«Ιστορική» χαρακτήρισαν τα αστικά ΜΜΕ τη νέα Στρατηγική Συμφωνία ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γαλλία που υπογράφηκε στις 28 Σεπτέμβρη, συγκαλύπτοντας με τον τρόπο αυτό την εμβάθυνση των δεσμών εξάρτησης της χώρας μας από την ιμπεριαλιστική Γαλλία.
Πιο συγκεκριμένα, η «Στρατηγική Εταιρική Σχέση για τη Συνεργασία στην Άμυνα και στην Ασφάλεια» στην οποία κατέληξαν οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών προβλέπει την αγορά από το ελληνικό κράτος 3 γαλλικών φρεγατών «Belharra», με δυνατότητα προμήθειας άλλης μίας τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ ανοιχτό παραμένει το ενδεχόμενο απόκτησης 4 κορβετών «Gowind» στο προσεχές μέλλον.
Ωστόσο, βασικό στοιχείο της συμφωνίας αποτελεί η ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής σε περίπτωση που μια από τις δύο χώρες δεχθεί επίθεση στην επικράτειά της, διάταξη που αναμφίβολα συνιστά μία ποιοτική αναβάθμιση των βαθιών δεσμών εξάρτησης της χώρας μας από το γαλλικό ιμπεριαλισμό. Η ύπαρξη μιας τέτοιας ρήτρας στη συμφωνία, ανεξάρτητα αν παρουσιάζεται από τα εγχώρια ΜΜΕ ως «θωράκιση της χώρας απέναντι στις τουρκικές απειλές», στην πραγματικότητα αποτελεί μία προσπάθεια της Γαλλίας να στείλει μηνύματα τόσο στην Τουρκία όσο και στις ΗΠΑ, στα οποία θα αναφερθούμε παρακάτω.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε από το Παρίσι πως η συμφωνία έχει «εθνικό κίνητρο καθώς θωρακίζει την πατρίδα μας, έχει όμως και ευρωπαϊκό αφού ενισχύει την κοινή αμυντική μας βιομηχανία». Η παρουσίαση της συμφωνίας από τον εγχώριο τύπο με τους ηχηρούς και πομπώδεις τίτλους για «την αμυντική θωράκιση της χώρας», τη «γεωπολιτική και στρατιωτική αναβάθμιση της Ελλάδας», τη «διαμόρφωση νέων γεωπολιτικών δεδομένων στην Ευρώπη», αλλά και οι δηλώσεις του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Φλώρου για τα «ξύλινα τείχη» και το «θεόρατο κύμα» αποτελούν στο σύνολό τους δηλώσεις συγκάλυψης τόσο του οικονομικού σκέλους της συμφωνίας που θα καλεστεί να πληρώσει ο λαός μας, όσο και του πολιτικού, που στην πραγματικότητα μετατρέπει τη χώρα μας σε προγεφύρωμα των ιμπεριαλιστικών βλέψεων της Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Βόρεια Αφρική.
Η συμφωνία αυτή έρχεται ως συνέχεια της αγοράς των 24 γαλλικών αεροσκαφών «Rafale» και το κόστος της υπολογίζεται στα 5 δισ. ευρώ. Συνυπολογίζοντας το κόστος αγοράς ακόμη μίας φρεγάτας και 4 κορβετών και σε συνδυασμό με τα 2 περίπου δισ. που κόστισαν τα «Rafale» και τα πυρομαχικά τους, ο ελληνικός λαός φορτώνεται στις πλάτες του πάνω από 10 δισ. μέσα σε ένα χρόνο. Την ίδια στιγμή που πετσοκόβονται εργασιακά δικαιώματα και πάνω από το 1/3 της ελληνικής κοινωνίας ζει στο όριο και κάτω από το όριο της φτώχειας, αποτελεί πραγματική πρόκληση η νέα εξοπλιστική συμφωνία, που για μια ακόμη φορά θα πληρωθεί με τον ιδρώτα και τις θυσίες του λαού μας. Και φυσικά, αυτού του τύπου οι συμφωνίες αναδεικνύουν και τον κυνισμό του ντόπιου πολιτικού προσωπικού, που δε διστάζει να μειώνει συνεχώς τις δαπάνες για τη δημόσια Υγεία, την Παιδεία και την Κοινωνική Ασφάλιση, να μιλάει για «τα λεφτόδεντρα» που «μας τέλειωσαν», αλλά ταυτόχρονα σε μία νύχτα να υπογράφει συμφωνίες εκατοντάδων εκατομμυρίων, που όχι μόνο δεν ενισχύουν την άμυνα της χώρας, αλλά στην πραγματικότητα βαθαίνουν τα δεσμά υποτέλειας του λαού μας και τον εμπλέκουν στα επικίνδυνα φιλοπόλεμα σχέδια των ιμπεριαλιστών.
