Σε μία ατελείωτη κοροϊδία σε βάρος των αγωνιζόμενων αγροτών επιδόθηκε ο Μητσοτάκης, εκτιμώντας ότι με τα ψίχουλα που ανακοίνωσε (επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο, πρόσθετη έκπτωση 10% στο αγροτικό ρεύμα για τέσσερις μήνες, ρύθμιση χρεών ΤΟΕΒ και ΟΕΒ με δεκαετή άτοκη εξόφληση, εξαγγελία για νέο πρόγραμμα «Φωτοβολταϊκά στο Χωράφι» κ.ά. ελάχιστης σημασίας υποσχέσεις), λύνει το πρόβλημα της ελληνικής Γεωργίας-Κτηνοτροφίας-Αλιείας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, θεωρεί ως «επαρκή» τα παραπάνω ψευτομέτρα, επικαλούμενη την «αντοχή της οικονομίας». Εξάλλου, με «δεδομένη» την πολιτική της ΚΑΠ για την «πράσινη μετάβαση», διαμηνύει σε όλους τους τόνους την αδιάλλακτη άρνηση για την ικανοποίηση οποιουδήποτε αιτήματος και παράλληλα την εφαρμογή των νομοθετημένων αστυνομικών διατάξεων για το κλείσιμο των Εθνικών οδών.
Θυμίζουμε ότι το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο (ΕΣΣ) -για την ΚΑΠ 2023-2027 και τη μεταφορά 430 εκατ. € από τον Πυλώνα Ι (βασικές επιδοτήσεις) στον Πυλώνα ΙΙ (περιβαλλοντικές δράσεις)- κατατέθηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 30/12/2021 και εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 21/11/2022. Τώρα, χωρίς την παραμικρή αίσθηση ντροπής, ανοικτά και απροκάλυπτα καταδικάζει το σύνολο της αγροτιάς και ιδιαίτερα τα φτωχομεσαία στρώματα στην εξοντωτική λιτότητα, την απόγνωση, την εγκατάλειψη από το αγροτικό επάγγελμα. Ιδιαίτερα θα πρέπει να τονιστεί η διασπορά της ακρίβειας σε ολόκληρη την κοινωνία καθώς και ο κίνδυνος της παράλυσης της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Οι πρωτοφανείς αγροτικές κινητοποιήσεις, μετά και την πανελλαδική σύσκεψη της περασμένης Τρίτης στη Λάρισα, όπου αποφασίστηκε «…κλιμάκωση, με την έξοδο των τρακτέρ στην Εθνική Οδό, σε δράσεις μέσα στις πόλεις, πολύωρους αποκλεισμούς στην Εθνική Οδό και συλλαλητήριο στην Αθήνα ώστε να ασκηθεί πιο αποτελεσματική πίεση στην κυβέρνηση», έχουν σημάνει «κόκκινο συναγερμό» στο Μαξίμου, καθώς διευρύνεται ο χάρτης των αγροτικών μπλόκων στις Εθνικές Οδούς. Ο αγροτικός ξεσηκωμός, έφερε για άλλη μία φορά στο προσκήνιο της επικαιρότητας την καταρρέουσα αγροτική μας οικονομία και το απίθανο πλέγμα συμφερόντων που την αγκαλιάζει με τα διάφορα «καρτέλ», τους μεσάζοντες, τους μεταπράτες, τους τσαμπάδες να καραδοκούν να ρουφήξουν το μόχθο της αγροτιάς.
Μία λέξη ακόμα. Η φραντζόλα των 350 γραμμαρίων κοστίζει 1-1,20 €. Το μαλακό στάρι το αγοράζουν οι μεσάζοντες με 0,19 €/ κιλό από τον παραγωγό, το αλεύρι κοστίζει 0,80 €/κιλό, ενώ οι καταναλωτές αγοράζουν το ψωμί -αναγάγοντάς το σε κιλό- από 2,60 €/κιλό και πάνω. Σημειώνουμε ότι με ένα κιλό αλεύρι φτιάχνεις ένα κιλό ψωμί!
