Με φόντο την υγειονομική κρίση η οποία καλπάζει με εκθετικούς ρυθμούς και παροξύνεται από την εγκληματική πολιτική διαχείρισης της πανδημίας που εφαρμόζει ο αρνητής του ιού Μπολσονάρου (με τραγικό μέχρι στιγμής απολογισμό 13 εκατομμύρια κρούσματα και 460 χιλιάδες θανάτους), η Βραζιλία βρίσκεται ταυτόχρονα στη δίνη μιας βαθιάς και παρατεταμένης πολιτικής κρίσης. Ο διχασμός που διαπερνά τα βασικά οικονομικοπολιτικά κέντρα εξουσίας οξύνει και αναπαράγει την πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα δοκιμάζοντας τις αντοχές του φανφαρόνου Μπολσονάρου.
Στη συγκυρία ο ακροδεξιός πρόεδρος στρέφει τα πυρά του κατά του Ανωτάτου Δικαστηρίου που ερευνά τις καταγγελίες του πρώην υπουργού δικαιοσύνης, σύμφωνα με τις οποίες ο Μπολσονάρου αναμείχθηκε στις κρίσεις αξιωματικών της αστυνομίας με υστερόβουλα κίνητρα. Παράλληλα η Γερουσία σύστησε επιτροπή διερεύνησης της καταστροφικής διαχείρισης της πανδημίας εκ μέρους του βραζιλιάνου προέδρου. Με τη σειρά τους, πάνω από 200 παράγοντες της ολιγαρχίας σε ανοιχτή επιστολή τους ζητούν «αλλαγή πορείας». Ωστόσο παρά την πίεση που δέχεται, ο Μπολσονάρου εξακολουθεί να διαθέτει ισχυρά ερείσματα, θωρακίζοντας το αντιδραστικό καθεστώς του με ανθρώπους της εμπιστοσύνης του. Στα πλαίσια αυτά, σε μια επίδειξη δύναμης καρατόμησε εν μια νυχτί τους υπουργούς δικαιοσύνης, άμυνας και εξωτερικών, ενώ εξανάγκασε σε παραίτηση τους αρχηγούς των σωμάτων ασφαλείας. Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δε στάθηκε ικανό να σταματήσει τη δημοσκοπική κατρακύλα του, την ίδια στιγμή που ο Ι. Λούλα (ο οποίος μπορεί να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές το 2022, μετά την -προσωρινή- ακύρωση της καταδίκης του για διαφθορά) καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις σχετικές σφυγμομετρήσεις. Τη ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού επιτείνουν και οι μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας του δημοκρατικού λαού, απέναντι στις οποίες ωστόσο ο Μπολσονάρου επιστρατεύει τις διόλου ευκαταφρόνητες αντισυγκεντρώσεις των οπαδών του, οι οποίοι συνωμοσιολογούν για σχέδιο ανατροπής του αρχηγού τους από «κοινοβουλευτικούς, ΜΜΕ και δικαστές».