Η διαρκώς αυξανόμενη τουρκική επιθετικότητα τα τελευταία χρόνια, η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λοζάνης και η έμπρακτη παραβίασή της στο Καστελόριζο, τη Ρόδο, την Κρήτη και αλλού, έχουν οδηγήσει τόσο την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όσο και την προηγούμενη του ΣΥΡΙΖΑ, σε αναζήτηση ξένης προστασίας των ελληνικών θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως πριν από λίγες μέρες, κατά την πρώτη μέρα διεξαγωγής της άσκησης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων «Παρμενίων 21», πραγματοποιήθηκαν 40 (!) παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη. Για το λόγο αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη προχώρησε στην αγορά των Rafale, για το λόγο αυτό υπέγραψε τη νέα συμφωνία υποτέλειας με την Γαλλία και για τον ίδιο ακριβώς λόγο θα προχωρήσει τις επόμενες μέρες στη νέα (πενταετή… και βάλε) συμφωνία με τις ΗΠΑ για την αναβάθμιση και επέκταση των αμερικανονατοϊκών βάσεων. Μάλιστα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, για να μην αφήσει δυσαρεστημένα τα ιμπεριαλιστικά αφεντικά των ΗΠΑ για την υπογραφή της συμφωνίας με την Γαλλία, φρόντισε να υπογραμμίσει πως «Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να δούμε αυτή την πολύ σημαντική συνεργασία ως αντιστάθμισμα άλλων σχέσεων που έχει η χώρα».
Από την άλλη πλευρά, η συμφωνία αυτή έχει πολλαπλή σημασία και για τη Γαλλία, ιδιαίτερα μπροστά στην εξέλιξη του ανταγωνισμού της με την Τουρκία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής. Η επέμβαση της Τουρκίας στη Συρία και στη Λιβύη, η ενίσχυση της οικονομικής της δραστηριότητας στην Μεσόγειο και το Αιγαίο, αλλά και η στρατιωτική της παρουσία στο Αζερμπαϊτζάν και το Ιράκ πιστοποίησαν το σημαντικό ρόλο της τελευταίας ως μίας ισχυρής περιφερειακής δύναμης, με δυνατότητα να επηρεάζει πολιτικές εξελίξεις προς όφελός της. Η αναβάθμιση αυτή της Άγκυρας έθεσε σε άμεσο κίνδυνο τα γαλλικά συμφέροντα, ενώ ταυτόχρονα οδήγησε και στην απώλεια θέσεων, όπως στην περίπτωση της Λιβύης. Παράλληλα, η συνεχής εμβάθυνση των ιμπεριαλιστικών δεσμών εξάρτησης της χώρας μας από τις ΗΠΑ, οδήγησαν την Γαλλία και την κυβέρνηση Μακρόν να προχωρήσουν στην υπογραφή των συμφωνιών με την Ελλάδα, ακριβώς σε μία προσπάθεια αντισταθμίσματος των απωλειών του τελευταίου διαστήματος στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού και αναβάθμισης του ρόλου του γαλλικού ιμπεριαλισμού στην ευρύτερη περιοχή μας. Η πρόταση, άλλωστε, Μακρόν, για τη δημιουργία αυτόνομου ευρωστρατού, αποτελεί μία μομφή προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και εξυπηρετεί τα ευρύτερα συμφέροντα της ΕΕ απέναντι στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Ο ελληνικός λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει από την αμυντική συμφωνία Ελλάδας και Γαλλίας και την αγορά των νέων φρεγατών που θα πληρωθούν από το μόχθο και τη δουλειά του. Βασικό ζητούμενο αποτελεί η ενίσχυση της αντιιμπεριαλιστικής πάλης για την αποτίναξη των δεσμών της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης και υποτέλειας και για την υπεράσπιση-κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Αυτός είναι και ο βασικός παράγοντας που μπορεί να βάλει φραγμό στα ιμπεριαλιστικά επιθετικά σχέδια και στα σενάρια πολέμου στη χώρα μας και την ευρύτερη περιοχή.