Οι ιδιαιτερότητες της χώρας (μικρός και πολυτεμαχισμένος κλήρος, έλλειψη διαρθρωτικών και εγγειοβελτιωτικών έργων, ορεινοί όγκοι, υποθήκευση των ¾ της ελληνικής γης στις τράπεζες κ.ά.), δεν μπόρεσαν ούτε και μπορούν να λυθούν με την εφαρμοζόμενη ΚΑΠ, η οποία ήταν μονταρισμένη στις προδιαγραφές της ευρωπαϊκής αγροτικής οικονομίας με τον πολλαπλάσιο κλήρο, τις απέραντες χορτολιβαδικές εκτάσεις, τα τεράστια θερμοκήπια και την -τότε- ανθηρή αγροτική οικονομία. Η χώρα μας επιλέχθηκε σαν χώρα υπηρεσιών και τουρισμού κατά τον ευρωπαϊκό καταμερισμό. Ακολούθησε η χρυσοπληρωμένη εγκατάλειψη βασικών καλλιεργειών (εσπεριδοειδή, καπνός, σακχαρότευτλα, βαμβάκι, σταφιδάμπελοι) από την ΚΑΠ, η οποία πέρα από την καταστροφή εκατοντάδων χιλιάδων φτωχομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών, δημιούργησε επιπλέον κενά που δεν καλύφθηκαν ποτέ.
Κανένας σχεδιασμός, καμία ουσιαστική αναδιάρθρωση, καμία πολιτική, δεν έγινε κατορθωτή από το δοσμένο πολιτικοοικονομικό σύστημα της χώρας μας, με τη βαθιά και πολύχρονη εξάρτηση από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα εξουσίας, καθώς ακολουθεί αναντίρρητα το ρεύμα της διεθνοποίησης των αγορών αγροτικών προϊόντων που επιβάλλουν τα διάφορα παγκόσμια μονοπώλια. Άλλωστε και οι κομματικοί σχηματισμοί -μηδέ του ΚΚΕ εξαιρουμένου- δεν έδειξαν καμία διάθεση να προστρέξουν πραγματικά στα προβλήματα της αγροτιάς, πέραν της ακατάσχετης ψηφοθηρίας.
Η σημερινή ΚΑΠ που με τις νέες τάχα φιλοπεριβαλλοντικές απαιτήσεις (καλλιέργεια συγκεκριμένων ποικιλιών χειμερινών σιτηρών και οσπρίων, καλλιέργεια ανθεκτικών στις κλιματικά αναμενόμενες ξηροθερμικές συνθήκες, μετατροπή αρόσιμης γης σε περιοχές «οικολογικής εστίασης» και αγρανάπαυσης, κλπ), περικόπτει σοβαρά κονδύλια από τις βασικές ενισχύσεις για να χρηματοδοτήσει με 2,175 δισ. € την «κλιματική αλλαγή», με μέτρα ακατανόητα ακόμα και για τους ευρωπαίους αγρότες! Τώρα, επιχειρεί να διανείμει μέσω της ΚΑΠ την επιβάρυνση της κλιματικής αλλαγής -για την οποία φταίνε στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι βιομηχανικοί ρύποι- σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα εργατολαϊκών και αγροτικών νοικοκυριών, μέσα στη λογική του «όλοι ευθυνόμαστε για την περιβαλλοντική καταστροφή»!
Γι’ αυτούς τους λόγους, ο αγώνας των αγροτών αφορά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, είναι υπόθεση όλου του εργαζόμενου λαού, καθώς συνδέεται με το κύμα της ακρίβειας και χρειάζεται την πιο πλατιά και την πιο θερμή υποστήριξη όλων όσων δέχονται στο πετσί τους τη ληστρική εκμετάλλευση και καταπίεση της ολιγαρχίας.
