Οι κυρίαρχες τάξεις των καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης και οι προπαγανδιστικοί τους μηχανισμοί εμφανίζουν την ΕΕ σαν μια ένωση που εξυπηρετεί δήθεν τα συμφέροντα των λαών της Ευρώπης. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ένωση προς το συμφέρον των λαών, αλλά για συνένωση των καπιταλιστικών δυνάμεων εναντίον των λαών. Για την ακρίβεια, πρόκειται για συνένωση των κυρίαρχων τάξεων των ευρωπαϊκών χωρών κάτω από την ηγεμονία των ισχυρότερων καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης.
Κοινοί σκοποί της συνένωσης αυτής είναι: Η πιο αδιατάρακτη διαιώνιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας και η ενίσχυση της καπιταλιστικής κερδοφορίας μέσω της ανεμπόδιστης διεύρυνσης της σφαίρας δράσης του κεφαλαίου. Η από κοινού οργάνωση έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, της αγροτιάς και των άλλων λαϊκών μαζών της Ευρώπης και ο «υπερεθνικός» συντονισμένος περιορισμός και κατάπνιξη των ελευθεριών και δικαιωμάτων. Η εξασφάλιση για τα ευρωπαϊκά μονοπώλια όρων αποτελεσματικότερου ανταγωνισμού έναντι των μονοπωλίων των ΗΠΑ, Ιαπωνίας και Κίνας. Σε αυτούς τους βασικούς σκοπούς συνοψίζεται το ταξικό περιεχόμενο της ΕΕ.
Αυτό δεν παύει να διατηρεί αντιστοιχία προς το περιεχόμενο που προδιέγραψε στον καιρό του ο Λένιν, κριτικάροντας την ιδέα, τότε, περί μιας ενωμένης Ευρώπης (Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης) στο έδαφος του καπιταλισμού: «Φυσικά είναι δυνατές προσωρινές συμφωνίες ανάμεσα σε καπιταλιστές και ανάμεσα σε κράτη. Με αυτή την έννοια μπορεί να δημιουργηθούν και οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, σαν συμφωνία των ευρωπαίων καπιταλιστών… με ποιο σκοπό; Μόνο με το σκοπό να πνίξουν από κοινού το σοσιαλισμό στην Ευρώπη, να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστεμένες αποικίες ενάντια στην Ιαπωνία και την Αμερική». «…Οι Ενωμένες πολιτείες της Ευρώπης μέσα σε καπιταλιστικό καθεστώς είτε είναι απραγματοποίητες είτε είναι αντιδραστικές…».
Η σημερινή πραγματικότητα της ΕΕ επικυρώνει τη σημασία αυτής της πρόγνωσης. Το οικοδόμημα της ΕΕ, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις βασικές συνθήκες και όλες τις κατευθυντήριες οδηγίες προώθησης της λεγόμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης από τη «Λευκή Βίβλο» έως τους νεότερους ευρωτρομονόμους κλπ, είναι αντιδραστικό, σε πλήρη ασυμφωνία και αντίθεση με τα πραγματικά συμφέροντα των λαών.
Στην πράξη, οι δυο ισχυρότερες ιμπεριαλιστικές χώρες της Ευρώπης, Γερμανία, Γαλλία (αφού η Βρετανία αποχώρησε), μέσω της ΕΕ επιδιώκουν να περάσουν πιο αποφασιστικά το χαλινάρι τους στις οικονομίες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών και να επιβάλουν την πολιτική κηδεμονία τους πάνω σ’ αυτές. Τα συμφέροντα ακριβώς των ιμπεριαλιστικών αυτών δυνάμεων εξυπηρετεί πρώτα-πρώτα η ΕΕ, που η ίδια συγκλονίζεται κατά τα άλλα από αντιθέσεις και συγκρούσεις στο εσωτερικό της και από τον ανταγωνισμό για την ηγεμονία ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις.
