Όσο πιο δυνατό ΚΚΕ στη βουλή, τόσο πιο δυνατός θα είναι ο λαός και τόσο πιο αδύναμη θα είναι η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης, όποια και αν είναι αυτή. Αυτή είναι η βασική προεκλογική επωδός του ΚΚΕ που επαναλαμβάνει παντού σε ομιλίες, σε συγκεντρώσεις, σε συνεντεύξεις και συζητήσεις.
«Όλοι γνωρίζετε -έλεγε προ ημερών ο Κουτσούμπας στους εργάτες της ΛΑΡΚΟ- πως αν σήμερα στηρίζουμε αυτόν τον αγώνα και οποιονδήποτε αγώνα έχοντας 15 βουλευτές… η στήριξη αυτή θα είναι πιο δυναμική, θα είναι πιο μεγάλη, θα φέρνει περισσότερα αποτελέσματα, αν οι βουλευτές του ΚΚΕ γίνουν 30, 40, 50».
Υπάρχει κόκκος αλήθειας στο κυρίαρχο αυτό προεκλογικό αφήγημα του ΚΚΕ, που καλλιεργεί την μέγιστη ρεφορμιστική αυταπάτη ότι τάχα η κοινοβουλευτική δύναμη του σημαίνει δύναμη για το λαό;
Όχι, δεν υπάρχει. Και αρκεί κανείς να ρίξει μια απολογιστική ματιά προς τα πίσω.
Και καταρχήν στα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ.
Όταν, μετά τα Τέμπη και το μαζικό λαϊκό ξέσπασμα, έσπευσε το ΚΚΕ με τις ηγεσίες των μεγάλων συνδικάτων να επιβάλουν σιωπητήριο. Όταν με τις ίδιες συνδικαλιστικές ηγεσίες έριχναν εκτονωτικές απεργιακές ντουφεκιές στον αέρα, αρνούμενοι τη συνέχιση και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων. Τόσο απέναντι στο νόμο Χατζηδάκη, όσο και απέναντι στην τρομακτική ακρίβεια της τελευταίας χρονιάς. Όταν επαναλάμβανε στην πανδημία το κυβερνητικό αφήγημα πως η μαζική κάθοδος σε συγκεντρώσεις είναι απειλή για τη δημόσια υγεία. Όταν απέναντι στις φασιστικές κυβερνητικές απαγορεύσεις στην ίδια περίοδο αρνήθηκε οποιοδήποτε δημόσιο κάλεσμα για μαζικές συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες. Όταν η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΚΕ ψήφιζε το μπόνους του Μητσοτάκη των 600ευρώ στους ένστολους. Όταν αρνήθηκε οποιαδήποτε κλιμάκωση των σημαντικών αγώνων στους καλλιτέχνες, στους εκπαιδευτικούς, στους υγειονομικούς, στους αγρότες… Όταν, με τα χωριστά πλαίσια, με τις χωριστές συγκεντρώσεις, διασπά κάθε μικρό και μεγάλο αγώνα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ και τα στελέχη της δεν αισθάνονται από το ΚΚΕ την παραμικρή απειλή. Και δε χάνουν την ευκαιρία να του πλέκουν το εγκώμιο για τη σοβαρότητα και την υπευθυνότητά του, παρά -όπως λένε- τις μεγάλες ιδεολογικές διαφορές που τους χωρίζουν. Και πώς να έχουν πρόβλημα όταν ο αρχηγός του ΚΚΕ, ο Κουτσούμπας, λέει πριν από λίγες μέρες σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ:
«… όχι προοδευτική, όχι αριστερή δεν ήταν αυτή η κυβέρνηση, αλλά ήταν όχι απλά «μούφα», ήταν και η χειρότερη κυβέρνηση και το χειρότερο μνημόνιο που έφερε, όλων των εποχών».