Στη χώρα μας, η Γεωργία-Κτηνοτροφία-Αλιεία βρίσκεται σε βαθιά και παρατεταμένη κρίση. Το βασικό στοιχείο που επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό είναι η σοβαρή μείωση του αγροτικού πληθυσμού. Tο 1981 -χρονιά ένταξης στην ΕΟΚ- υπήρχαν 957.040 αγροτικές εκμεταλλεύσεις και η χώρα κάλυπτε πλήρως τις διατροφικές ανάγκες της σε αγροτικά προϊόντα. Σήμερα απόμειναν 530.679, ενώ το έλλειμμα του Αγροτικού Ισοζυγίου κυμαίνεται από 3 δισ. € έως 700 εκατ. €. Δηλαδή μέσα σε 42 χρόνια, 426.361 αγροτικά νοικοκυριά εγκατέλειψαν την αγροτική δραστηριότητα, ενώ ένα νέο κύμα φυγής διαφαίνεται και στις μέρες μας, ιδίως από την περιοχή της Θεσσαλίας, όπου τα περίπου 200.000 πλημμυρισμένα στρέμματα και τα άλλες τόσες χιλιάδες ακατάλληλα χωράφια αποτελούν -τουλάχιστον για τρία χρόνια- ακατάλληλες καλλιεργητικές εκτάσεις.
Στη σοβαρή μείωση του αγροτικού πληθυσμού, που το μεγαλύτερο μέρος του στράφηκε στον επισιτισμό, σε άλλες αυτοαπασχολούμενες εργασίες ή στην μακροχρόνια ανεργία, προστίθενται και άλλα εξ ίσου σοβαρά ζητήματα όπως:
α) η μείωση του αγροτικού εισοδήματος, β) το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο, γ) το γεγονός ότι τα 2/3 των αγροτικών νοικοκυριών ζουν σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας, δ) η ανυπαρξία κρατικών διαρθρωτικών επενδύσεων, ε) η ασυδοσία των εμποροβιομηχάνων και του τραπεζικού κεφαλαίου και η υποθήκευση των ¾ της αγροτικής γης στις τράπεζες, στ) η καταστροφή ενός μεγάλου τμήματος του θεσσαλικού κάμπου, ζ) το τροπάρι ΕΕ και κυβέρνησης για την «κλιματική αλλαγή», σαν υπεύθυνης για όλες τις καταστροφικές συνέπειες, η) η κατάρρευση της κτηνοτροφίας που μεγαλώνει τη διατροφική εξάρτηση του λαού μας, θ) η αναξιοπιστία του ΕΛΓΑ που δεν παρέχει πλήρη και έγκαιρη ασφάλιση και έγκαιρη της αγροτικής παραγωγής, ι) η διάλυση των αλιευτικών σκαφών και το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων ψαράδων, ια) το ότι το 20% των μεγαλοαγροτών, των γεωργικών επιχειρήσεων και των βιομηχανιών νέμονται το 80% των ενισχύσεων, των κονδυλίων για αγροτικές δράσεις και των προγραμμάτων κλπ, κλπ.
Σαν συμπέρασμα, αποδεικνύεται ότι ο έλληνας αγρότης σε τίποτα δεν ωφελήθηκε από την ένταξη στην ΕΕ. Αντίθετα μάλιστα. Όλες οι επιδοτήσεις, ενισχύσεις, «βοήθειες» που δόθηκαν στον αγροτικό τομέα -μέσω των βιομηχάνων, των μεσαζόντων και των τραπεζών- είχαν σα στόχο να χρυσώσουν το χάπι της ΕΕ και να παρουσιάσουν σαν παράδεισο τη σημερινή κόλαση που έχει στοιχίσει μέχρι στιγμής το ξεκλήρισμα εκατοντάδων χιλιάδων φτωχομεσαίων αγροτών.
Ας μείνουμε ωστόσο αναλυτικά στο τι συγκεκριμένα ζητάνε σήμερα οι αγρότες, χωρίς να κάνουμε διάκριση στα επιμέρους προβλήματα της αγροτικής διαστρωμάτωσης.
