφυγες που κατοικούν στην Τουρκία «το 80 με 90% επιθυμεί να πάει σε ευρωπαϊκές χώρες» είναι ενδεικτική.
Η τουρκική αστική τάξη απειλεί την ΕΕ με αύξηση των προσφυγικών ροών, χρησιμοποιώντας τους πρόσφυγες και μετανάστες ως πολιτικό εργαλείο, με στόχο όχι μόνο να δοθούν περισσότερα χρήματα στην Τουρκία για τη διαχείριση του προσφυγικού, αλλά και για να εκβιάσει τις χώρες της Ευρώπης ώστε οι τελευταίες να μην προβούν σε οικονομικές κυρώσεις απέναντί της εξαιτίας της εισβολής στην Συρία.
Ιδιαίτερη πλευρά του ζητήματος αποτελεί η προπαγάνδα των ΜΜΕ, με την οποία το τελευταίο διάστημα -με στόχο την καλλιέργεια ενός φοβικού κλίματος τρομοϋστερίας- βομβαρδίζουν την κοινή γνώμη με ειδήσεις, όπως η ενδεχόμενη άφιξη τζιχαντιστών μαζί με τα υπόλοιπα κύματα των προσφύγων, μετά και την επέμβαση της Τουρκίας στη βόρεια Συρία και την απελευθέρωση μελών του ISIS από συριακές φυλακές. Ανεξάρτητα απ’ το γεγονός ότι οι Τούρκοι επιθετιστές αξιοποιούν συμμαχίες ακόμη και με τους τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους και του ISIS για να κάμψουν την αντίσταση του κουρδικού και συριακού λαού, η προβολή της είδησης πως οι τζιχαντιστές τρομοκράτες θα κατακλύσουν την χώρα μας έχει ένα διπλό στόχο: Πρώτον, την καλλιέργεια ενός κλίματος φόβου και τρομοκρατίας σε μαζική κοινωνική κλίμακα, ώστε να δικαιολογηθεί σε δεύτερη φάση στην κοινή γνώμη η σκληρή αυταρχική πολιτική καταστολής με την οποία η κυβέρνηση διαχειρίζεται το προσφυγικό ζήτημα, για να πειστεί εν τέλει ο λαός και η νεολαία πως οι πρόσφυγες και μετανάστες δεν αποτελούν θύματα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων, αλλά «αποβράσματα» και «ανθρώπινα σκουπίδια» που πρέπει να πεταχτούν, όπως πρόσφατα είχε δηλώσει και στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πιστή στο δόγμα του «νόμου και της τάξης» που υιοθέτησε από την πρώτη μέρα της ανάληψης της κυβερνητικής εξουσίας, συνεχίζει να εφαρμόζει τη βάρβαρη αντι-μεταναστευτική της πολιτική, η οποία έχει οδηγήσει στον εγκλωβισμό χιλιάδων προσφύγων στα άθλια στρατόπεδα συγκέντρωσης, που έχουν καταλήξει να είναι τα κέντρα φιλοξενίας των προσφύγων. Στον δρόμο που έστρωσε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως η προκλητική αδιαφορία της ΕΕ απέναντι στα κύματα των κατατρεγμένων προσφύγων και μεταναστών, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να διαχειριστεί την αύξηση των προσφυγικών ροών είτε με επαναπροωθήσεις προσφύγων στην Τουρκία είτε με τη μεταφορά τους στην ηπειρωτική χώρα. Από την άλλη, η πολλά υποσχόμενη «επιτάχυνση» στη διαδικασία χορήγησης ασύλου αποδείχτηκε πως ήταν κούφια λόγια, ενώ η πολιτική της επαναπροώθησης όσων δε δικαιούνται άσυλο στην Τουρκία δείχνει το βάρβαρο αντι-μεταναστευτικό πρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας.
Η δήλωση του υπουργού Δημόσιας Τάξης Μιχάλη Χρυσοχοϊδη για την άμεση μεταφορά 20.000 προσφύγων στην ηπειρωτική Ελλάδα για την αποσυμφόρηση των νησιών αποτελεί το λιγότερο κοροϊδία, όταν τα καραβάνια των προσφύγων συνεχώς αυξάνονται και όταν ο αριθμός των αφίξεων στη χώρα μας είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από τον ρυθμό αναχώρησής τους προς άλλες δομές της χώρας.
Πέρα βέβαια από την ανακύκλωση του προβλήματος και τη μεταφορά του σε άλλες περιοχές, η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται οι πρόσφυγες, πέρα από αναλγησία, δείχνει και την ανικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί το προσφυγικό ζήτημα. Τα παρακάλια του πρωθυπουργού στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ για τη χορήγηση περαιτέρω βοήθειας σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του προσφυγικού, καθώς και η πολιτική κατευνασμού απέναντι στις τουρκικές απειλές στο Αιγαίο και την Κύπρο αποκάλυψαν για μία ακόμη φορά την πολιτική υποτέλειας απέναντι στα ιμπεριαλιστικά αφεντικά. Παράλληλα, η ΕΕ, σαν άλλος Πόντιος Πιλάτος, συνεχίζει προκλητικά να αδιαφορεί για τους πρόσφυγες, όταν βέβαια δεν τους ορθώνει φράχτες και τείχη ή δεν τους πνίγει στις θάλασσες της Μεσογείου.