Στο ίδιο (χιλιοπαιγμένο) έργο θεατές
Δεν έχει προλάβει να κλείσει ένας χρόνος από τις περασμένες εθνικές εκλογές και τώρα, δύο μήνες πριν τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, δίνουν και παίρνουν τα σενάρια για την κοινή εκλογική κάθοδο δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, για μια «ενωτική απάντηση της ριζοσπαστικής αριστεράς» απέναντι στην άνοδο της δεξιάς και της ακροδεξιάς. Όλη αυτή την περίοδο πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις, συναντήσεις φανερές και παρασκηνιακές, διοργανώνονται εκδηλώσεις και γράφονται άρθρα επί άρθρων από μια ολόκληρη σειρά οργανώσεων και κομμάτων, από το ΜέΡΑ25 και τη ΛΑΕ, μέχρι το ΝΑΡ, το ΣΕΚ, την Αναμέτρηση, τη ΔΕΑ, την ΑΡΑΝ, το Κομμουνιστικό Σχέδιο και άλλες ακόμη οργανώσεις. Κοινός πολιτικός παρονομαστής αυτών των προεκλογικών διεργασιών δεν είναι -όπως ποτέ δεν ήταν άλλωστε- μία βάση κοινής πολιτικής απάντησης, αλλά το εκλογικό άθροισμα δυνάμεων με στόχο το πολυπόθητο για τις δυνάμεις αυτές 3% και μια ενδεχόμενη εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή.
Στη βάση αυτή, ο Βαρουφάκης, γραμματέας του ΜέΡΑ25 και πρώην υπουργός Οικονομικών της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2015, ενημέρωσε στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός του για την «επικείμενη οριστικοποίηση μιας πλατιάς πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας του μεγαλύτερου μέρους της αγωνιστικής αριστεράς». Λίγες μέρες αργότερα, το ΜέΡΑ25, η Λαϊκή Ενότητα και η «Παρέμβαση για αγωνιστική Αριστερά» (πίσω από την οποία είναι η Αναμέτρηση, μια οργάνωση που συγκροτήθηκε από πρώην μέλη και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΝΑΡ) ανακοίνωσαν τη συμφωνία τους για τη δημιουργία ενός κοινού «ενωτικού» ψηφοδελτίου για τις ευρωεκλογές.
Είχε προηγηθεί στα τέλη Φλεβάρη η «συνέλευση για τη συγκρότηση ενός ενωτικού ψηφοδελτίου της ανατρεπτικής αριστεράς στις ευρωεκλογές» που συνδιοργάνωσαν η Αναμέτρηση, η ΔΕΑ, η ΑΡΑΝ και το Κομμουνιστικό Σχέδιο (οι δύο τελευταίες βρίσκονται σε διαδικασία ενοποίησης και έχουν συγκροτήσει την «Πρωτοβουλία για μια Μεταβατική Κομμουνιστική Οργάνωση»). Σε αυτή τη «συνέλευση» παραβρέθηκαν και χαιρέτισαν εκτός από το ΜέΡΑ25 και τη ΛΑΕ, το ΝΑΡ, το ΣΕΚ, η Αντικαπιταλιστική Πολιτική Ομάδα (ΑΠΟ) και η Κίνηση Ενωτικής Μαχόμενης Αριστεράς (ομάδα στελεχών και μελών του Αριστερού Ρεύματος και της ΛΑΕ που αποχώρησαν πέρυσι μετά την ανακοίνωση της κοινής εκλογικής καθόδου με το ΜέΡΑ25).
Τελική κατάληξη αυτών των διαβουλεύσεων υπήρξε η συμφωνία ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις που αναφέραμε παραπάνω, καθώς η ΔΕΑ και η Πρωτοβουλία για μια Μεταβατική Κομμουνιστική Οργάνωση (ΑΡΑΝ-Κομμουνιστικό Σχέδιο) δεν προχώρησαν στη νέα αυτή εκλογική συνεργασία. Θυμίζουμε πως το ΜέΡΑ25 και η ΛΑΕ είχαν συγκροτήσει κοινό μέτωπο («ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη») στη διπλή εκλογική αναμέτρηση της περσινής χρονιάς, το οποίο αμέσως μετά τις εκλογές διαλύθηκε, για να επανασυγκοληθεί τώρα με την προσθήκη μιας ακόμη οργάνωσης (που προέρχεται και αυτή εν μέρει από το ΣΥΡΙΖΑ).
Σε ό,τι αφορά στο ουσιαστικό περιεχόμενο των διαβουλεύσεων και των συνεργασιών αυτών, έχει σημασία να σταθούμε σε δύο σημεία, που αναδεικνύουν το πολιτικό βάθος και την προοπτική τους. Το πρώτο αφορά στην πλήρη αφαίρεση των αιτημάτων για την έξοδο από την ΕΕ ή έστω για μια διαδικασία «ρήξης» με αυτήν, όπως κατά καιρούς αναφέρουν αυτές οι δυνάμεις. Αυτό συνιστά μια καταρχήν αποδοχή του πλαισίου του Βαρουφάκη και τη δορυφοριοποίηση της ΛΑΕ και της Αναμέτρησης γύρω από το ΜέΡΑ25, το οποίο όχι μόνο δεν είναι κατά της ΕΕ, αλλά όπως δήλωνε και ο αρχηγός του «δε θα μας βγάλετε από την ΕΕ ποτέ». Το δεύτερο σημείο αφορά στο χώρο που καταλαμβάνουν στα κείμενα και τις τοποθετήσεις όλων των παραπάνω δυνάμεων οι αναφορές στην ενδεχόμενη εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή, στις ποσοστώσεις στο κοινό ψηφοδέλτιο, στη λειτουργία μιας ενδεχόμενης εκλογικής συμμαχίας κ.ο.κ., ζητήματα που αναδεικνύουν με τον πιο καθαρό τρόπο πως οι παραπάνω διεργασίες δεν έχουν παρά εφήμερο και εκλογοθηρικό χαρακτήρα.
Και ο εκλογοθηρικός αυτός χαρακτήρας φαίνεται ιδιαίτερα και από το γεγονός πως οι δυνάμεις αυτές αναγορεύουν τις εκλογές σε «μητέρα των μαχών», πραγματοποιώντας τις όποιες συνεργασίες και συζητήσεις μεταξύ τους πάντα προεκλογικά, μιλώντας πάντα για τις «χαμένες ευκαιρίες», αναπαράγοντας ένα κλίμα ηττοπάθειας και εκλογικών αυταπατών στον κόσμο της αριστεράς, κάνοντας πολιτική όχι στη βάση του πολιτικού και κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων, αλλά στη βάση του ενός ή του άλλου εκλογικού αποτελέσματος.
Παράλληλα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πραγματοποίησε αντίστοιχη εκδήλωση στη Νομική, με θέμα την παρέμβαση της «ανατρεπτικής αριστεράς» στις ευρωεκλογές. Το ίδιο, βέβαια, το μέτωπο της αντικαπιταλιστικής αριστεράς βρίσκεται σε βαθιά κρίση εδώ και πολύ καιρό, όχι μόνο επειδή κατεβαίνει με δύο πανό στις συγκεντρώσεις και τις κινητοποιήσεις ή στηρίζει διαφορετικά ψηφοδέλτια στις δημοτικές εκλογές, αλλά επειδή είναι φανερό πως έχουν διαμορφωθεί στο εσωτερικό του δύο ριζικά διαφορετικοί πολιτικοί προσανατολισμοί, γεγονός που επιβεβαιώνει πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι παρά μια εκλογική ταμπέλα. Από τη μία το ΝΑΡ προβάλλει την ανάγκη συγκρότησης ενός καθαρά «αντικαπιταλιστικοιύ μετώπου», οριοθετημένου σε σχέση με το ΜέΡΑ25 και τη ΛΑΕ, και από την άλλη το ΣΕΚ επιδιώκει τη διεύρυνση της μετωπικής συνεργασίας με όλες τις προαναφερθείσες οργανώσεις και κινήσεις. Έχει ιδιαίτερη σημασία πως οι δυνάμεις που συγκροτούν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στο πλαίσιο της συζήτησης της ενωτικής κίνησης που συγκρότησαν για τον δήμο της Αθήνας διαφώνησαν για τη στάση που θα κρατούσαν τη δεύτερη Κυριακή των εκλογών, αν δηλαδή θα στήριζαν την υποψηφιότητα Δούκα (ΣΕΚ) ή αν θα ψήφιζαν λευκό (ΝΑΡ).