1) Αναθεώρηση της ΚΑΠ, καθώς η εφαρμογή των νέων κανόνων θεωρείται ότι έφερε μαχαίρι στις επιδοτήσεις (200-250 εκατ. €) και καθυστερήσεις στις καταβολές των ενισχύσεων. Οι επιδοτήσεις μειώθηκαν το έτος 2024 κατά 20-30% κατά μέσον όρο στους αγρότες, όπως προκύπτει από τα χρήματα που πήραν από την νέα ΚΑΠ.
2) Η μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής που εκμηδένισε το κέρδος στον παραγωγό. Έχουν εκτιναχθεί στα ύψη η ενέργεια, τα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα, οι ζωοτροφές, οι σπόροι κλπ, γενικά το κόστος της αγροτικής παραγωγής. Απαιτούν επιδότηση και κατάργηση του ΦΠΑ στα μέσα και εφόδια.
3) Επιστροφή ολόκληρου του κόστους του πετρελαίου κίνησης και όχι απλώς του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, ανάλογα με τι δηλώνουν στην αίτηση του ΟΣΔΕ.
4) Ζητούν επίσης πλαφόν στην τιμή του αγροτικού ρεύματος στα 7 λεπτά/kwh
5) Επιδότηση μόνον των συνδεδεμένων με την παραγωγή ενισχύσεων, σε αυτούς που παράγουν πραγματικά και όχι σε όσους είχαν από παλιά κατοχυρώσει «δικαιώματα» από το 1998. Οι αγρότες ζητούν οι επιδοτήσεις να δίνονται στο κάθε έτος, με βάση την πραγματική παραγωγή.
6) Kατώτερες εγγυημένες τιμές που να καλύπτουν το κόστος παραγωγής, διασφαλίζοντας παράλληλα εισόδημα επιβίωσης και προσιτές τιμές των προϊόντων στη λαϊκή κατανάλωση.
7) Αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ ώστε να ασφαλίζει και να αποζημιώνει στο 100% την παραγωγή και το κεφάλαιο από όλους τους φυσικούς κινδύνους και νόσους με επαρκή κρατική χρηματοδότηση.
8) Αφορολόγητο όριο εισοδήματος στα 12.000 €, προσαυξημένο κατά 3.000 € για κάθε παιδί και κατάργηση των λογιστικών βιβλίων για τζίρο έως 40.000 €.
9) Άμεση παύση των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών καθώς και «πάγωμα» των χρεών στις τράπεζες, για όσο διάστημα αδυνατούν οι πληγέντες από τα καιρικά φαινόμενα και τις πυρκαγιές να τα πληρώσουν, διαγραφή τόκων και κούρεμα κεφαλαίου στα τραπεζικά δάνεια. Απαγόρευση των εγκαταστάσεων ΑΠΕ σε γεωργικές εκτάσεις και βοσκότοπους.
10) Άμεση καταβολή των υπολοίπων αποζημιώσεων στη Θεσσαλία των παραγωγών που επλήγησαν από τον Daniel και Elias.
Ο κατάλογος των αγροτικών αιτημάτων δεν έχει τελειωμό αφού η κάθε καλλιέργεια στη Γεωργία και η κάθε εκτροφή στην Κτηνοτροφία εμφανίζει και διαφορετικές απαιτήσεις και άρα αιτήματα. Ένα είναι βέβαιο. Πως η ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ σήμανε και την καταστροφή του πρωτογενούς τομέα της παραγωγής. Εφαρμόζοντας απαρέγκλιτα την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ που έχει σαν στόχο το ξεπέταγμα των φτωχομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών από την παραγωγή, η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, προτάσσοντας τη δήθεν βελτίωση του αγροτικού επιπέδου, άφησαν σκόπιμα τους ληστρικούς όρους εξαγοράς των αγροτικών προϊόντων από τα διάφορα «καρτέλ», την αχαλίνωτη τοκογλυφία των τραπεζών, την ασύδοτη εκμετάλλευση των ντόπιων και ξένων μονοπωλίων γεωργικών εφοδίων και μηχανημάτων, την πραξικοπηματική διάλυση του αγροτικού συνεταιριστικού και συνδικαλιστικού κινήματος, την άρνηση εφαρμογής προγραμμάτων Εγγείων Βελτιώσεων και Ύδρευσης, την έλλειψη εργατικών χεριών και τόσες άλλες αντιαγροτικές επιλογές των πολιτικών εκφραστών της ντόπιας ολιγαρχίας.
