Πυκνές και άκρως επικίνδυνες εξελίξεις διαδραματίζονται, το τελευταίο διάστημα, στην περιοχή μας. Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας αποκτά πλέον πολεμικά χαρακτηριστικά. Οι συνεχείς εμπρηστικές δηλώσεις του Ερντογάν και πλήθους κυβερνητικών παραγόντων, ευθέως απειλητικές απέναντι στην ελληνική εθνική κυριαρχία, η παρατεινόμενη, κλιμακούμενη παραβίαση ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων και η επιθετική κινητοποίηση της πολεμικής μηχανής της Τουρκίας στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή επιβεβαιώνουν τη σταθερή προσήλωση της τουρκικής ολιγαρχίας στο «Δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας». Ένα δόγμα που αποτυπώνει τη στρατηγική της και υπηρετείται από σύσσωμο το πολιτικό της προσωπικό, από τον Ερντογάν και τους ακραίους εθνικιστές κυβερνητικούς εταίρους του έως την κεμαλική αντιπολίτευση.
Η Τουρκία των 83 εκατ. κατοίκων και των 780.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που βρίσκεται στη 10η θέση παγκοσμίως όσον αφορά τον πληθυσμό της και τη 15η θέση σε ό,τι αφορά την οικονομία της, χώρα της ομάδας των G20, δεν αρκείται, δεν περιορίζεται στο ρόλο που διαδραμάτιζε πριν κάποια χρόνια. Επιδιώκει να καταστεί μια ισχυρή χερσαία και ναυτική δύναμη. Διεκδικεί πλέον ρόλο ισχυρής περιφερειακής δύναμης.
Οι στρατηγικές στοχεύσεις της δεν εξαντλούνται στην οικειοποίηση πιθανών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Επιχειρεί επέκταση της κρατικής κυριαρχίας της, δραστική διεύρυνση των περιοχών ελέγχου της και των γεωστρατηγικών της συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, αλλά και στην Ερυθρά και Αραβική Θάλασσα, τον Περσικό Κόλπο, τη Βόρεια Αφρική, τη Δυτική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Αυτές είναι οι φιλοδοξίες και οι διακηρυγμένοι στόχοι της, τους οποίους προωθεί μεθοδικά με διευρυνόμενες επιθετικές κινήσεις. Το αν θα μπορέσει τελικά να τους υλοποιήσει, εν μέρει ή σε μεγάλο βαθμό, είναι ένα άλλο, ανοιχτό ζήτημα.
Ανατροπές, ανακατατάξεις και η «Γαλάζια Πατρίδα»
Η στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας» είναι απολύτως συνυφασμένη με τις διεθνείς και περιφερειακές συνθήκες της μεταβατικής εποχής στην οποία έχει εισέλθει ο πλανήτης, όπου συνεχείς ανατροπές και ανακατατάξεις συντελούνται και νέες γεωπολιτικές ισορροπίες διαμορφώνονται που αναδιατάσσουν το γεωπολιτικό περιβάλλον.
Οι σταθερές που σφράγισαν τον προηγούμενο αιώνα αμφισβητούνται και κλονίζονται. Οι ΗΠΑ έχουν περάσει το απόγειο της δύναμής τους και αντιμετωπίζουν, πλέον, την αμφισβήτηση της παγκόσμιας ηγεμονικής τους θέσης και την προοπτική απώλειάς της. Η άλλοτε δεδομένη συνοχή της Δυτικής Συμμαχίας (ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ) παρουσιάζει ρωγμές και αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα και η αναγκαιότητά της και στις δύο ακτές του Ατλαντικού. Η ακρωτηριασμένη από το Brexit ΕΕ δοκιμάζεται από μια βαθύτατη και ολόπλευρη κρίση. Η Ρωσία έχει επανακάμψει στην ιμπεριαλιστική αρένα και διευρύνει την επιρροή και παρέμβασή της. Και τέλος, η αλματωδώς αναπτυσσόμενη οικονομικά Κίνα -δεύτερη ισχυρότερη οικονομία σήμερα- δημιουργεί μεθοδικά ερείσματα και προϋποθέσεις ισχυρού παγκόσμιου ρόλου και προβάλλει ως ο στρατηγικός ανταγωνιστής και αντίπαλος της αμερικανικής υπερδύναμης.
