Οργή και αγανάκτηση προκαλεί η είδηση του βιασμού της 24χρονης κοπέλας στη Θεσσαλονίκη τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς από γόνους μεγάλων επιχειρηματικών οικογενειών. Οι αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσαν οι δράστες κατά την ανάκρισή τους, οι πρόσθετες καταγγελίες κι άλλων γυναικών οι οποίες υπέστησαν βιασμό από τους ίδιους, καθώς και οι πολύ σοβαρές ενδείξεις για την ύπαρξη ενός ολόκληρου κυκλώματος με ενδεχόμενη και διεθνή δράση αποτελούν σοβαρά στοιχεία που δεν επιτρέπουν σε καμία περίπτωση οι δράστες της υπόθεσης αυτής «να πέσουν στα μαλακά» ή να μην πάρει καμία άλλη διάσταση το θέμα, όπως ήλπιζαν. Η ανάρτηση «συγγνώμης» ενός από τους δράστες στον προσωπικό του λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η μεταγενέστερη αναίρεσή της, επειδή υποτίθεται πως το κινητό του «κλάπηκε», προκαλούν βάσιμες υποψίες, αλλά αναδεικνύουν και το ποιόν των γόνων της μεγαλοαστικής τάξης, που νομίζουν πως με μία «συγγνώμη» μπορούν ανενόχλητοι να ξεμπερδεύουν με τέτοια φρικώδη εγκλήματα.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν αναλογιστεί κανείς τόσο τη διαχείριση της είδησης από τα ΜΜΕ, όσο και από τις απαράδεκτες αναρτήσεις των δραστών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε πως ο Βασίλης Λεβέντης, συνιδιοκτήτης της ελληνικής «Coca-Cola», λίγες μέρες μετά το βιασμό της 24χρονης ανήρτησε στον προσωπικό του λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφία του ίδιου να διαβάζει εφημερίδα με πρωτοσέλιδο την είδηση του βιασμού της νεαρής κοπέλας, που τότε ήταν ακόμη άγνωστη στον περισσότερο κόσμο.
Από την άλλη, η προσπάθεια συγκάλυψης της είδησης από τα ΜΜΕ προκαλεί δικαιολογημένα τη λαϊκή κατακραυγή. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε να μην την προκαλεί, όταν καθημερινά η είδηση του βιασμού μίας νέας κοπέλας βαφτιζόταν «ροζ πάρτι», όταν σε εκπομπές στην τηλεόραση ή σε σελίδες στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παράγοντες της σόου μπιζ εντελώς απροκάλυπτα αναρωτιούνταν «τι γύρευε μια νέα κοπέλα το βράδυ σε πάρτι στο ξενοδοχείο», «δεν ήξερε πού πήγαινε», «για ποιο λόγο νέοι και ωραίοι άντρες έχουν την ανάγκη να ναρκώσουν μια κοπέλα για να συνευρεθούν» και πολλές ακόμη «αθώες» ερωτήσεις και δηλώσεις, σε μία κοινή κατεύθυνση συγκάλυψης του εγκλήματος και υπεράσπισης των δραστών.
Για μια ακόμη φορά, σε μια περίοδο που οι γυναικοκτονίες, καθώς και τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας με πρώτα θύματα τις γυναίκες λαμβάνουν πρωτοφανή έξαρση, η κυρίαρχη τάξη και ιδεολογία, μέσω των ΜΜΕ, καλλιεργεί συστηματικά τον κοινωνικό αυτοματισμό και κανιβαλισμό, συγκαλύπτοντας τα σάπια ήθη και τις εγκληματικές πράξεις των γόνων του μεγάλου κεφαλαίου. Δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη για να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πώς, αν ο βιασμός της νεαρής κοπέλας είχε γίνει από αλλοδαπούς, μετανάστες ή φτωχούς ανθρώπους, οι δημοσιογράφοι των αστικών ΜΜΕ θα βρίσκονταν στα κάγκελα και θα ζητούσαν την «άμεση διαλεύκανση της υπόθεσης», χύνοντας ταυτόχρονα τόνους ρατσιστικού μίσους και ξενοφοβικού δηλητηρίου, όπως άλλωστε έκαναν και στο πρόσφατο παρελθόν.
Στην πραγματικότητα, η εμπλοκή στην υπόθεση γνωστών μεγάλων επιχειρηματιών από την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη οι οποίοι είχαν και έχουν οικονομικές δοσοληψίες με το κράτος και τους μηχανισμούς του, ήταν που «έκλεισαν το στόμα» στα ΜΜΕ τόσες μέρες. Από την άλλη, οι απειλές που δέχτηκαν άνθρωποι που δημοσιοποίησαν την υπόθεση πιστοποιούν την προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος, αφού οι θύτες είναι «παιδιά» του ίδιου συστήματος, της σαπίλας, της διαφθοράς, της παρακμιακής ηθικής και των εγκλημάτων. Στεκόμαστε στο πλευρό της Γεωργίας λοιπόν, και κάθε Γεωργίας που υφίσταται την καταπίεση ενός ολόκληρου κυκλώματος που βιάζει τις ζωές και την ανθρωπιά μας. Και το κύκλωμα αυτό έχει συγκεκριμένο ονοματεπώνυμο.