Για τη στάση του ΚΚΕ σε ό,τι αφορά το αγροτικό ζήτημα θα πρέπει να τονισθεί ο βαθιά λαθεμένος γενικός πολιτικός προσανατολισμός της ηγεσίας του, πάνω στο θέμα των συνεργασιών που προώθησε. Γιατί όλ’ αυτά τα χρόνια, αντί να στηριχθεί στις αγωνιστικές παραδόσεις, τον ταξικό προσανατολισμό, την οικονομική καταστροφή, την κοινωνική απαξίωση, που δέχεται κύρια η φτωχομεσαία αγροτιά και πρόσφατα οι ξένοι εργάτες γης, αντί να συμβάλει στην ανάπτυξη ενός ρωμαλέου προοδευτικού αγροτικού κινήματος αποτελούμενο από τις γνήσιες λαϊκές και αριστερές δυνάμεις της αγροτιάς, προτίμησε να προχωρήσει σε ανιστόρητες συνεργασίες και σε κρίσιμα σπασίματα των κινητοποιήσεων. Θα δούμε και τώρα τι θα κάνει…
Το Μ-Λ ΚΚΕ όλ’ αυτά τα χρόνια παρακολούθησε από κοντά τις εξελίξεις στον πρωτογενή τομέα και τους αγώνες της αγροτιάς, συμπαραστάθηκε στα αιτήματα και τις διεκδικήσεις της και πρόβαλε με συνέπεια το κύριο ζήτημα της σύνδεσης των επιμέρους προβλημάτων της αγροτιάς με τα γενικότερα προβλήματα που αγκαλιάζουν τόσο τη φτωχομεσαία αγροτιά όσο και τα ευρύτερα εργατολαϊκά στρώματα, όπως το ζήτημα της ακρίβειας, της φορομπηχτικής πολιτικής, της ανεργίας και της φτωχοποίησης. Δεν σταμάτησε να δίνει έμφαση τόσο στα μακροπρόθεσμα όσο και στα βραχυπρόθεσμα αγροτικά αιτήματα προς τα οποία πρέπει να στραφούν οι αγροτικοί αγώνες.
Το κόμμα μας θα πρέπει να εντείνει τη συμμετοχή του σε όλες τις αγροτικές κινητοποιήσεις για την ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων της φτωχομεσαίας αγροτιάς που θα της δώσουν μια προσωρινή ανακούφιση. Παράλληλα θα αγωνιστεί για το σταδιακό ανέβασμά της μέχρι το επίπεδο της γενικής πολιτικής πάλης για τα πανεθνικά προβλήματα, για την έξοδο της χώρας από την ΚΑΠ και την ΕΕ, για το διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων, για την έξοδο της χώρας μας από το ΝΑΤΟ και το σπάσιμο της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης.
Βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα περίοδο έξαρσης της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, με πολύ δυσμενέστερους όρους παραγωγής αγροτικού προϊόντος για τα φτωχομεσαία νοικοκυριά, που καλούνται να πληρώσουν το μεγαλύτερο μέρος της κρίσης με την καταστροφή τους, τη συντριβή τους, τον αφανισμό τους. Αναπόφευκτα λοιπόν, δεν υπάρχει άλλος δρόμος επιβίωσης της φτωχομεσαίας αγροτιάς παρά ο δρόμος του αγώνα και η σύνδεση του αγώνα αυτού με τους αγώνες των άλλων καταπιεσμένων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας.