Με αφορμή την καταδίκη του Ευρωκοινοβουλίου για το ανύπαρκτο «κράτος δικαίου» στην Ελλάδα
Δεν «κομίζει γλαύκα εις Αθήνας» η Έκθεση-καταπέλτης της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με βάση την οποία η Ελλάδα βρίσκεται στον «πάτο» της κατάταξης της ποιότητας του «κράτους δικαίου» στην Ευρώπη και στην θέση 107 στην ελευθερία του τύπου παγκοσμίως.
Με βάση την Έκθεση αυτή, που εγκρίθηκε με 42 ψήφους υπέρ, 10 κατά, 2 αποχές, η κυβέρνηση καταγγέλλεται ότι κάνει ό,τι μπορεί για να συγκαλύψει το σκάνδαλο των υποκλοπών. Ελέγχεται για παράνομες βίαιες επαναπροωθήσεις (pushbacks) μεταναστών, καταχρήσεις κατά των αιτούντων άσυλο, κατά τη διάρκεια της κράτησης και των βίαιων περιστατικών αυτοδικίας. Κατηγορείται για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, για το ναυάγιο της Πύλου, για το δυστύχημα στα Τέμπη, για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Καραϊβάζ, για τους αλλεπάλληλους θανάτους Ρομά από αστυνομικά πυρά, με μεροληπτική την έρευνα από τις αρχές γι’ αυτούς.
Ιδιαιτέρα επικριτική εμφανίστηκε η Ολλανδή πρόεδρος της Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου, Σόφι ιν’τ Φελντ, τονίζοντας ότι από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης το 2019, η κατάσταση του «κράτους δικαίου» στην Ελλάδα έχει «επιδεινωθεί γρήγορα» και προσθέτοντας ότι «ωστόσο, ο Μητσοτάκης έχει την πλήρη και άνευ όρων -ή ας πούμε τυφλή- υποστήριξη του ευρωπαϊκού του κόμματος, του ΕΛΚ. Αυτό του δίνει κάλυψη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο», κατέληξε: «Φιμώνονται ανεξάρτητες αρχές και φαίνεται ότι η Ελλάδα δεν πληροί τις προϋποθέσεις για την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση».
Έτσι, την ώρα που ο Μητσοτάκης προσπαθεί να υποδυθεί τον μετριοπαθή φιλελεύθερο στην Ελλάδα, αντιμετωπίζεται σαν ο Όρμπαν της Μεσογείου.
Βέβαια, η στάση της ΕΕ είναι υποκριτική και η σχετική Έκθεση αποτελεί «φύλλο συκής», αφού η πολιτική Μητσοτάκη είναι απόρροια και σε εφαρμογή Οδηγιών και Συμφώνων (Δουβλίνο Ι & ΙΙ, Σέγκεν κλπ) της ΕΕ, που έχουν μετατρέψει την Ευρώπη σε φρούριο, που έχουν φέρει στο προσκήνιο τις ανοιχτά φασιστικές δυνάμεις στην «καρδιά» της, (Μελόνι, Λεπέν, AfD σε Γερμανία, Όρμπαν κλπ), ενώ κι εκεί εφαρμόζεται η ίδια πολιτική των απαγορεύσεων, της καταστολής, της τρομοκρατίας και των σκανδάλων, που δεν αναφέρονται αναλυτικά για λόγους «οικονομίας» δημοσιογραφικού χώρου.
Βέβαια, αυτά που καταγγέλλονται για την κυβέρνηση αποτελούν για τους «παροικούντας την Ιερουσαλήμ», για τους Έλληνες εργαζόμενους, την κορυφή του «παγόβουνου» ενός ζοφερού νομοθετικού πλαισίου που έχουν διαμορφώσει και εφαρμόσει όλες οι κυβερνήσεις διαχρονικά. Είναι αυτό ακριβώς που επέτρεψε τις παρακολουθήσεις, που έχει στηρίξει στρατηγικές, όπως η «απελευθέρωση» των Μεταφορών, που «γέννησαν» τα Τέμπη, τη σιδηρά αντεργατική νομοθεσία, που απειλεί συνδικάτα και απεργία και συντρίβει εργασιακά δικαιώματα, την ίδια στιγμή που όλες οι απεργίες κρίνονται αυθωρεί «παράνομες και καταχρηστικές».
