Το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ) στεγάζει τις λειτουργίες του στο κτήριο της οδού 3ης Σεπτεμβρίου από το 1983. Όμως ο διπλός πέλεκυς της συνδικαλιστικής ύφεσης/επίθεσης στον συνδικαλισμό και του υπερτουρισμού ετοιμάζεται (στο τέλος Νοεμβρίου 2024) να διακόψει την υπερτεσσαρακονταετή λύση με την οποία είχε βολευτεί το μεγαλύτερο εργατικό κέντρο της χώρας, καθώς οι ιδιώτες ιδιοκτήτες του πολυώροφου κτηρίου προσβλέπουν στη μετατροπή του σε ξενοδοχείο: το ενοίκιο των 6.100 ευρώ που σήμερα λαμβάνουν, τους φαίνεται μικρό, μπροστά στις προοπτικές του κέρδους από μια τουριστική επιχείρηση ακριβώς στο κέντρο της πόλης.

Το κτήριο του ΕΚΑ δεν φιλοξενούσε μόνο γραφεία για τις διοικητικές ανάγκες του εργατικού κέντρου, αλλά πρόσφερε στέγη και στις κυρίαρχες παρατάξεις, και σε μια σειρά (περίπου 60) σωματείων. Όπως θα μπορούσε δυστυχώς να υποθέσει κανείς, και όπως καταγγέλλεται και από παρατάξεις, για τη διάθεση των χώρων οι οποίοι αντικειμενικά δεν επαρκούν για όλους (σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του, το ΕΚΑ «αποτελεί την μεγαλύτερη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση της χώρας. Ο χώρος δράσης του είναι το πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας. Απαρτίζεται από 416 Πρωτοβάθμια Σωματεία μέλη που εκπροσωπούν 295.000 περίπου εργαζόμενους στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας») εδώ και χρόνια δίνονται μάχες συσχετισμών. Τέλος πάντων, είναι και αυτή μια μάχη, ποιος θα προλάβει να εγκατασταθεί.

Όλες οι παρατάξεις που αναφέρονται στην αριστερά πολύ ορθώς έκαναν και κατήγγειλαν και την κυβέρνηση, και τις πολιτικές της τουριστικοποίησης (καταρχάς) του κέντρου της Αθήνας, και τις πρακτικές εκπαραθύρωσης εν γένει του συνδικαλισμού, εν προκειμένω του ΕΚΑ και πολλών πρωτοβάθμιων σωματείων. Όμως δεν τα είπαν όλα.

Μάλιστα στις ανακοινώσεις του ΠΑΜΕ δεν υπάρχει ούτε για δείγμα φράση που έστω να υπαινίσσεται ή να επιτρέπει πεδίο ερμηνείας ότι τα σωματεία ΔΕΝ πρέπει να είναι εξαρτημένα από τις εκάστοτε κυβερνητικές διαθέσεις, αλλά να προσπαθούν τουλάχιστον να οργανώνουν αυτόνομα τη λειτουργία τους και να διασφαλίζουν την ύπαρξή τους.

«Η κυβέρνηση έχει τεράστιες ευθύνες…» σημειώνει το ΠΑΜΕ «…αφού οφείλει να παραχωρήσει κτίριο στο ΕΚΑ, αλλά αρνείται να το κάνει». Το ΠΑΜΕ μάλιστα προχωράει σε γνήσια επίπεδα διαχείρισης, κάνοντας αναφορά στις ανακοινώσεις του για «κενά και αναξιοποίητα κτήρια στο κέντρο της Αθήνας και ανήκουν στη ΔΥΠΑ και στον ΕΦΚΑ», τα οποία θα μπορούσαν να είναι η απάντηση στην ως τώρα «άρνηση της κυβέρνησης να παραχωρήσει κτίρια που έχουν φτιαχτεί από τις ασφαλιστικές μας εισφορές, για τη στέγαση του ΕΚ και των συνδικάτων».

Η αλήθεια είναι ότι είναι δύσκολο να περιμένει κανείς πολλά περισσότερα από μια παράταξη και, κυρίως, από ένα …κομμουνιστικό κόμμα που είναι αγκαλιά με την κρατικοδίαιτη λογική στη λειτουργία του. Το ΚΚΕ, που έχει το θράσος να αναφέρεται στις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, ασφαλώς και είναι υποχρεωμένο «να ξεχάσει» εδώ την αξίωση για ανεξάρτητο συνδικαλισμό, και απεγκλωβισμό από την κρατική εξάρτηση. Τι καλύτερο θα μπορούσε να κάνει ένα κόμμα το οποίο κάθε χρόνο εισπράττει κυβερνητικό χρήμα («τακτική κρατική χρηματοδότηση» αλλά και «κρατική χρηματοδότηση για ερευνητικούς και επιμορφωτικούς σκοπούς»), αλλά και ευρωπαϊκά κονδύλια, απευθείας από τις τσέπες των φορολογούμενων; «Κομμένη η συνδιαλλαγή με το κράτος»;

Αλλά εδώ, το οικονομικό ξεζούμισμα των εργαζομένων (περί το ένα εκατομμύριο ευρώ ή και περισσότερο ανά έτος, τα τελευταία χρόνια) δεν μετράει, διότι είναι για καλό σκοπό.