Παρά τις όψιμες αντιπολιτευτικές κορώνες του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ που εκδηλώθηκαν ιδιαίτερα μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών και την παρακολούθηση Ανδρουλάκη, το κόμμα αυτό εξακολουθεί -στον ένα ή στον άλλο βαθμό- να παραδέρνει στην κρίση που του κληροδότησε η μνημονιακή πολιτική του. Κι αν τους τελευταίους μήνες και ιδιαίτερα μετά την εκλογή Ανδρουλάκη στην ηγεσία του και την επαναφορά του ιστορικού του ονόματος, το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν δημοσκοπικά ενισχυμένο, αυτό οφείλεται στη γενναία στήριξή του από τα εγχώρια οικονομικοπολιτικά κέντρα εξουσίας, αυτά που -κατά τα άλλα- ο νυν αρχηγός του δηλώνει κατά καιρούς ότι τα αντιστρατεύεται. Τα τελευταία επιφυλάσσουν το ρόλο ρυθμιστή ή κυβερνητικού συμπληρώματος στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και γι’ αυτό επιδίωξαν την ελεγχόμενη «επαναφορά» του. Οι μεγάλες αντιπαραθέσεις μάλιστα που εκδηλώθηκαν στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ τα τελευταία χρόνια και κορυφώθηκαν στις διαδικασίες ανάδειξης του νέου αρχηγού, είναι αποτέλεσμα ακριβώς των παρεμβάσεων των διαφόρων κέντρων της ολιγαρχίας.
Παρά τη στήριξη όμως της ολιγαρχίας, το ΠΑΣΟΚ παραμένει στη συνείδηση της πλατιάς πλειοψηφίας του ελληνικού λαού ως ένα κόμμα χρεοκοπημένο που φέρει φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του στην οικονομική καταβύθιση της χώρας και τη βίαιη φτωχοποίηση λαού και εργαζόμενων. Το ΠΑΣΟΚ -όσα ονόματα και αν άλλαξε, όσες προσπάθειες κι αν έκανε να μεταμφιέσει την πολιτική του και να παραπλανήσει τον ελληνικό λαό- έχει ταυτιστεί με την επιβολή της πολιτικής των μνημονίων, της εξαθλίωσης και της υποδούλωσης, συγκυβέρνησε με τη ΝΔ και το ακροδεξιό ΛΑΟΣ, ενώ την τελευταία τετραετία αποτέλεσε κανονικά συμπλήρωμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την υγειονομική κρίση, στην πραγματικότητα, το ΠΑΣΟΚ συντάχθηκε πίσω από τη γραμμή της «εθνικής ενότητας» του Μητσοτάκη, τηρώντας σιγήν ιχθύος απέναντι στην πολιτική διαχείρισης της πανδημίας, στην πολιτική κατεδάφισης του ΕΣΥ και την όξυνση της καταστολής και της περιστολής των δημοκρατικών δικαιωμάτων που με πρόσχημα την πανδημία η κυβέρνηση εφάρμοσε.