Κοντά σε αυτά η λογοκρισία, με την αποσιώπηση της γενοκτονίας των Παλαιστινίων από το Ισραήλ και το «σερβίρισμα» των ισραηλινών «fake news», με τα ΜΜΕ σε διατεταγμένη αρμονική μονοφωνία-συμφωνία με την κυβέρνηση, με τους δημοσιογράφους να γίνονται στόχος πιέσεων επιχειρηματικών συμφερόντων κι εκβιασμών, με πολιτικές παρεμβάσεις σε δικαστικές έρευνες, με τη χρήση κακόβουλων λογισμικών (spyware) και ποινικών μεθόδων που αποθαρρύνουν την ενασχόληση με τα κοινά (SLAPP), όπως σημειώνει η Έκθεση…
Πάνω απ’ όλα όμως με την ανοιχτή καταστολή και βία απέναντι σε διαδηλωτές, απεργούς νεολαίους, αγρότες, με τη διόγκωση των μηχανισμών καταστολής, με νέα αστυνομικά σώματα, οχήματα και προσλήψεις, την ώρα που Υγεία και Παιδεία απειλούνται με κατάρρευση από ελλείψεις μέσων και προσωπικού.
Μαζί με την ακρίβεια, τη φτώχεια, τον πόλεμο, έχουμε και την κλιμάκωση της κρατικής καταστολής και τρομοκρατίας, που αποτελεί ένα από τα βασικά όπλα των κυβερνήσεων. Αναμφίβολα, με τον τρόπο αυτό, ο Μητσοτάκης προσπαθεί να συσπειρώσει το υπερσυντηρητικό τμήμα της κοινωνίας και να αντλήσει όσους περισσότερους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς μπορεί. Αυτή, όμως, είναι μόνο η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη, η πιο στρατηγική, έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του συστήματος στην εποχή της βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης.
Βέβαια, στο Ευρωκοινοβούλιο υπήρξε διαγκωνισμός, με αλληλοκατηγορούμενους ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ, για το ποιος είναι υπεύθυνος για την απουσία «κράτους δικαίου» στην Ελλάδα, με το ΠΑΣΟΚ να αξιοποιεί την περιπτωσιολογία, αποκρύπτοντας ότι από κοινού με τη ΝΔ έχουν συνδιαμορφώσει το θεσμικό πλαίσιο.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και άλλη Έκθεση του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (Human Rights Watch), σχετικά με την κατάσταση που επικράτησε το 2023 στην Ελλάδα, όπου εκφράζεται έντονη ανησυχία για την πορεία του «κράτους δικαίου», αλλά και για την ελευθερία του Τύπου.
Κοντά στις Εκθέσεις αυτές ήρθε και η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), για παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή, σε υπόθεση του 2014, όπου η ακτοφυλακή πυροβόλησε εναντίον σκάφους μεταναστών κοντά στο νησί Ψέριμος, τραυματίζοντας σοβαρά έναν άνδρα. Η χρήση βίας, σύμφωνα με την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» (ΕΣΔΑ), δεν ήταν ούτε «απολύτως αναγκαία» ούτε «αναλογική»!
Μια ακόμη καταδίκη της χώρας μας έγινε για τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το 2012, με πρωταγωνιστές στη διαπόμπευση τους τότε υπουργούς Υγείας Λοβέρδο και Προστασίας του Πολίτη Χρυσοχοΐδη. Έπειτα από δώδεκα ολόκληρα χρόνια, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει συνολικά 70.000 ευρώ στις προσφεύγουσες για ηθική βλάβη. Οι έντεκα Ελληνίδες, δέκα από τις οποίες ιερόδουλες, που είχαν διαγνωστεί ως οροθετικές, δικαιώθηκαν για την άθλια διαπόμπευσή τους με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να κρίνει ομόφωνα ότι υπήρξαν κατάφωρες παραβιάσεις του άρθρου για το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής.
Εκείνο που προκύπτει μέσα από όλα αυτά είναι ότι ο αγώνας για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες αποτελεί σήμερα ένα από τα πιο κρίσιμα μέτωπα, που πρέπει συνδεθεί οργανικά με τους αγώνες για τα εργατικά δικαιώματα, για Ψωμί, Δουλειά, Ειρήνη, Εθνική Ανεξαρτησία για την αντιπολεμική Αλληλεγγύη των λαών, κόντρα στην επιχείρηση ενός αποπροσανατολιστικού και κίβδηλου «δικαιωματισμού».