Σε μια σειρά άρθρων στο ΠΡΙΝ, η πολιτική οριοθέτηση που επιχειρείται απέναντι στις δυνάμεις του ΜέΡΑ25 και της ΛΑΕ γίνεται -υποτίθεται- σε μία «αντι-ΕΕ-αντικαπιταλιστική» βάση. Ωστόσο, οφείλουμε να θυμίσουμε για μια ακόμη φορά πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ βρέθηκε με στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ σε κοινές επιτροπές για το χρέος, σε αντίστοιχες για το «Όχι μέχρι τέλους» στο δημοψήφισμα του 2015, στήριξε τις κυβερνητικές διαπραγματεύσεις το πρώτο εξάμηνο της «πρώτη φορά αριστερά» και δε σταμάτησε όλη αυτή την περίοδο να καλλιεργεί με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο αυταπάτες για το χαρακτήρα της σοσιαλδημοκρατίας, ακριβώς εξαιτίας της αδυναμίας των δυνάμεων αυτών να διαχωριστούν από αυτήν ουσιαστικά. Στη βάση αυτή, ακόμη και η επίκληση του αιτήματος για την έξοδο από την ΕΕ δεν αποτελεί παρά πρόσχημα, αφού το αίτημα αυτό δεν αποτελεί κεντρικό πολιτικό στόχο αντιιμπεριαλιστικής πάλης ενταγμένο στον συνολικότερο αγώνα της εργατικής τάξης και του λαού για την πραγματοποίηση ευρύτερων κοινωνικών μετασχηματισμών, αλλά εντάσσεται σε ένα κατεβατό αιτημάτων άμεσων και μακροπρόθεσμων, «μεταβατικών» και άλλων που συνυπάρχουν στο λεγόμενο «αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης».
Στις θέσεις για το 7ο Συνέδριο του Μ-Λ ΚΚΕ αναφέρεται πως οι παραπάνω διεργασίες αποτελούν «Εκλογικές συγκολλήσεις έξω από αρχές και πολιτικές θέσεις, εφήμερες συνεργασίες με εκλογική ημερομηνία λήξης, καλλιέργεια εκλογικών και κοινοβουλευτικών αυταπατών, ρεφορμιστικά προγράμματα βαθμιαίων και αντιφατικών μεταξύ τους μεταρρυθμίσεων του καπιταλισμού και στο τέλος αδυναμία ουσιαστικής διαφοροποίησης από τη ρεφορμιστική λογική του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Αυτός είναι ο κοινός παρονομαστής των παραπάνω δυνάμεων, που στο έδαφος της πολιτικής κρίσης και της μεγάλης υποχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνο δεν μπορούν να αντέξουν και να αποκρούσουν την πίεση, μα συνεχίζουν να παραμένουν ευάλωτες απέναντί του και να διαγράφουν την ίδια πορεία κρίσης και αδιεξόδων, να αναπαράγουν την ηττοπάθεια και την απογοήτευση σε ένα ολόκληρο δυναμικό αγωνιστών της Αριστεράς και του επαναστατικού κινήματος». Μπροστά στην καλλιέργεια νέων εκλογικών και κοινοβουλευτικών αυταπατών, το εμπόριο ψευτοενότητας και την ηττοπάθεια στην οποία οδηγούν αυτές οι δυνάμεις ένα ολόκληρο αγωνιστικό δυναμικό, η στήριξη και η ψήφος στο Μ-Λ ΚΚΕ μπροστά στην πολιτική μάχη των ευρωεκλογών δεν είναι μόνο στήριξη και ψήφος στο μόνο ψηφοδέλτιο που παλεύει καθαρά και χωρίς αστερίσκους τη θέση «Έξω η Ελλάδα από την ΕΕ», αλλά είναι στήριξη και ψήφος στην αριστερά που έχει ανάγκη ο λαός και ο τόπος, στην αριστερά της αντίστασης, της ελπίδας και του αγώνα.