Πολύ περισσότερο, το πολιτικό φλερτ του πρώην ΚΙΝΑΛ με την κυβέρνηση της ΝΔ είχε επιβεβαιωθεί ήδη από την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ, όσο στο τιμόνι της ηγεσίας του βρισκόταν η Φώφη Γεννηματά. Ενδεικτικά, σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα του ΚΙΝΑΛ είχε ψηφίσει μαζί με την κυβερνητική πλειοψηφία την παραπομπή Παπαγγελόπουλου, ενώ αξίζει να σημειωθεί και το κομπρεμί της ηγεσίας Γεννηματά με τη ΝΔ για τη στελέχωση του ΑΣΕΠ, που έθετε την κατά τα άλλα ανεξάρτητη αρχή υπό κυβερνητικό έλεγχο, ενώ ως αντάλλαγμα το ΚΙΝΑΛ εξασφάλισε το διορισμό δύο δικών του στελεχών ως συμβούλων. Αλλά και στο πρόσφατο νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό που ψηφίστηκε τον προηγούμενο Νοέμβριο, το ΠΑΣΟΚ έδωσε τη θετική του ψήφο. Και ο κατάλογος είναι μακρύς…
Πολύ περισσότερο, το ΚΙΝΑΛ ψήφισε τις συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο για τον καθορισμό ΑΟΖ, τις εξοπλιστικές συμφωνίες για την αγορά των Rafale και των γαλλικών φρεγατών, καθώς και την ελληνογαλλική «αμυντική» συμφωνία που εμπλέκει τη χώρα ακόμα περισσότερο στα σχέδια του γαλλικού ιμπεριαλισμού. Συμφωνίες που όχι μόνο δεν ενισχύουν την εθνική θέση της χώρας, όπως δημαγωγικά διαλαλούσαν η κυβέρνηση και τα κυρίαρχα ΜΜΕ, αλλά το αντίθετο, έσφιγγαν ακόμα πιο πολύ τη θηλιά της εξάρτησης γύρω από το λαιμό του ελληνικού λαού. Είναι χαρακτηριστική μάλιστα η τοποθέτηση της τότε αρχηγού του ΚΙΝΑΛ απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα, πως «τα εθνικά θέματα δεν προσφέρονται για επικοινωνιακή διαχείριση, ούτε για στείρα αντιπολίτευση», καθώς με αυτήν την τοποθέτηση ευθυγραμμιζόταν πλήρως στα καλέσματα της κάλπικης εθνικής ενότητας των Μητσοτάκη – Δένδια.
Στην πραγματικότητα, όσα λίφτινγκ και αν επιχειρήσει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, το κόμμα αυτό υπηρετεί πιστά την πολιτική της εξάρτησης και της υποτέλειας. Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι ότι -στην κατεύθυνση αυτή και απέναντι στα ελληνοτουρκικά ζητήματα- η πρώην αρχηγός του ΠΑΣΟΚ πλειοδοτώντας σε εθελοδουλία προς τους ξένους προστάτες καλούσε την κυβέρνηση «να εξασφαλίσει τον πιο ενεργό ρόλο τής ΕΕ και να μην επιτρέψει τη συνέχιση της αδράνειας του ΝΑΤΟ», ενώ ο σημερινός αρχηγός του στο ίδιο μήκος κύματος και για τον πόλεμο στην Ουκρανία καλούσε την ΕΕ «να υπερασπιστεί τις αξίες της απέναντι στο φρικτό, τυραννικό δεσποτισμό», τασσόμενος «υπέρ της ενιαίας εξωτερικής πολιτικής και άμυνας και για την ενεργειακή αυτονομία της Ευρώπης» στο όνομα «της περιφρούρησης της ευημερίας και των συνόρων μας από την Εσθονία και τη Φινλανδία, μέχρι την Ελλάδα και την Κύπρο».
Μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου των υποκλοπών ο Ανδρουλάκης, γνωρίζοντας πως η συνέχιση οποιουδήποτε είδους πολιτικού φλερτ με την ΝΔ και οποιασδήποτε προσέγγισης μεταξύ τους με σκοπό μια πιθανή μετεκλογική συνεργασία θα σήμαινε την αμετάκλητη χρεοκοπία του ΠΑΣΟΚ και του ίδιου, ξαφνικά ανακάλυψε την αντιδημοκρατική πολιτική της κυβέρνησης, τη θεσμική εκτροπή της και πολλά ακόμα «ηχηρά» αντικυβερνητικά φληναφήματα που προορίζονται για το εκλογικό του ακροατήριο, φέρνοντας στην επιφάνεια σενάρια μετεκλογικής συνεργασίας αυτή τη φόρα με το ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάει για θεσμικές εκτροπές το κόμμα που είναι συνδεδεμένο με ένα σωρό σκάνδαλα στη χώρα κατά τη διάρκεια της ιστορίας του και της διακυβέρνησής του και που στα σπλάχνα του «μεγαλούργησαν» στελέχη αντίστοιχα της Καϊλή. Ένα κόμμα που -σε όλη την διάρκεια της ιστορίας του- αποτέλεσε πυλώνα και στυλοβάτη του αντιδραστικού καθεστώτος της ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού.