Ήταν κάποτε στη χώρα ένα ισχυρότατο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ. Ο ιδρυτής του, Α. Παπανδρέου, αρνήθηκε την προίκα του Κέντρου (που είχαν οι Μαύρος–Ζίγδης) και λαφυραγώγησε τους ΕΔΑΐτες, τους ΕΑΜικους και τον μεταπολιτευτικό ριζοσπαστισμό. Γρήγορα ρίζωσε στο συνδικαλισμό των ΔΕΚΟ (Δημόσιες επιχειρήσεις, όπως ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ), στους αγρότες, τους δημόσιους υπαλλήλους. Το 1981 με το 48% του εκλογικού σώματος και σημαία μια αμφίσημη «αλλαγή» ήρθε στην κυβερνητική εξουσία υποσχόμενος …σοσιαλισμό. Θυμίζουμε, για ιστορικούς λόγους, ότι και ο αγγλόφιλος πατέρας του έλεγε πως «και λαοκρατία θα έχουμε», κοροϊδεύοντας ανοιχτά τον αντιφασίστα λαό μας το 1944. Το ΠΑΣΟΚ αποδείχτηκε ο άλλος πόλος του αστικού κόσμου και δεν πρόδωσε κανέναν γιατί δεν υπήρχε κανένας λόγος να προδώσει. Έκανε μια σειρά αστικούς εκσυγχρονισμούς, που περίμεναν χρόνια, όπως η μισή αναγνώριση της εθνικής αντίστασης, τους συνεταιρισμούς που βούλιαξαν στα χρέη, το ΕΣΥ, αναγνώρισε δικαιώματα στη γυναίκα και αφομοίωσε σα γερό αμορτισέρ όλους τους κοινωνικούς κραδασμούς.
Πολλοί άνθρωποι, ακόμα και πολιτικά ρεύματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, το τροτσκιστικό πολιτικό σόι, πίστεψαν στη μυθολογία του Α. Παπανδρέου. Ο Χ.Φλωράκης, γραμματέας του ΚΚΕ, μιλούσε για το άθροισμα των προοδευτικών δυνάμεων και οι δυνάμεις του ΚΚΕ στο συνδικαλισμό μέχρι το 1989 έκαναν «θετικές προτάσεις» στο ΠΑΣΟΚ. Αλλά η ντόπια σοσιαλδημοκρατία αποδείχτηκε στη δεκαετία του ’80 – ’90, πολύ ανθεκτικός αντίπαλος. Το 1989 βρίσκεται αντιμέτωπη με το σκάνδαλο Κοσκωτά. Ακολουθούν οι κυβερνήσεις Ζολώτα–Τζανετάκη με τον δικέφαλο ρεφορμισμό (ΚΚΕ–ΕΑΡ και Φλωράκη–Κύρκο) να γίνονται κυριολεκτικά σφουγγαρόπανα της δεξιάς του Μητσοτάκη.
Η δεξιά, αφού κέρδισε τις εκλογές του 1991 ξαναχάνει την κυβέρνηση (το1993) από έναν άρρωστο Παπανδρέου που αξιοποιεί όλη τη λαϊκή αγανάκτηση απέναντι σε μια σαρωτική δεξιά που θέλει εργατολαϊκό αίμα, με κορυφαία στιγμή τη δολοφονία του καθηγητή Ν. Τεμπονέρα στις μαθητικές καταλήψεις το Γενάρη 1991. Αφού ο Α. Παπανδρέου πεθαίνει, ο Σημίτης με σημαία τον εκσυγχρονισμό κερδίζει από τη ΝΔ τις εκλογές του 1996 και το 2000 και εγκαινιάζει μια σειρά μεγάλων έργων με τον εθνικό εργολάβο, τον Μπόμπολα. Ταυτόχρονα, η χώρα μας αναλαμβάνει τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004 και ο Γ. Παπανδρέου το 2008, νικώντας τον Καραμανλή, χώνει την Ελλάδα στο μαντρί του ΔΝΤ.
Μέσα στον πολιτικό χώρο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς οι αυταπάτες βασίστηκαν πάντα στη λογική του μικρότερου κακού. Ακόμα και ο φλύαρος αντικαπιταλισμός, που αναθεματίζει τις Βάρκιζες και ονειρεύεται αύριο μια επανάσταση, ψήφισε ΠΑΣΟΚ «χωρίς αυταπάτες» (πχ ΣΕΚ) ή κούρνιασε μετά το 2012 κάτω απ’ τις φτερούγες του ΣΥΡΙΖΑ (πχ ΚΟΕ, ΔΕΑ, τροτσκιστές), για να αποδείξει ότι «όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα μικρό καλάθι».
Ποιο είναι το συμπέρασμα από αυτή τη μικρή περιοδολόγηση; Πως η άρχουσα τάξη έχει πολλές ρεζέρβες. Πως τα κόμματα κρίνονται όχι από τα λόγια, αλλά από τις πράξεις τους. Πως όταν δεν υπάρχει γερός και φωτεινός κομμουνιστικός φάρος, ο λαός θα παραδίνεται εύκολη λεία στην αστική πολιτική. Πως η πάλη των τάξεων που συνεχίζεται πρέπει να οδηγηθεί στην υπέρβαση όλων των αστικών μορφών διαχείρισης. Να γιατί επιμένουμε αριστερά και ταξικά. Να γιατί χρειάζεται γερή και μαζική κομμουνιστική οργάνωση.