Η πολύνεκρη τραγωδία των Τεμπών έφερε στο προσκήνιο και ανέδειξε με πάταγο, πρώτα από όλα, το μεγάλο ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων. Σε όλη την κοινωνία δόθηκε η δυνατότητα με οδυνηρό τρόπο και με σωρεία αποκαλύψεων να διαπιστώσει ότι οι περίφημες ιδιωτικοποιήσεις των τρένων, δεν εξασφάλισαν ποιοτικές και ασφαλείς συγκοινωνίες, σύγχρονες υποδομές, επέκταση του δικτύου και όλα αυτά που συνόδευαν το ξεπούλημά τους στην κρατική εταιρεία των ιταλικών σιδηροδρόμων.
Το μεγάλο κίνημα που ξέσπασε μετά τα Τέμπη έφερε στην προμετωπίδα της λαϊκής κατακραυγής το αίτημα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, με αφετηρία τα τρένα, διαμορφώνοντας παράλληλα κατάλληλες προϋποθέσεις για τη γενίκευση της πάλης ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις που αγκαλιάζουν όλη τη σειρά των κρίσιμων ζωτικών προβλημάτων του λαού, στην υγεία και την παιδεία, το ρεύμα και το νερό.
Σε αυτή την πάλη οι δυνάμεις της πραγματικής αριστεράς οφείλουν να πρωτοστατήσουν, θέτοντας ψηλά το αίτημα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα αυτών των κρίσιμων για το λαό τομέων, χωρίς ταυτόχρονα να εξωραΐζουν την προηγούμενη κατάσταση και χωρίς να προσδίδουν στο δημόσιο χαρακτήρα τα στοιχεία αυτά που προσδίδουν οι ρεφορμιστικές δυνάμεις, ότι το δημόσιο είναι απαλλαγμένο ή μπορεί να απαλλαγεί από το καθεστώς της καπιταλιστικής λειτουργίας στην υπηρεσία του αστικού συστήματος.
Το ΚΚΕ(μ-λ) στις 8 Μαρτίου, τη μέρα της μεγάλης απεργιακής κινητοποίησης, δημοσίευσε την κεντρική του τοποθέτηση σε σχέση με το έγκλημα των Τεμπών με τίτλο «Πρόταση πάλης και αγώνα του ΚΚΕ(μ-λ)». Στην πρόταση αυτή περικλείεται το περιεχόμενο και τα αιτήματα του αγώνα σύμφωνα με το ΚΚΕ(μ-λ).
Πουθενά, ωστόσο, σε όλο το κείμενο δεν αναφέρεται ούτε καν η λέξη ιδιωτικοποιήσεις και πουθενά δεν διατυπώνεται η αντιπαράθεση του ΚΚΕ(μ-λ) ενάντια σε αυτές, για να καταλήξει σε μια σειρά αιτήματα που λένε: «Ασφαλείς και φτηνές συγκοινωνίες, δωρεάν και πλήρη περίθαλψη, δωρεάν σπουδές», χωρίς πουθενά να διατυπώνεται το αίτημα για δημόσια υγεία, παιδεία και συγκοινωνίες.
Το ΚΚΕ(μ-λ) με αυτή του την τοποθέτηση στην πραγματικότητα συσκοτίζει την πολιτική που γέννησε τα Τέμπη.
Οι δυνάμεις που ευθύνονται φυσικά και είναι ο ιμπεριαλισμός, το ξένο και ντόπιο κεφάλαιο και τα κόμματα της αστικής τάξης, όπως λέει στο κείμενο του, και αυτή είναι η μία πλευρά. Όμως υπάρχει και η άλλη πλευρά. Ότι αυτές οι δυνάμεις πρόβαλλαν επί δεκαετίες την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, την απαξίωση και κατασυκοφάντηση του δημοσίου, το χλευασμό των δημοσίων υπαλλήλων, την πολιτική της συστηματικής υπονόμευσης κάθε τι δημόσιου και την αποθέωση κάθε τι ιδιωτικού, για να προωθήσουν τη βασική στρατηγική τους επιδίωξη: Το χτύπημα των μεγάλων, μεταπολεμικών, λαϊκών κατακτήσεων, που βασικό τους μέρος αποτυπώθηκε στις κατακτήσεις της δημόσιας υγείας και παιδείας, της δημόσιας ασφάλισης και σύνταξης, στις δημόσιες συγκοινωνίες, στο δημόσιο ρεύμα και νερό, στην κοινωνική πρόνοια και στήριξη.
Η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και του περιορισμού του δημοσίου αποτελεί τις τελευταίες δεκαετίες πολιτική αιχμής για το αστικό σύστημα, για την πιο ασύδοτη και πιο ανεξέλεγκτη κερδοφορία του κεφαλαίου, για απολύσεις και ανεργία, για την εκτίναξη των τιμών, για το χτύπημα των εργασιακών σχέσεων της μόνιμης και σταθερής δουλειάς. Παράλληλα η πάλη ενάντιά τους και η πάλη για την υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα αυτών των βασικών τομέων αποτελεί πεδίο ανάπτυξης της πάλης των εργαζομένων που όλο και περισσότερο συνειδητοποιούν ότι πίσω από την καταιγιστική προπαγάνδα και πολιτική του αστικού συστήματος βρίσκεται το χτύπημα των συμφερόντων τους.
Η αφαίρεσή του αιτήματος της υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα σε όλους αυτούς τους τομείς, οι ίσες αποστάσεις μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, όπως κρατούσε το ΚΚΕ(μ-λ) και στην περίοδο της πανδημίας για τα ζήτημα της υγείας, σημαίνει εν τέλει διευκόλυνση της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων.
