Συγκροτήθηκε η 31μελής Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για το έγκλημα στα Τέμπη, με την πλειοψηφία της, τα 16 μέλη, να προέρχονται από το κυβερνών κόμμα της ΝΔ και τα υπόλοιπα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Μονοκομματικό και το προεδρείο της, με πρόεδρο το βουλευτή της ΝΔ Δ. Μαρκόπουλο, αντιπρόεδρο την βουλευτίνα της ΝΔ Κ. Παπακώστα και γραμματέα τον βουλευτή της ΝΔ Α. Μπαρτζώκα, παρά τις εκκλήσεις του ΚΚΕ, που πήρε την πρωτοβουλία για τη συγκρότηση της Επιτροπής, για διακομματικό Προεδρείο.
Και μόνον αυτό το στοιχείο αρκεί για να προδιαγράψει και το αποτέλεσμά της. Αν σε αυτό προστεθεί το γεγονός ότι ο Υπουργός Επικρατείας της κυβέρνησης Μ. Βορίδης δήλωσε κατηγορηματικά στη Βουλή ότι για την κυβέρνηση δεν προκύπτουν ποινικές ευθύνες για τον τότε αρμόδιο υπουργό της, Κ. Καραμανλή -και ως εκ τούτου δεν πρόκειται να δεχτεί την σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής- προκύπτει αβίαστα ότι θα έχουμε ένα γενικό πόρισμα της πλειοψηφίας που θα απαλλάσσει την κυβέρνηση από ποινικές ευθύνες, θα παραπέμπει σε «παθογένειες του συστήματος» και σε ευθύνες σιδηροδρομικών υπαλλήλων (ελεγκτή, επόπτη, γιατρού κ.ά.) και σε άλλα -πιθανά- μειοψηφικά πορίσματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Άλλωστε, η κυβέρνηση είχε δεχτεί αμέσως και ασμένως την πρόταση του ΚΚΕ για τη σύσταση της Εξεταστικής Επιτροπής, διευκρινίζοντας ότι δεν συμφωνεί με το περιεχόμενο της πρότασης και προδιαγράφοντας με σαφήνεια την έκβασή της, επειδή ήθελε να δείξει στους διαμαρτυρόμενους συγγενείς των θυμάτων, αλλά και στον ελληνικό λαό, ότι επιθυμεί δήθεν την διαλεύκανση της υπόθεσης και για να ξεφύγει από τη δυσμενή θέση που την είχαν οδηγήσει οι κυνικές και προκλητικές δηλώσεις του Α. Γεωργιάδη.
Έτσι, καταψήφισε και την πρόταση ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, που δεν ήθελαν την Εξεταστική, για να μην επεκταθεί η συζήτηση στην περίοδο της δικής της διακυβέρνησης, «βγαίνοντας από αριστερά» στο ΚΚΕ, που έκανε μια πρόταση, που αντικειμενικά ήρθε να βολέψει τη ΝΔ.
Μάλιστα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης κάλεσε το ΚΚΕ να αποσύρει την πρότασή του, με το επιχείρημα ότι «δεν θέλουν να οδηγηθεί τίποτα σε προανακριτική επιτροπή, για να καλύψουν τον κύριο υπεύθυνο και πρωταγωνιστή, τον κ. Καραμανλή, που έβαλε στο συρτάρι του το πόρισμα της Αρχής Διαφάνειας», ενώ και εκείνος προφανώς γνώριζε την έκβαση της δικής του πρότασης, αφού για την ψήφισή της απαιτείτο η απόλυτη πλειοψηφία (151 ψήφοι) επί του συνόλου των βουλευτών.
Η πρόταση μάλιστα του ευρωπαιόλαγνου ΠΑΣΟΚ, επικαλούνταν κυρίως την έρευνα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής, η οποία διερευνά μόνο την οικονομική ζημιά που μπορεί να έχει συντελεστεί εις βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ και της χώρας.
Αν ακόμη προσθέσει κανείς και την απόφαση -η Επιτροπή θα πρέπει να εκδώσει το πόρισμά της σε τριάντα μέρες από τη συγκρότησή της- αντιλαμβάνεται το όλο φιάσκο.
Έτσι μέσα από αυτό το «γαϊτανάκι», τα αστικά κόμματα, κυβέρνηση-αντιπολίτευση, «βγήκαν στον αφρό», καταφέρνοντας να αποφύγουν τον τομέα των ευθυνών, που ήθελε το καθένα να αποποιηθεί, ποινικές-πολιτικές αντίστοιχα, έτσι ώστε αυτές να διαχυθούν και τα ίδια να ξεπλυθούν από το «άγος» του εγκλήματος.
Και απέμεινε το ΚΚΕ να υπερασπίζεται την πρότασή του για Εξεταστική, γιατί αυτή είχε εν δυνάμει τη δυνατότητα να εξελιχθεί και σε Προανακριτική, πράγμα που ήταν εκ των προτέρων δεδομένο, να αναγκάζεται στη συνέχεια να ψηφίσει και την πρόταση για Προανακριτική και να προσπαθεί με εκτεταμένη αρθρογραφία να δικαιολογήσει τη θέση του, με το επιχείρημα ότι «διασφαλίζει τη διερεύνηση όλων των πτυχών του εγκλήματος» και ότι «χωρίς την πρόταση του ΚΚΕ για Εξεταστική δεν θα υπήρχε διερεύνηση».