Και δε συνιστά μια τέτοια δήλωση, ότι η χειρότερη κυβέρνηση όλων των εποχών ήταν του ΣΥΡΙΖΑ, λίγες μέρες πριν τις εκλογές, δώρο προς την κυβέρνηση της ΝΔ; Όταν λέει ο Κουτσούμπας πως το χειρότερο μνημόνιο ήταν του ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί ξέπλυμα για τα μνημόνια και την πολιτική τής ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ;
Λέει το ΚΚΕ πως η ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα θα είναι δύναμη για το λαό.
Στην περίοδο των μνημονίων από το 2009 μέχρι το 2012, το ΚΚΕ ήταν το τρίτο κόμμα με 8 % και διέθετε την τρίτη πιο ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα μετά το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Τι πρόσφερε αυτή η κοινοβουλευτική δύναμη στο λαό όταν επιβλήθηκαν τα μνημόνια και η τρόικα, η ξένη επιτήρηση και το σάρωμα των λαϊκών κατακτήσεων; Και τι έκανε το ΚΚΕ όταν τα αστικά κόμματα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ καταβαραθρώνονταν στα μάτια του ελληνικού λαού από την εφαρμογή της βάρβαρης πολιτικής;
Καταδίκαζε τον αντιμνημονιακό αγώνα και έθετε στην ημερήσια διάταξη της κούφιας αντικαπιταλιστικής του ρητορικής την ανατροπή δήθεν του καπιταλισμού. Ενώ ταυτόχρονα κορύφωνε τις διασπαστικές του αντιλήψεις και πρακτικές στο μαζικό κίνημα και παράλληλα λοιδορούσε τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία ανακαλύπτοντας ότι η χώρα μας είναι εθνικά ανεξάρτητη και μάλιστα και ιμπεριαλιστική!
Ανοίγοντας το δρόμο στο ΣΥΡΙΖΑ -που κάλπικα και ψευδεπίγραφα πρόβαλε την αντιμνημονιακή του ρητορική και ήρθε αξιοποιώντας τα αντιμνημονιακά αισθήματα του λαού και τις συνέπειες από τη μνημονιακή πολιτική- από το 4% στην κυβέρνηση.
Ανοίγοντας το δρόμο ταυτόχρονα και σε κάθε λογής δυνάμεις δεξιά και αριστερά, που φόρεσαν τη μάσκα του πατριώτη και ντύθηκαν το μανδύα του «αγώνα» για εθνική ανεξαρτησία, καπηλευόμενοι τα πληγωμένα εθνικά αισθήματα του λαού, που το ΚΚΕ αποστρεφόταν.
Και πιο πριν, τι έγινε όταν το ΚΚΕ διέθετε ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα στα πλαίσια του ενιαίου Συνασπισμού, που βρισκόταν συνενωμένο με τις δυνάμεις του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ; Οδηγήθηκε το 1989 στη συγκυβέρνηση Τζαννετάκη με τη ΝΔ και μετά από λίγους μήνες, το 1990, στη συγκυβέρνηση Ζολώτα με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Ξεπλένοντας τη δεξιά και ανοίγοντας το δρόμο για την κυβέρνηση της ΝΔ του μπαμπά Μητσοτάκη και το πρώτο κύμα της νεοφιλελεύθερης αντιλαϊκής επέλασης.
Και έχει πολύ πικρό νερό ακόμη αυτό το ποτήρι πηγαίνοντας προς τα πίσω, πικρό νερό που ο κόσμος της αριστεράς δεν πρέπει να το ξαναγευτεί.
Όσα συμπεράσματα και αν λέει πως έχει βγάλει το ΚΚΕ από το παρελθόν, σταθερά και αμετακίνητα παραμένει ο βασικός πομπός των κοινοβουλευτικών ψευδαισθήσεων και αυταπατών στον κόσμο της αριστεράς, ο βασικός φορέας της υπονόμευσης του μαζικού κινήματος, ο βασικός παράγοντας της αποσυγκρότησης και υπόσκαψης του κομμουνιστικού κινήματος.