Στην ευρύτερη περιοχή μας, τη Μέση Ανατολή, τη Μεσόγειο, τα Βαλκάνια, ένα ασταθές και ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον έχει διαμορφωθεί, που επαναπροσδιορίζεται στο έδαφος του σφοδρού ανταγωνισμού των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Ρωσίας, Κίνας πρωτίστως, αλλά και Γερμανίας, Γαλλίας, Βρετανίας), με την εμπλοκή και ισχυρών περιφερειακών δυνάμεων (Τουρκίας, Ιράν, Ισραήλ, Σαουδικής Αραβίας).
Αυτές τις συνθήκες, όπου δημιουργούνται όροι και δυνατότητες ευρύτερων γεωπολιτικών ανατροπών και ανακατατάξεων, εκμεταλλεύεται η τουρκική ολιγαρχία και προβάλλει τη γεωπολιτική της ισχύ και εκτόπισμα. Πρόκειται για μια Τουρκία σε εθνικιστικό παροξυσμό, που επιδεικνύει τους επεκτατικούς σκοπούς της και τη στρατιωτική της ισχύ. Οι προκλήσεις, οι επιθετικές ενέργειες και οι πολεμικές κινήσεις της διαδέχονται η μια την άλλη, ανοίγοντας ταυτόχρονα πολλά μέτωπα.
Προκλητική καταπάτηση ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων
Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο, η οποία προσλαμβάνει -πλέον- πολεμικά χαρακτηριστικά, σφραγίζει τις τρέχουσες εξελίξεις. Η ένταση έχει ανέβει κατακόρυφα. Η καταπάτηση ελληνικών και κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων συνεχίζεται προκλητικά, κατοχυρώνοντας διαρκώς νέα τετελεσμένα. Η χρονική επέκταση της «δραστηριότητας» του Ορούτς Ρέις για 90 μέρες ακόμη στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, με ανοιχτό και το πλέον επιθετικό ενδεχόμενο των ερευνών στα όρια των 6 μιλίων από τις ακτές ελληνικών νησιών, οι τουρκικές αεροναυτικές συνδυασμένες επιχειρήσεις με πυρά στο Κεντρικό Αιγαίο, η ευθεία αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα, η ενίσχυση των τουρκικών δυνάμεων στην κατεχόμενη Κύπρο, οι συνεχείς πολεμικές απειλές προστίθενται στις μέχρι τώρα επεκτατικές κινήσεις και διεκδικήσεις της Άγκυρας και δημιουργούν μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση για τους λαούς των δύο χωρών. Το δίλημμα που θέτει η τουρκική ολιγαρχία στην ελληνική είναι πόλεμος ή «διάλογος» με αποδοχή των όρων και των αξιώσεών της που οδηγούν σε εκχώρηση ελληνικής εθνικής κυριαρχίας και δραστική συρρίκνωση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η κατάσταση είναι εκρηκτική, με το ενδεχόμενο της πολεμικής εμπλοκής να δυναμώνει. Η τεράστια δύναμη πυρός που είναι ήδη συγκεντρωμένη στην ευρύτερη περιοχή ενισχύεται. Σε μια εύφλεκτη περιοχή, όπου μαίνονται ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πόλεμοι, κατεξοχήν πεδίο εκδήλωσης και δοκιμής της ιμπεριαλιστικής διαπάλης και των φιλοδοξιών περιφερειακών δυνάμεων, συνωστίζονται όλο και περισσότεροι στρατοί και πολεμικοί στόλοι.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η ελληνική ολιγαρχία, αποδυναμωμένη από την υπερδεκαετή οικονομική κρίση και τα επιβληθέντα -από τους εταίρους της- μνημόνια, πασχίζει να ισχυροποιήσει την επισφαλή θέση της και να διασφαλίσει τα συμφέροντά της μέσα από την ασφυκτικότερη πρόσδεση στις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ και την πειθήνια διεκπεραίωση των εντολών τους. Πρόκειται για μια εξαρτημένη αστική τάξη που οφείλει την υπόσταση και την επιβολή της εξουσίας της πάνω στον ελληνικό λαό, από την αρχική συγκρότηση του ελληνικού κράτους έως σήμερα, στον ιμπεριαλιστικό παράγοντα.
Με δεδομένη τη διαχρονική ανοχή ή και την ενθάρρυνση του τουρκικού επιθετισμού από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και τη Γερμανία, όλες οι κατά καιρούς ελληνικές κυβερνήσεις, και η σημερινή της ΝΔ, και όλο το αστικό πολιτικό σύστημα -με κάποιες περιθωριακές διαφοροποιήσεις-, έχουν ακολουθήσει την πολιτική του κατευνασμού και των υποχωρήσεων απέναντι στον επεκτατισμό της Άγκυρας. Και τώρα, που η «υποστήριξη» των προστατών τους εξαντλείται σε λεκτική «αλληλεγγύη» και σε υποδείξεις ταπεινωτικού διαλόγου με την Τουρκία, εξακολουθούν να δημαγωγούν για τις ισχυρές συμμαχίες τους και να συγκαλύπτουν την πραγματική έκταση των τουρκικών επιθετικών ενεργειών.
Αμήχανοι και πανικόβλητοι, στρώνουν το έδαφος για τον περίφημο επώδυνο συμβιβασμό, προβάλλοντας την παραπομπή στο Δικαστήριο της Χάγης σαν τη μόνη «ρεαλιστική» στρατηγική της χώρας. Και επιστρατεύουν «αναλυτές» και «συμβούλους» για να προετοιμάσουν το λαό ώστε να συμφιλιωθεί και αποδεχθεί την πολιτική του δήθεν ρεαλισμού και την «κουλτούρα του συμβιβασμού». Δηλαδή την πολιτική της υποταγής στους ιμπεριαλιστές και του ενδοτισμού στις τουρκικές διεκδικήσεις.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η προσκόλληση και εμμονή σε αναλύσεις που αντιστοιχούν σε δεδομένα του παρελθόντος, η παράβλεψη, η αποσιώπηση, η άρνηση, ή και η αντιστροφή ακόμη, των πραγματικών στοιχείων που καθορίζουν και συγκροτούν τη σημερινή πραγματικότητα δεν υπηρετούν τη λαϊκή υπόθεση, αδυνατούν να χαράξουν γραμμή που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κινήματος.
Το σχήμα των δύο εξαρτημένων ανταγωνιστικών αστικών τάξεων, της ελληνικής και της τουρκικής, που τις εξομοιώνει ως προς την εμβέλεια, τις δυνατότητες, την ασκούμενη πολιτική, τη μορφή και το βαθμό της εξάρτησής τους από τον ιμπεριαλισμό αντιβαίνει στην πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο, το σχήμα που παρουσιάζει ως αμυνόμενη την τουρκική ολιγαρχία απέναντι στον ελληνικό μαξιμαλισμό, εξαφανίζοντας τον τουρκικό επεκτατισμό.
Οι θέσεις για τη διεθνή κατάσταση και τις περιφερειακές εξελίξεις στην επίμαχη περιοχή που έχουν «παγώσει» στην εικόνα μιας προηγούμενης περιόδου και αγνοούν τις πολυσύνθετες γεωπολιτικές διεργασίες, αλλαγές και ανατροπές, τις νέες δυναμικές και τη ρευστότητα που χαρακτηρίζει την τρέχουσα ιστορική φάση, αντίκεινται στις εξελίξεις.
Δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά, με τον καθαρόαιμο τροτσκισμό να πρωτοστατεί, εγκλωβισμένες σε τέτοιες αναλύσεις, οδηγούνται σε αναπαραγωγή του αφηγήματος της τουρκικής ολιγαρχίας και υιοθετούν θέσεις που συμπίπτουν ή εξυπηρετούν τον ενδοτισμό της ελληνικής ολιγαρχίας.
Η ελληνική ολιγαρχία και το πολιτικό της σύστημα ποτέ δεν υπερασπίστηκε την εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία της χώρας μας. Πάντα υπήρξε συνεργάτης και όργανο των δυναστών της πατρίδας και του λαού. Και τώρα, οι ενέργειές της κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση.
Οι λαοί της Ελλάδας και της Τουρκίας δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν. Η ελληνοτουρκική φιλία, όμως, δεν οικοδομείται με την υποχωρητικότητα απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό και, πολύ περισσότερο, με την πειθήνια υπακοή στα ιμπεριαλιστικά προστάγματα. Μόνο η συνεπής αντιιμπεριαλιστική πάλη και η αποφασιστική προάσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μπορούν να αποτρέψουν επικίνδυνες εξελίξεις για να μην είναι το Αιγαίο θάλασσα έντασης και πολεμικών επεισοδίων αλλά θάλασσα ειρήνης και φιλίας των λαών της.