Ωστόσο, επωφελούνται επίσης από την ΕΕ όχι μόνο οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που ηγεμονεύουν στην ΕΕ αλλά και οι κυρίαρχες τάξεις και όλων των άλλων καπιταλιστικών χωρών. Αν και οι κυρίαρχες τάξεις των χωρών αυτών βρίσκονται συχνά οι ίδιες σε θέση υποτελή απέναντι στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης, μπορούν ωστόσο στα πλαίσια της ΕΕ να οργανώνουν συστηματικότερα την εκμετάλλευση των εργαζομένων των δικών τους χωρών, να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους και κυρίως να εξασφαλίζουν έτσι την πολύπλευρη στήριξη και την εσωτερική ισχυροποίηση της αντιλαϊκής τους εξουσίας.
Τέτοια σε γενικές γραμμές είναι και η περίπτωση της Ελλάδας.
Σύμφωνα με τους ντόπιους απολογητές του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, είναι ευτύχημα και μεγάλη ωφέλεια για την Ελλάδα που έχει ενταχθεί στην ΕΕ και αποτελεί «ισότιμο μέλος» της «μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας». Ωφέλεια χωρίς αμφιβολία υπάρχει, όχι όμως «για την Ελλάδα», για τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και για την εργατική τάξη, αλλά για την κυρίαρχη μεγαλοαστική τάξη, για τις κλίκες της ντόπιας πλουτοκρατικής ολιγαρχίας, που πράγματι θησαυρίζουν καταδυναστεύοντας και λεηλατώντας πιο ασύδοτοι -με τις πλάτες της ΕΕ- το λαό. Η εργατική τάξη, η φτωχομεσαία αγροτιά, τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα της χώρας μας όχι μόνο δεν ωφελήθηκαν αλλά, όπως μαρτυρούν τα γεγονότα, ποτέ τις τελευταίες δεκαετίες δεν βρέθηκαν σε χειρότερη θέση από αυτήν που βρίσκονται σήμερα, ύστερα από την εφαρμογή των μνημονίων υποδούλωσης που εκπορεύτηκαν από τις Βρυξέλες και εξακολουθούν στο βασικό τους περιεχόμενο να εφαρμόζονται ανέπαφα μέχρι σήμερα.
Ο ελληνικός λαός αλλά και οι λαοί των άλλων καπιταλιστικών χωρών, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης, όλα αυτά τα χρόνια δοκιμάζονται σκληρά από τα αντεργατικά-αντιλαϊκά προγράμματα των ιθυνόντων της ΕΕ και περνούν όλο και χειρότερες μέρες. Και αυτό φάνηκε τρανταχτά το τελευταίο ιδιαίτερα διάστημα. Όταν είδαμε τη λαϊκή οργή να απλώνεται παντού, να μετασχηματίζεται σε μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις, σε παναγροτικό, πανευρωπαϊκό ξεσηκωμό, σε μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις και απεργίες στην Ισπανία, το Βέλγιο, τη Γερμανία, την Πολωνία, την Ιταλία, τη Γαλλία, όπου τα τελευταία χρόνια ο γαλλικός λαός αντιτάχθηκε σθεναρά και ανυποχώρητα για την ανατροπή των αντιδραστικών-αντεργατικών μέτρων, κόντρα στις τρομοκρατικές κατασταλτικές επιθέσεις της κυβέρνησης Μακρόν.
Αυτή είναι η πραγματικότητα που αντιπροσωπεύει η ΕΕ, αυτό είναι το περιεχόμενο και ο χαρακτήρας της πολυδιαφημισμένης «ευρωπαϊκής ενοποίησης» στο έδαφος του καπιταλισμού. Το να υποστηρίζει κάποιος την ενοποίηση αυτή και να μιλά σε ένα τέτοιο έδαφος για «Ευρώπη των εργαζομένων», σημαίνει μόνο ότι συγκαλύπτει την ιμπεριαλιστική πολιτική, ότι εξωραΐζει την ΕΕ, ότι καλλιεργεί ρεφορμιστικές αυταπάτες και ψευδαισθήσεις στους εργαζόμενους, πως η ΕΕ μπορεί να μετασχηματισθεί με βαθμιαίες «διορθώσεις» και από όργανο του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου να μετατραπεί σε όργανο εξυπηρέτησης των συμφερόντων των εργαζομένων. Τα πραγματικά συμφέροντα των εργαζομένων της Ευρώπης, και όχι μόνο της Ευρώπης, απαιτούν ίσα-ίσα το δυνάμωμα του ταξικού αγώνα, όχι για να ενισχυθεί η «ενοποίηση» που προωθεί ο ιμπεριαλισμός αλλά για να γκρεμιστεί και ανατραπεί η καπιταλιστική κυριαρχία, σε όλη την Ευρώπη και σε κάθε χώρα ξεχωριστά.
