Με αφορμή την πανδημία και με πρόσχημα την αποφυγή των συνωστισμών, η κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη διάφορων κατασταλτικών μέτρων, όπως ο περιορισμός έως απαγόρευση της κυκλοφορίας, η πραγματοποίηση συγκεντρώσεων, οι διώξεις σε βάρος διαδηλωτών και άλλα. Μάλιστα για την εφαρμογή των μέτρων αυτών δημιούργησε ακόμα και ειδικό μηχανισμό χαφιεδισμού, καλώντας τους πολίτες να ειδοποιούν την αστυνομία όταν αυτοί εκτιμούν ότι υπάρχει συνωστισμός και έτσι αυξάνει η πιθανότητα μετάδοσης του ιού.
Στα πλαίσια των κατασταλτικών μέτρων επιβάλλονται σκληρά πρόστιμα σε όσους κατά την άποψη των αστυνομικών δυνάμεων παραβιάζουν τα υγειονομικά μέτρα. Χαρακτηριστικό στοιχείο των προστίμων είναι το μεγάλο ύψος, 300 ευρώ για κάθε φυσικό πρόσωπο και 3000 τουλάχιστον για τους διοργανωτές των εκδηλώσεων.
Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση επιδιώκει να «συνετίσει» τους «άτακτους» πολίτες. Το κύριο βάρος όμως των μέτρων αυτών απευθύνεται σ’ αυτούς που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις, καθώς και στους διοργανωτές των κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων, αποδεικνύοντας περίτρανα τους πραγματικούς της στόχους που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η υποταγή των εργαζομένων και της νεολαίας, για να μην αντιδράσουν στα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα που ψήφισε και επιχειρεί να εφαρμόσει.
Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής έχουν επιβληθεί εκατοντάδες πρόστιμα σε διαδηλωτές και μέλη συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων σε όλη τη χώρα. Απέναντι σε αυτή την πολιτική εκφοβισμού και τρομοκρατίας είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί ένα μέτωπο αντίστασης και απόκρουσης των κατασταλτικών μέτρων και ακύρωσης των προστίμων.
Εμείς, το Μ-Λ ΚΚΕ, πιστεύουμε ότι το βάρος της κινητοποίησης αυτής πρέπει να πέσει πρώτα απ όλα στα συνδικάτα και τους συλλόγους, έτσι ώστε να υπάρξει η όσο το δυνατόν πιο μαζική αντίδραση από την πλευρά των εργαζομένων, καθώς και η έκφραση αλληλεγγύης προς τους διωκόμενους.
Για την αντιμετώπιση του σοβαρού αυτού προβλήματος με τις αντίστοιχες πολιτικές προεκτάσεις, έχει δημιουργηθεί Επιτροπή Αλληλεγγύης για την υπεράσπιση των διωκόμενων, η οποία διοργανώνει συγκέντρωση το Σάββατο 6/2 στις 12 το μεσημέρι στο Σύνταγμα. Η Επιτροπή αυτή ουσιαστικά αποτελεί μια έκφραση πολιτικού συντονισμού οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, στη λογική των δεκάδων άλλων τέτοιων κινήσεων συντονισμού για διάφορα ζητήματα που απασχολούν το κίνημα κατά περιόδους.
Για την κίνηση αυτή έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
Πρώτον, θεωρούμε ότι οι συντονισμοί αυτοί και η Επιτροπή που κλείνονται στα στενά όρια των μελών των οργανώσεων αυτών, στενεύουν και περιθωριοποιούν το ίδιο το πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν.
Δεύτερον, με τον τρόπο αυτόοι διώξεις και η έκφραση συμπαράστασης δεν γίνεται πρόβλημα του μαζικού κινήματος προκειμένου να τραβηχτούν πλατύτερες μάζες εργαζομένων και φοιτητών σε αυτό τον αγώνα. Η πάλη ενάντια στις κυβερνητικές διώξεις και για την έκφραση αλληλεγγύης σε διωκόμενους αγωνιστές πρέπει να γίνει υπόθεση του μαζικού κινήματος, να μπει στα συνδικάτα και τους συλλόγους και να μην περιοριστεί στα στενά πλαίσια δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Τρίτον, δεν ασκείται η ανάλογη πίεση στις ηγεσίες των συνδικάτων για να αναλάβουν και τις δικές τους ευθύνες απέναντι στην κυβερνητική επίθεση.
Τέλος θέλουμε να δηλώσουμε ότι αν και δεν μας βρίσκει σύμφωνους ο τρόπος αντιμετώπισης του σοβαρού αυτού προβλήματος, στο βαθμό που δεν διαφαίνονται προϋποθέσεις, – αφού δεν παλεύτηκε κάτι τέτοιο- να οργανωθεί άμεσα μέσα από σωματεία και ομοσπονδίες μια ευρύτερη αγωνιστική κινητοποίηση με αιχμή το όργιο βίας, συλλήψεων, διώξεων και για την παραγραφή των εξοντωτικών προστίμων σε βάρος διαδηλωτών, καλούμε τους συναγωνιστές να πάρουν μέρος στην κινητοποίηση του Σαββάτου 6 Φλεβάρη για την απόκρουση της κυβερνητικής κατασταλτικής πολιτικής.