Τις μέρες αυτές εκδικάζονται οι υποθέσεις των συλληφθέντων στις διαδηλώσεις στις 17 Νοέμβρη και 6 Δεκέμβρη του 2020. Ειδικότερα, ξεκίνησε στις 13/10 -με αναβολή που πήρε για τις 1/11 και μετά για τις 24/11- η δίκη των αγωνιστών που συνελήφθησαν εντελώς αδικαιολόγητα στα Σεπόλια μετά το τέλος της πορείας για την 47η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Η σύλληψη του ενός έγινε ακριβώς έξω από το σπίτι του, ενώ στη συνέχεια στο Α.Τ. Κολωνού συνελήφθησαν ο πατέρας και η αδερφή του και έξω από το αστυνομικό τμήμα η αστυνομία συνέλαβε επίσης δύο ακόμη άτομα που απαιτούσαν την απελευθέρωση του φοιτητή Ορέστη Καττή. Οι ψευδείς κατηγορίες που βαραίνουν τους παραπάνω αγωνιστές είναι διατάραξη κοινής ειρήνης, απείθεια, πρόκληση απλής σωματικής βλάβης, εξύβριση, παραβίαση μέτρων covid, επικίνδυνη σωματική βλάβη, αντίσταση κατά της αρχής, ανάμεσα σε άλλες. Οι αντιφάσεις στις οποίες έπεσε ο αστυνομικός της ομάδας ΔΡΑΣΗ που κατέθεσε στις 13/10 αποδεικνύουν ακριβώς ότι πρόκειται για κατασκευασμένες κατηγορίες προκειμένου να δικαιολογηθεί η εντελώς αναίτια και βάναυση αστυνομική επίθεση.
Ταυτόχρονα, ξεκινάει στις 29/11 η δίκη 62 αγωνιστών που συνελήφθησαν στις 6 Δεκέμβρη του 2020 σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Γιάννενα, Ηράκλειο κ.α.). Οι κατηγορίες στην περίπτωση αυτή αφορούν την παραβίαση του νόμου για «διάδοση μολυσματικής νόσου». Πρόκειται επίσης για ένα κατηγορητήριο εντελώς έωλο, καθώς κατά τη σύλληψη και κράτηση των αγωνιστών που δικάζονται υπήρξε πλήρης παραβίαση και των πιο στοιχειωδών μέτρων υγειονομικής προστασίας, αφού στοιβάχτηκαν ο ένας πάνω στον άλλο, τόσο κατά τη μεταφορά όσο και κατά τη διαμονή τους στη ΓΑΔΑ.
Οι δίκες αυτές αποτελούν κομμάτι και συνέχεια μια ολόκληρης πολιτικής διώξεων και συλλήψεων αγωνιστών, όπως συνέβη με αγωνιστές από τα Χανιά που δικάζονται τώρα για τον ξυλοδαρμό τους από αστυνομικούς το …2014(!), τις πειθαρχικές διώξεις φοιτητών για «παράνομη αφισοκόλληση» στο Πολυτεχνείο Κρήτης και πολλές άλλες. Και φυσικά σε αυτές τις δίκες προστίθεται και η επίδοση οικονομικών προστίμων σε οργανώσεις και αγωνιστές της αριστεράς, από πρόστιμα για αφισοκολλήσεις στις εκλογές του ’19 που εστάλησαν στο Μ-Λ ΚΚΕ και άλλες οργανώσεις, μέχρι εκείνα που αφορούσαν τη συμμετοχή σε διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος, που επίσης -ανάμεσα σε πολλούς άλλους- δόθηκαν σε μέλη της Πορείας στα Γιάννενα και την Ηγουμενίτσα.
Η νέα αυτή «βιομηχανία» δικαστικών διώξεων και συλλήψεων αγωνιστών αποτελεί τμήμα της ευρύτερης πολιτικής τής τρομοκρατίας και καταστολής. Η έξαρση της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας, με αποτέλεσμα ακόμη και την αφαίρεση ζωής των ανθρώπων, όπως πρόσφατα συνέβη με τη δολοφονία του 18χρονου Ρομά στο Πέραμα, αποτελεί βασική πολιτική επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ. Ακόμα, το χτύπημα των διαδηλώσεων και συγκεντρώσεων, τα δακρυγόνα και η ρίψη νερού από τις αστυνομικές αύρες -όπως έγινε και στην τελευταία κινητοποίηση των πυροσβεστών (που το καλοκαίρι η κυβέρνηση αποκαλούσε ήρωες) με αποτέλεσμα μάλιστα και τον ακρωτηριασμό ενός πυροσβέστη ή σε εκείνη των επίσης «ηρώων» υγειονομικών- αποτελεί πλέον καθημερινή πρακτική της κυβέρνησης της Δεξιάς.
Στόχος της όξυνσης της κρατικής καταστολής δεν είναι άλλος από την τρομοκράτηση του λαού, των εργαζομένων και της νεολαίας, την καλλιέργεια ενός ευρύτερου κλίματος φόβου και τρομοϋστερίας, τη στοχοποίηση και ποινικοποίηση των λαϊκών αγώνων, αλλά και τη συμφιλίωση της κοινωνίας με τους αστυνομικούς ελέγχους, την αστυνομοκρατία και τις απαγορεύσεις. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με πρόσχημα την πανδημία του κορονοϊού, αφού προηγουμένως είχε καταργήσει το πανεπιστημιακό άσυλο -δημοκρατική κατάκτηση των αντιδικτατορικών και μεταπολιτευτικών λαϊκών και νεολαιίστικων αγώνων- προχώρησε στο νόμο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων, στις αστυνομικές αποφάσεις χουντικής έμπνευσης για «απαγόρευση των συναθροίσεων», σε δεκάδες συλλήψεις αγωνιστών του λαϊκού κινήματος και άλλων δημοκρατών και προοδευτικών ανθρώπων. Αποτελεί ζητούμενο η ενίσχυση της πάλης για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, πάλη που περνάει μέσα από την πιο πλατιά συσπείρωση του λαού στα συνδικάτα και τους συλλόγους, για να ανατραπεί η πολιτική της τρομοκρατίας, της καταστολής και του εκφασισμού του κράτους. Άλλωστε ήταν οι λαϊκές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις που έσπασαν τις φασιστικές απαγορεύσεις και ακύρωσαν στην πράξη τον νόμο για τις διαδηλώσεις και αποτελεί ιδιαίτερα κρίσιμο ζήτημα, μπροστά και στην 48η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι κινητοποιήσεις αυτές να δυναμώσουν και να κλιμακωθούν.