Όταν αφαιρείται το αίτημα για «δημόσιο», αποδυναμώνεται στην πραγματικότητα η πάλη και το αίτημα για το «δωρεάν» που λέει το ΚΚΕ(μ-λ), καθώς ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι το αίτημα αυτό ισχυροποιείται και αποκτά περιεχόμενο όταν προβάλλεται ενιαία. Διότι από το κράτος μπορεί να απαιτήσει ο λαός να έχει δωρεάν στήριξη ή χαμηλές τιμές.
Οι συγκοινωνίες, χωρίς να εξωραΐζεται η πρότερη κατάστασή τους, δεν έγιναν λιγότερο ασφαλείς και πιο ακριβές με την ιδιωτικοποίηση τους; Και η υγεία και η περίθαλψη του λαού δεν επιδεινώνεται όσο προχωρά η διάλυση του δημόσιου συστήματος υγείας και η διεύρυνση του ιδιωτικού; Και αναρίθμητα άλλα παραδείγματα που μπορούν να ειπωθούν.
Και τι σημαίνει, άραγε, σκέτο «δωρεάν περίθαλψη» ή «δωρεάν σπουδές», αδιάφορο αν θα είναι δημόσιο ή ιδιωτικό, όπως λέει το ΚΚΕ(μ-λ); Ιδιωτικά κολλέγια και ιδιωτικές κλινικές που ο λαός θα περιθάλπεται δωρεάν και τα παιδιά του θα σπουδάζουν δωρεάν; Θα πηγαίνουν οι εργαζόμενοι το Σεπτέμβριο και θα γράφουν το παιδί τους στο Ντιρί ή στο κολλέγιο Αθηνών ή στα ιδιωτικά σχολεία και θα κάνουν εισαγωγή στο Μετροπόλιταν ή στις ιδιωτικές κλινικές;
Στο κλίμα των ημερών επανέρχονται με φόρα οι ρεφορμιστικές προτάσεις του ΝΑΡ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του τροτσκιστικού χώρου για τις «εθνικοποιήσεις με εργατικό έλεγχο». Επαναδιατυπώνουν αυτές οι δυνάμεις τα «μεταβατικά» τους προγράμματα, που τους οδήγησαν τα προηγούμενα χρόνια στην ουρά του ΣΥΡΙΖΑ και της σοσιαλδημοκρατίας, πως μπορεί δήθεν στο καπιταλιστικό σύστημα να υπάρξουν δημόσιες και κρατικές ή εθνικοποιημένες επιχειρήσεις και τομείς, που θα είναι απαλλαγμένες από τις «ράγες του κέρδους» και πως μπορεί στο σύστημα της αστικής εξουσίας να υπάρξει εργατικός έλεγχος, σε αντιπαράθεση με την ιστορικά επιβεβαιωμένη αλήθεια του μαρξισμού-λενινισμού πως μόνο με επαναστατική ανατροπή μπορεί να γεννηθεί κράτος στην υπηρεσία του λαού που θα επιβάλλει όχι απλώς κάποιο έλεγχο, αλλά μια άλλη εξουσία.
Απέναντι σε αυτή την επικίνδυνη ρεφορμιστική αυταπάτη για το λαϊκό κίνημα που καλλιεργούν αυτές οι δυνάμεις, είναι επιβεβλημένος ο ιδεολογικοπολιτικός αγώνας που πρέπει να διεξάγουν οι δυνάμεις της πραγματικής αριστεράς, όχι όμως πετώντας μαζί με τα άπλυτα και το παιδί. Όχι δηλαδή απαλείφοντας τον αναγκαίο αγώνα ενάντια στη στρατηγική επιλογή του αστικού συστήματος να προωθήσει την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και της διάλυσης της δημόσιας κοινωνικής στήριξης και πρόνοιας που κέρδισε με τους αγώνες του ο λαός.
Όπως εν τέλει αναγκάζεται και το ίδιο το ΚΚΕ(μ-λ) να αποδεχτεί, λίγες μέρες μετά, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή απέναντι στην ιδιωτικοποίηση του νερού και να γράψει στην ανακοίνωσή του με μεγάλα γράμματα «όχι στην ιδιωτικοποίηση του νερού». Και πώς εξηγείται στην πρόταση πάλης για τα Τέμπη να μην υπάρχει το παραμικρό μέτωπο απέναντι στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και απέναντι στην πολιτική της ιδιωτικοποίησης των συγκοινωνιών αλλά απέναντι στο νερό να υπάρχει;
Και τι σημαίνει να αναφέρει το ΚΚΕ(μ-λ) στην ανακοίνωσή του ότι: για τους εργαζόμενους στο νερό η ιδιωτικοποίηση σημαίνει απολύσεις, μειώσεις στους μισθούς και πετσόκομμα των ήδη ισχνών εργασιακών δικαιωμάτων και για το λαό παραπέρα γκρέμισμα του βιοτικού επιπέδου του με υποβάθμιση της ποιότητας του νερού και με τεράστιες αυξήσεις στους λογαριασμούς κλπ, κλπ.
Όλα αυτά δε συντελούνται στις συγκοινωνίες, στην υγεία, στην παιδεία ή στην ενέργεια;
Και τι σημαίνει όχι στην ιδιωτικοποίηση του νερού; Δε σημαίνει να παραμείνει στο δημόσιο; Και αν αυτό είναι έτσι, τότε γιατί είναι λάθος κατά το ΚΚΕ(μ-λ) το παλλαϊκό αίτημα ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και γιατί είναι λάθος τα αιτήματα για δημόσια, δωρεάν υγεία και παιδεία, για δημόσιες, ασφαλείς, φτηνές συγκοινωνίες;