Μεγαλειώδεις ήταν οι συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε όλη την Ελλάδα στις 28/2 στην πανελλαδική απεργία της ΑΔΕΔΥ. Μαζί με τα βασικά αιτήματά της, η απεργία είχε προμετωπίδα της τη μαύρη επέτειο του ενός χρόνου από το έγκλημα των Τεμπών, γεγονός που ενίσχυσε σημαντικά τη συμμετοχή του κόσμου σε αυτή. Οι δεκάδες χιλιάδες λαού και νεολαίας που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις δείχνουν πόσο συγκινεί τον κόσμο ο άδικος θάνατος 57 νέων στην πλειονότητά τους ανθρώπων, συγκίνηση που γίνεται οργή όταν διαπιστώνουν πως ένα χρόνο μετά όχι μόνο δεν έχουν αποδοθεί ευθύνες, αλλά η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει τα πάντα για να συγκαλύψει τις εγκληματικές ευθύνες της.
Το έγκλημα στα Τέμπη έχει πρώτα απ’ όλα τη σφραγίδα της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και των προηγούμενων. ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ απαξίωσαν τον ΟΣΕ και τον οδήγησαν σε ιδιωτικοποίηση. Εφάρμοσαν μια πολιτική σκανδαλωδών συμβάσεων και καθυστερήσεων για τα έργα ασφάλειας των σιδηροδρομικών μετακινήσεων με ολέθρια αποτελέσματα, όπως επιβεβαιώθηκε από την ίδια την πραγματικότητα.
Ένα χρόνο τώρα, η κυβέρνηση της ΝΔ και τα πλήρως ελεγχόμενα ΜΜΕ πασχίζουν να βγάλουν λάδι τον κύριο υπεύθυνο για την τραγωδία που δεν είναι άλλος από αυτήν ακριβώς την εγκληματική πολιτική. Παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις ότι το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκκαλο και ότι οι υπεύθυνοι θα τιμωρηθούν, αυτό που εκτυλίχθηκε μπροστά στο λαό για μια ακόμα φορά ήταν το γνωστό σκηνικό συγκάλυψης. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επεδίωξε να φορτώσει τις ευθύνες για το έγκλημα στο ανθρώπινο λάθος, στο σταθμάρχη, στον επόπτη, ακόμα και στο νεκρό μηχανοδηγό.
Η θλιβερή στάση του ΚΚΕ, με πρόταση για σύσταση εξεταστικής επιτροπής για τη διερεύνηση ευθυνών σε βάθος δεκαετιών, αποτέλεσε χείρα βοηθείας προς την κυβέρνηση που έσπευσε να την υιοθετήσει προκειμένου να προχωρήσει σε διάχυση των εγκληματικών ευθυνών που την βαραίνουν. Τώρα η κυβέρνηση προχώρησε στο κλείσιμο των εργασιών της εξεταστικής, με τη στάση της να είναι αποκαλυπτική για το μέγεθος της συγκάλυψης. Είναι χαρακτηριστικό ότι βασικοί μάρτυρες δεν κλήθηκαν να καταθέσουν, ενώ όσοι κατέθεσαν μιλώντας για την απαξίωση του σιδηρόδρομου, για την απουσία συστημάτων ασφαλείας, για όλους εκείνους τους παράγοντες, δηλαδή, που αν υπήρχαν θα μπορούσαν να αποτρέψουν το δυστύχημα, προφανώς και δεν έτυχαν της αντίστοιχης τηλεοπτικής προβολής με όσους συντάχθηκαν με το κυβερνητικό αφήγημα της ατομικής ευθύνης.
Ταυτόχρονα, ισχυρά είναι τα στοιχεία που συνηγορούν και στο ενδεχόμενο η εμπορική αμαξοστοιχία να μετέφερε παράνομη εύφλεκτη ύλη που πιθανόν ευθύνεται για αρκετούς θανάτους. Στην κατεύθυνση συγκάλυψης συνηγορεί και το άρον-άρον μπάζωμα του χώρου που ξεκίνησε μόλις ένα εικοσιτετράωρο μετά το δυστύχημα, με την εντολή να δίνεται από τον πρώην περιφερειάρχη Θεσσαλίας Αγοραστό. Ο ίδιος μπροστά στην εξεταστική επιτροπή αρνήθηκε να παράσχει περισσότερες πληροφορίες, καθώς έκανε χρήση του δικαιώματος της… σιωπής. Όπως δήλωσε η Καρυστιανού «Παραβιάζοντας όλα τα διεθνή πρωτόκολλα για αντίστοιχες καταστάσεις, παραγκώνισαν τους δικαστικούς λειτουργούς και προχώρησαν σε πλήρη αλλοίωση του χώρου. Έσκαψαν τα χώματα σε βάθος περίπου 1 μέτρου, τα απομάκρυναν και είναι άγνωστο πού τα έριξαν. Προχώρησαν σε επιχωμάτωση και ασφαλτόστρωση εκεί που πριν ήταν χωράφια».
Η κυβερνητική πολιτική της συγκάλυψης έχει εξοργίσει ευρύτερα τμήματα του ελληνικού λαού. Η συμμετοχή πολλών δεκάδων χιλιάδων διαδηλωτών σε όλη την Ελλάδα στις 28/2 αποτύπωσε τη λαϊκή απαίτηση για τιμωρία των πραγματικών ενόχων κόντρα στην πολιτική της συγκάλυψης. Το ίδιο αποτυπώνεται και στη συλλογή 1,3 εκατομμυρίου υπογραφών στο ψήφισμα που ξεκίνησε με πρωτοβουλία της Καρυστιάνου και ζητά την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Ανεξάρτητα από τα όρια και τις δυνατότητες που μπορεί να έχει μια τέτοια πρωτοβουλία, το ότι υπέγραψε μαζικά ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού αποτελεί πολιτικό πρόβλημα για την κυβέρνηση. Ακόμα περισσότερο, οι ογκώδεις διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν φανερώνουν την ύπαρξη ευρύτερων κομματιών στην κοινωνία που εξακολουθούν να στέκονται ενεργά απέναντι στην εγκληματική κυβερνητική πολιτική, απορρίπτοντας τα αλαζονικά κυβερνητικά αφηγήματα περί ατομικής ευθύνης, αναγνωρίζοντας ως βασικό υπεύθυνο την εγκληματική κυβερνητική πολιτική.