Για να προσπαθήσει ο γραμματέας του ΚΚΕ Κ. Κουτσούμπας να συμμαζέψει κάπως τα πράγματα δηλώνοντας στη Βουλή : «Όχι ότι έχουμε αυταπάτες για τα όρια που θα έχει και αυτή η Εξεταστική, όπως και τόσες στο παρελθόν, με δεδομένη την πλειοψηφία που υπάρχει», αλλά γιατί «θα έχουμε την ευκαιρία, τουλάχιστον από τη μεριά μας, να αναδείξουμε τις πραγματικές αιτίες και τους ενόχους για το έγκλημα».
Λες και χρειάζεται το «θέατρο» της Εξεταστικής στη Βουλή για να γίνουν γνωστές οι «πτυχές» του εγκλήματος και να φανεί ο πραγματικός ένοχος και ηθικός αυτουργός:
Η πολιτική της ΕΕ και όλων των κυβερνήσεων για τους σιδηροδρόμους, η πολιτική της απελευθέρωσης των συγκοινωνιών, την οποία έχουν υπηρετήσει μέχρι σήμερα όλοι:
Με το ΠΑΣΟΚ να προσαρμόζει την Εθνική νομοθεσία με την Κοινοτική, να κομματιάζει τον ΟΣΕ σε ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ, ΓΑΙΟΣΕ και άλλες μικρότερες εταιρείες, με το ΣΥΡΙΖΑ να πουλάει την ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους ιταλικούς σιδηροδρόμους αντί πινακίου φακής (45 εκ. ευρώ, όσο μια τηλεοπτική άδεια), με τη ΝΔ να ολοκληρώνει την απορρόφηση της εταιρείας συντήρησης τροχαίου υλικού από την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με την αμαρτωλή σύμβαση 717 -και άλλες συμβάσεις- να τις έχουν υπηρετήσει όλοι και με τον ανεπανάληπτο «αρμόδιο» υπουργό Κ. Καραμανλή να δηλώνει λίγο πριν το έγκλημα στη Βουλή: «Είναι ντροπή και ντρέπομαι, που θέτετε θέματα ασφαλείας. Θα ήθελα να ανακαλέσετε αμέσως. Μια υπεύθυνη πολιτεία, δεν μπορεί να παίζει με την ασφάλεια των επιβατών».
Και για του λόγου το αληθές των όσων αναφέρουμε παραπάνω, ήρθε ο «Ριζοσπάστης» (29/11/2023) να τα επιβεβαιώσει, «διαμαρτυρόμενος» σε άρθρο του με τίτλο: ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΑ ΤΕΜΠΗ Προσπάθεια εκφυλισμού από την κυβέρνηση και τα άλλα αστικά κόμματα «με το καλημέρα», που «καβγάδιζαν» επί ώρες για διαδικαστικά ζητήματα»:
Ο Θ. Πλεύρης (ΝΔ), ότι η Επιτροπή πρέπει να ζητήσει γνωμοδότηση από την Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής για τη νομιμότητα συμμετοχής της Ζ. Κωνσταντοπούλου επειδή είναι συνήγορος συγγενών θυμάτων, η Κωνσταντοπούλου να ζητάει εξαίρεση βουλευτών της ΝΔ, το ΚΚΕ να μην έχει αντίρρηση να σταλεί ερώτημα στην Επιστημονική Επιτροπή κλπ, με δεδομένες τις αντιφάσεις που δημιουργούνται σε ζητήματα εξαίρεσης από τον αντιδημοκρατικό χουντικό νόμο «περί ευθύνης υπουργών», «εκσυγχρονισμένου» από το συνταγματολόγο Ε. Βενιζέλο επί ΠΑΣΟΚ, που δίνει ουσιαστικά τη δυνατότητα στο αστικό σύστημα να «κουκουλώσει» τα πράγματα, να προστατεύσει τα «παιδιά» του και τους υπηρέτες του με συγκάλυψη των πολιτικών και ποινικών ευθυνών τους.
Και μέσα σε όλα αυτά ήρθε και ο Σύλλογος των συγγενών των θυμάτων του εγκλήματος να καταγγείλει ότι πολύ γρήγορα στην περιοχή της σύγκρουσης ρίχτηκε χαλίκι, αλλοιώθηκαν στοιχεία και μεταφέρθηκαν οι συρμοί.
Παράλληλα, στην επικαιρότητα παραμένει και το σκάνδαλο των υποκλοπών, όπου στο στόχο του παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού «Predator», ελεγχόμενου -όπως αναφέρεται από κύκλους του «Μαξίμου»- βρέθηκε και ο υπουργός της ΝΔ Μ. Βορίδης ο οποίος, παρότι ενημερώθηκε, δεν ξιφούλκησε -όπως θα έκανε για άλλα ζητήματα-, δεν στράφηκε νομικά εναντίον των ωτακουστών του και κήρυξε «ισπανική υποχώρηση», για ευνοήτους λόγους.
«Κατάφερε» έτσι ο νεόκοπος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Κασσελάκης, «να κάνει αντιπολίτευση», καυτηριάζοντας τη «σιωπή» του Μ. Βορίδη με τη δήλωση πως, «ο ατρόμητος υπουργός ζαρώνει από φόβο».
Μετά την Εξεταστική, άλλη μια πράξη στο θέατρο των εντυπώσεων και του αποπροσανατολισμού του λαού.