Ο εξωραϊσμός της ΕΕ και όλων των μορφών και διαδικασιών της λεγόμενης ευρωπαϊκής ενοποίησης που γίνεται κάτω από τη δημαγωγική και παραπλανητική επίκληση περί Ευρώπης των εργαζομένων, αποτελεί την κοινή βάση προσαρμογής και συνθηκολόγησης στα πλαίσια που καθορίζει το μονοπωλιακό κεφάλαιο, τόσο του απροκάλυπτου ρεφορμισμού όσο και των περισσότερων ομάδων και πτερύγων του τροτσκισμού.
Πάγια αντίληψη της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης είναι να αναγορεύει σε «εθνικό» συμφέρον την υπαγωγή της κάτω από την ξένη προστασία και υποταγή της στον ιμπεριαλισμό. Την ίδια ελεεινή παραδοχή της για αυτο-καρατόμηση της εθνικής κυριαρχίας τη βαφτίζει κι αυτήν… «εθνικό συμφέρον» και την υλοποιεί έμπρακτα κάτω από την ταμπέλα του «ευρωπαϊκού προσανατολισμού» και «εξευρωπαϊσμού», που δεν παύει να συνοδεύεται ταυτόχρονα και με μια πολιτική αδιάλειπτης και εντεινόμενης αμερικανοδουλείας.
Η ντόπια μεγαλοαστική τάξη αποτελεί το κοινωνικό στήριγμα του ιμπεριαλισμού στη χώρα μας και ο ιμπεριαλισμός το δικό της στήριγμα για τη σταθερή και απρόσκοπτη διασφάλιση των ταξικών συμφερόντων και της αντιδραστικής εξουσίας της πάνω στο λαό. Εύλογο είναι ότι οι πολιτικοί της εκπρόσωποι και οι προπαγανδιστικοί της μηχανισμοί ζητούν με κάθε μέσο να εξωραΐσουν στα μάτια του λαού την εικόνα αυτή, συγκαλύπτοντας το ρόλο του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού και της ΕΕ που αποτελεί ένα από τα κύρια στηρίγματα της εσωτερικής κυριαρχίας της.
Το προπαγανδιστικό ιδεολόγημα που θέλει να τρομάξει τον κόσμο για το «τι θα πάθει η Ελλάδα αν βγει από την ΕΕ» δεν αποτελεί παρά αποπροσανατολιστικό σόφισμα, που θέλει ακριβώς να εμποδίσει να καταδειχθεί το τι υφίσταται ο λαός μας, όντας η Ελλάδα μέσα στην ΕΕ. Αντιπαραθέτοντας στην πολιτική της υποτέλειας την πολιτική της εθνικής ανεξαρτησίας, το κάλεσμα «έξω από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ» καθόλου δεν υποθέτει ότι μια τέτοια πολιτική μπορεί να την εφαρμόσουν οι δυνάμεις της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας και τα πολιτικά κόμματα που την υπηρετούν. Αντίθετα, είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τον αγώνα για ριζική κοινωνική αλλαγή στη χώρα, αποτελεί συστατικό στοιχείο του γενικότερου λαϊκού αγώνα, για το γκρέμισμα του καθεστώτος της εξάρτησης και της υποτέλειας, για την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού και της ντόπιας ολιγαρχίας. Το ξεκάθαρο κάλεσμα «Έξω η Ελλάδα από την ΕΕ» δεν μπορεί να υποκατασταθεί με θολές παραφράσεις, που υποδηλώνουν -το λιγότερο- έλλειψη καθαρότητας και λειτουργούν σαν συνώνυμα υπεκφυγής, όπως είναι η «αποδέσμευση» από την ΕΕ που υποστηρίζει το ΚΚΕ σε αντικατάσταση του «Έξω» και που παραπέμπει σε συνδυασμό με όλα του τα συνήθη συμφραζόμενα σε μια βαθμιαία απροσδιόριστη εξελικτική διαδικασία χωρίς αρχή και τέλος.