Εφιαλτικό για τα νοικοκυριά είναι το ύψος της ακρίβειας που ενδημεί στη χώρα μας ακόμα και για τα βασικά είδη κατανάλωσης και κυρίως στα τρόφιμα. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι πως θα δουν και άλλα είδη να γίνονται απλησίαστα, την ίδια στιγμή που η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της μαύρης λίστας από τις ευρωπαϊκές χώρες που έχουν τη μεγαλύτερη ακρίβεια.
Χαρακτηριστικά στα σούπερ μάρκετ οι τιμές αυξήθηκαν κατά 7,2%, το ενδεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2023 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η εταιρεία ερευνών Circana. Στο διάστημα αυτό, οι μεγαλύτερες ανατιμήσεις καταγράφονται στα καθαριστικά κατά 9,1%, στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας 7,2% και στα τρόφιμα κατά 7,1%. Τα λαχανικά και τα κηπευτικά αυξήθηκαν κατά 14,8%, τα φρούτα 12,3%, ενώ στο ελαιόλαδο η αύξηση έφτασε στο 72,4% και στα κρέατα ήταν 6,3%. Ο απόλυτος πρωταγωνιστής της ακρίβειας ωστόσο είναι το ελαιόλαδο το οποίο ανατιμήθηκε κατά 58,5%, τον περασμένο Δεκέμβριο. Και όπως διαχέεται από παράγοντες της αγοράς, οι τιμές θα ανέβουν κι άλλο… καθώς ταβάνι δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Η καταφυγή σε αγαθά ιδιωτικής ετικέτας από τους καταναλωτές δεν φαίνεται να αποτελεί διέξοδο, αφού καταγράφονται και στα είδη αυτά ανατιμήσεις, ενώ οι πωλήσεις τους το διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου 2023 αυξήθηκαν κατά 11%, με το μερίδιό τους να ανέρχεται πλέον στο 26,3% από 25,8% το αντίστοιχο διάστημα το 2022.
Τώρα συνολικά, ο τζίρος στη λιανική πώληση στο ενδεκάμηνο του 2023 αυξήθηκε σε αξία κατά 9,5% και σε όγκο κατά 2,2%, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, αλλά αυτό δεν αφορά σε κάποια μαζική καταναλωτική διάθεση, απλά αντανακλά με ένα σαφή τρόπο την αύξηση που προκύπτει από τις ανατιμήσεις των ειδών.
Η κυβέρνηση επαναλαμβάνοντας το μότο πως η ακρίβεια είναι βασικά εισαγόμενη ενεργεί σπασμωδικά και κυρίως επικοινωνιακά επιβάλλοντας (;) πρόστιμα σε εταιρείες για αδικαιολόγητες ανατιμήσεις στα αγαθά που είτε παράγουν είτε εμπορεύονται. Πάντως τα πρόστιμα αυτά δεν αντιστοιχούν παρά στο 0,1% του ετήσιου τζίρου των επιχειρήσεων αυτών που «τιμωρήθηκαν».
Ο αρμόδιος υπουργός Σκρέκας σε συνεννόηση με τον Μητσοτάκη ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες μέτρα όπως απαγόρευση σε εταιρείες που αυξάνουν τις τιμές των αγαθών να κάνουν προωθητικές ενέργειες για τρεις μήνες. Τόσο «σκληρά μέτρα» δηλαδή…
Για το βρεφικό γάλα για παράδειγμα – για το οποίο άνοιξε μεγάλος κύκλος συζήτησης – σε εταιρείες που παράγουν, εισάγουν και διακινούν το γάλα στην Ελλάδα επιβάλλεται πλαφόν που ορίζεται ως το άθροισμα του λειτουργικού κόστους της εταιρείας για τη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων και εμπορικού κέρδους 7%. Οπότε με το λεγόμενο λειτουργικό κόστος είναι στην ευχέρεια της κάθε επιχείρησης να το αυξάνει κατά το δοκούν και να «παίζει» με την τιμή που βρίσκεται στο ράφι.
Στο μεταξύ σύμφωνα με έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ και μία ανάλογη του Οικονομικού Πανεπιστημίου που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, 6 στα 10 νοικοκυριά βλέπουν το εισόδημά τους να εξανεμίζεται στα μέσα του κάθε μήνα, 7 στα 10 από τις αυξήσεις στα τρόφιμα έχουν περιορίσει δαπάνες, και 8 στα 10 θεωρούν πως τα κυβερνητικά μέτρα είναι τουλάχιστον ανεπαρκή. Χωρίς ωστόσο αυτό να μεταφράζεται σε έντονη λαϊκή αντίδραση που θα ήταν και το ζητούμενο, οπότε το ζήτημα αυτό θα πρέπει να απασχολήσει με μια προτεραιότητα δυνάμεις και ανθρώπους που κατανοούν πως χωρίς μαζικές αντιδράσεις τίποτα δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί.