«Ορισμένα συμπεράσματα από την πορεία του ΠΑΣΟΚ από το 1974 ως σήμερα» διατύπωσε πρόσφατα η πρώην γ.γ. της ΚΕ του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα με άρθρο της στο «Ριζοσπάστη». Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που καταθέτει η ΑΠ «Το ΚΚΕ τις δεκαετίες ’70 και ’80 αντιμετώπισε το ΠΑΣΟΚ κάτω από την επίδραση της λαθεμένης στρατηγικής του… ως δύναμη συμμετοχής στην ανάδειξη προοδευτικής διακυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού… Η θέση του ΚΚΕ για συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ διατηρήθηκε ως το 1991, παρά τη μεγάλη όξυνση στις σχέσεις των δύο κομμάτων την περίοδο ’89 – ’91 (σκάνδαλο Κοσκωτά, συγκρότηση κυβέρνησης Τζαννετάκη, στη συνέχεια με πρωθυπουργό Ζολώτα και τη συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ)… Η πορεία και η πρακτική του ΠΑΣΟΚ απέδειξαν ότι δεν ήταν ένα κόμμα που υποχώρησε κάτω από το βάρος δυσκολιών ή λαθών, αλλά κόμμα αστικό, σοσιαλδημοκρατικό, που ανταποκρίθηκε στο καθήκον τού να γίνει ο σωτήριος πόλος στο αστικό πολιτικό σύστημα, στις συγκεκριμένες ανάγκες του καπιταλιστικού κύκλου, με αποτελεσματικότητα στη διάβρωση συνειδήσεων».
Η κριτική στο ΠΑΣΟΚ (και στην τότε «λαθεμένη στρατηγική» του ΚΚΕ) επεκτείνεται προφανώς και στο σημερινό ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ του Ανδρουλάκη, που διάφοροι δημοσκόποι καθώς και ισχυροί παράγοντες του συστήματος το παριστάνουν σαν ανερχόμενη δύναμη στο πολιτικό στερέωμα, ικανή να επαναπατρίσει σημαντική μερίδα πρώην ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ αλλά και να προσεταιριστεί διάφορους κάθε προέλευσης δυσαρεστημένους, στην εκλογική προσέλκυση των οποίων προσβλέπει και το ΚΚΕ. Συμπεριλαμβάνει βέβαια και τον ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίο είχαν μετακομίσει «μαζικά ψηφοφόροι – οπαδοί του ΠΑΣΟΚ». Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ΑΠ «Το γεγονός ότι μαζικά ψηφοφόροι – οπαδοί του ΠΑΣΟΚ, αυθόρμητα αλλά και με την καθοδήγηση στελεχών και οργανώσεών του, οδήγησαν στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ήταν απόδειξη της πορείας σοσιαλδημοκρατικοποίησης του τελευταίου, που είχε αρχίσει πολύ πιο πριν, πράγμα που το ΚΚΕ είχε έγκαιρα επισημάνει. Εξέλιξη που επιβεβαιώνει τη σχέση του οπορτουνισμού με τη σοσιαλδημοκρατία».
Ένας από τους λόγους για τις τωρινές επιθέσεις του ΚΚΕ στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι ασφαλώς το γεγονός ότι ήδη η χώρα βρίσκεται άτυπα σε προεκλογική περίοδο.
Όπως είναι γνωστό, αν δεν γίνουν πρόωρα εκλογές -κατά τα φημολογούμενα- μέσα στο 2022, θα γίνουν έτσι και αλλιώς τον επόμενο χρόνο. Και οι εκλογές, όπως επιβεβαιώνει διαχρονικά η πολιτική πρακτική του ΚΚΕ, είναι πράγματι το κατ’ εξοχήν πεδίο στο οποίο η ηγεσία του δίνει τα ρέστα της! Η ανησυχία για μια ενδεχόμενη παραπέρα εκλογική συρρίκνωση, κάτω από την πίεση του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και του ΣΥΡΙΖΑ, κανοναρχεί τώρα τα βήματα της ηγεσίας του ΚΚΕ, που κάνει ήδη δεξιά κι αριστερά εναγώνιες εκκλήσεις σε μια ποικιλία ανένταχτων, δυσαρεστημένων ή απογοητευμένων, να «συμπορευτούν» με το ΚΚΕ (ανεξάρτητα από «επιμέρους διαφωνίες» κλπ). Αλλά η «συμπόρευση», όπως όλα δείχνουν, έχει προς παρόν τουλάχιστον πολύ πενιχρά αποτελέσματα· δεν σώζουν την κατάσταση ο Μηλιός, ο Κιμούλης και τα ψιλοανοίγματα του Γ. Νταλάρα.
Ήδη το τελευταίο (21ο) συνέδριο του ΚΚΕ αποτυπώνει έκδηλα την ανασφάλεια και το φόβο τής ηγεσίας του ΚΚΕ για τα μελλούμενα, που δεν μπορούν να συγκαλυφθούν πίσω από υπεραριστερές φράσεις και δημαγωγίες για κομματικό «ατσάλωμα». Οι ιθύνοντες του ΚΚΕ ενορχηστρώνουν -όπως καθημερινά πλέον βλέπουμε- μια «ιδεολογική αντεπίθεση» εναντίον της «σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού». Αξίζει να θυμίσουμε παρενθετικά πως στην «ιδεολογική αντεπίθεση» του ΚΚΕ ευδοκιμούν ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό μεταξύ άλλων και οι λαθρόβιες επιθέσεις παραπληροφόρησης, διαστρέβλωσης και ψευδολογίας εναντίον του «μαοϊκού ρεύματος και του μ-λ κινήματος».
Η κριτική στις παλιές θέσεις του ΚΚΕ για το ΠΑΣΟΚ θίγει υποχρεωτικά και ορισμένα από τα ιερά και όσια του εγχώριου ρεβιζιονισμού, την περίοδο δηλ. των δεκαετιών ’70 – ’80, όταν γ.γ. του ΚΚΕ ήταν ο Χαρίλαος Φλωράκης. Έπρεπε -φαίνεται- μετά από αυτόν να εκλείψει βιολογικά και μια ολόκληρη γενιά γαλουχημένη από τον ίδιο, για να ξεσπαθώσουν οι σημερινοί επίγονοί του στην ηγεσία του ΚΚΕ εναντίον της «λαθεμένης στρατηγικής» που ο Χ.Φ. εφάρμοσε στον καιρό του.
Η αλήθεια είναι πως και πριν από κάμποσα χρόνια (το 2013) είχε εμφανιστεί στην ΚΟΜΕΠ μια απόφαση του ΠΓ του ΚΚΕ, με τίτλο «για την αποκατάσταση του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ» που επίσης παρουσίαζε ορισμένα συμπεράσματα για το ΠΑΣΟΚ και τη «στρατηγική» τού ΚΚΕ τις δεκαετίες ’70 – ’80, πανομοιότυπα με αυτά που προβάλλει τώρα η Α. Παπαρήγα.
Η απόφαση όμως αυτή μεθοδεύτηκε και πέρασε τότε σχεδόν στα μουλωχτά. Πέρα από ένα κύκλο «μυημένων», η διακίνησή της περιορίστηκε τεχνητά, στο «Ριζοσπάστη», αναπαράχθηκε με χρονοκαθυστέρηση, σε δόσεις και αποσπασματικά, και στην ουσία μπήκε στο ψυγείο· δεν είχε μάλλον έρθει ο κατάλληλος (;) χρόνος για το ξαναγράψιμο της ιστορίας της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Τα μεταπολιτευτικά συνέδρια του ΚΚΕ έγιναν στα χρόνια της συγκρότησης, της εκτίναξης και τελικά της πανηγυρικής ανόδου του ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία, που τη διατήρησε αδιάλειπτα ως το τέλος σχεδόν της δεκαετίας του ’80. Και τότε όπως και σήμερα, οι καθοδηγητές του ΚΚΕ παρίσταναν την πολιτική τους απέναντι στο ΠΑΣΟΚ (και τη ΝΔ) σαν απόρροια μιας επιστημονικά επεξεργασμένης «στρατηγικής» για το «πέρασμα στο σοσιαλισμό».
Το 10ο, το 11ο, και στη συνέχεια το 12ο συνέδριό τους, στους καιρούς που ενέσκηψε η περεστρόικα, υπάκουαν όλα σε μία… επιστημονικά επεξεργασμένη στρατηγική(!). Αυτή αντιμετώπιζε το ΠΑΣΟΚ (όπως λέει σήμερα η ΑΠ, μη κάνοντας η ίδια καμία αναφορά στην εθνική ανεξαρτησία και το ρόλο του ξένου ιμπεριαλισμού) «ως δύναμη συμμετοχής στην ανάδειξη προοδευτικής διακυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού».
Η ουσία της «στρατηγικής» αυτής ήταν η βαθμιαία εξελικτική μετάβαση από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Η γραμμή με άλλα λόγια του «ειρηνικού (κοινοβουλευτικού) περάσματος» στο σοσιαλισμό που εγκαθιδρύθηκε στο ΚΚΕ με τη διαβόητη «6η Ολομέλεια» του 1956.
Μια ατελείωτη ρεφορμιστική σταδιολογία ήταν το χαρακτηριστικό της γνώρισμα, ενώ το πρακτικό πολιτικό της αντίκρισμα πίσω απ’ το διάφανο ψευτομαρξιστικό της περικάλυμμα ήταν η πολιτική ουράς στο ΠΑΣΟΚ, και γενικά οι συνεργασίες έξω από αρχές με τα αστικά κόμματα που έφτασαν ως τις αλήστου μνήμης συγκυβερνήσεις.
Οι δυνάμεις του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος ασκούσαν εκείνη την περίοδο ολόπλευρη ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση στις θέσεις του ΚΚΕ σε ό,τι αφορά το ρόλο και το χαρακτήρα του ΠΑΣΟΚ και ξεσκέπαζαν την πολιτική ουράς που ακολουθούσε το ΚΚΕ απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, αφοπλίζοντας έτσι τους αγωνιστές της αριστεράς, («διάβρωση συνειδήσεων») και σπρώχνοντάς τους κατά χιλιάδες στη σοσιαλδημοκρατία. Οι δυνάμεις του μ-λ κινήματος υποστήριζαν πως το ΠΑΣΟΚ δεν είναι κόμμα της «αντιμονοπωλιακής αλλαγής», όπως διακήρυττε το ΚΚΕ, αλλά κόμμα που υπηρετεί τα συμφέροντα της μεγαλοαστικής τάξης και πολλά άλλα. Τότε η ηγεσία του ΚΚΕ εξαπέλυε μύδρους ενάντια στο μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα και υπεράσπιζε τις «επιστημονικά» επεξεργασμένες θέσεις του, αυτές που τώρα τρεις δεκαετίες μετά κατεδαφίζει η νέα ηγεσία του, από μια λαθεμένη -βέβαια- σκοπιά με μια αριστερίστικη αντίληψη. Να δούμε πόσες δεκαετίες θα περάσουν για να κατεδαφίσουν τις σημερινές «επιστημονικά» επεξεργασμένες θέσεις και θεωρίες τους που μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερού με τις χρεοκοπημένες θεωρίες του τροτσκισμού σε όλα τα βασικά ζητήματα.
Αν και τα «ορισμένα συμπεράσματα» της ΑΠ λένε διάφορα για το ΠΑΣΟΚ, είναι πάντως πολύ φειδωλά για τη γραμμή του ΚΚΕ απέναντι στη ΝΔ. Προσπερνούν πολύ γρήγορα, σα να μη σήμαιναν και τίποτα το εξαιρετικό, τις ανεκδιήγητες συγκυβερνήσεις τους, «Τζαννετάκη» με τη ΝΔ και «Οικουμενική» με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Πέρα απ’ αυτό, εξακολουθούν να σιωπούν και δεν έχουν πει ούτε λέξη για τις προνομιακές σχέσεις του ΚΚΕ με το κόμμα της Δεξιάς σε όλη τη δεκαετία του ’90, για την ανοιχτή όσο και προκλητική αλληλοστήριξή τους ειδικά στις δημοτικές εκλογές και όχι μόνο. Σε μια περίοδο δηλ. στην οποία κατά τα άλλα «ανασυγκροτούσαν» το ΚΚΕ σε νέες υποτίθεται βάσεις και προωθούσαν (με ίντριγκες, φράξιες, αλλοπρόσαλλες διακηρύξεις και διαδοχικές εσωτερικές κρίσεις) την «αποκατάσταση του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ»!
Οι καθοδηγητές του ΚΚΕ, με τις θέσεις που προβάλλουν και με την πολιτική που εφαρμόζουν, κάθε άλλο παρά υπηρετούν τις λαϊκές ανάγκες και τους λαϊκούς αγώνες, όπως λογοκοπούν. Υπηρετούν την αναπαραγωγή μιας γραμμής που χαντάκωσε το κίνημα και συνέβαλε στη στερέωση της αντιλαϊκής εξουσίας τής ντόπιας μεγαλοαστικής τάξης και των ξένων ιμπεριαλιστών συνεταίρων και κηδεμόνων της. Αν και ξορκίζουν τώρα την παλιά χρεοκοπημένη τους «στρατηγική» και υμνολογούν την «καινούρια», η γραμμή που προβάλλουν, 30 χρόνια ύστερα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, παραμένει ατόφια και αμετανόητα οπορτουνιστική – ρεβιζιονιστική, με βαρύ για τη λαϊκή υπόθεση τίμημα τη «διάβρωση συνειδήσεων».
Γυρίζοντας το ίδιο νόμισμα από την άλλη του όψη, μπογιατίζοντας με ολίγη από «σταλινισμό» την επιφάνεια και γεμίζοντας με μπόλικο τροτσκισμό το κυρίως σώμα, αντικαθιστώντας το δεξιό με τον αριστερό οπορτουνισμό, επαναλαμβάνουν τον εαυτό τους, εξαπατούν τους αγωνιστές και υπονομεύουν στην πράξη την υπόθεση του λαϊκού, αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος.
Η νέα «στρατηγική» του ΚΚΕ
30 χρόνια από τη διάλυση της ΕΣΣΔ
Οι καθοδηγητές του ΚΚΕ διατείνονται αυτοθαυμαζόμενοι πως η νεόκοπη «στρατηγική» τους είναι πολύ επιστημονικά μελετημένη και επεξεργασμένη. Κι όπως εξομολογούνται, τους πήρε πολλούς κόπους και βάσανα μέχρι να την ανακαλύψουν. Όπως λέει η Α. Παπαρήγα σε αφιέρωμα του «Ριζοσπάστη» για τα 30 χρόνια από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, «Το «βάσανο» δεν ήταν ότι έπρεπε να μελετηθεί ξανά και ξανά η θεωρία μας, να συγκεντρωθούν όλες οι εργασίες – μελέτες που είχαν γίνει, να μελετηθούν χιλιάδες αρχειακά υλικά από τα αρχεία π.χ. της πρώην ΕΣΣΔ, και να μεταφραστούν, χώρια το ογκώδες δικό μας Αρχείο, ενώ την ίδια ώρα το Κόμμα έμπαινε σε μια λίγο – πολύ μακρόχρονη πορεία ανασυγκρότησης. Το «βάσανο» ήταν, ιδιαίτερα στο ξεκίνημα και έως έναν βαθμό στην πορεία, καθώς μελετούσαμε σοβαρά ζητήματα, ενώ ακόμα επιβίωναν στη σκέψη μας αντιφάσεις και αντιλήψεις από την (παλιά) λαθεμένη στρατηγική του Κόμματος. Η πορεία της μελέτης έπαιξε σοβαρό ρόλο στην πορεία αποκατάστασης του επαναστατικού χαρακτήρα του Κόμματος».
Τα πράγματα θα μπορούσε να χαρακτηριστούν ιδιαίτερα φαιδρά αν δεν ήταν τόσο πράγματι δραματικά. Η πορεία -λέει η ΑΠ- της μελέτης, έπαιξε σοβαρό ρόλο στην «αποκατάσταση» κλπ. Διάβαζαν και ξαναδιάβαζαν δηλ., αλλά σ’ αυτή τη διαδικασία της κατάρτισής τους, καθώς μελετούσαν σοβαρά ζητήματα, επιβίωναν στη σκέψη τους αντιφάσεις και αντιλήψεις της λαθεμένης στρατηγικής! Τους πήρε αμέτρητες εργατοώρες μελέτης με το μικροσκόπιο σε «χιλιάδες αρχειακά υλικά» ώσπου να δουν φως, στην αρχή να μισοκαταλάβουν και τελικά να καταλάβουν πώς να «αποκαταστήσουν» (βιβλιακά) τον «επαναστατικό χαρακτήρα» του κόμματος. Παρά τα βάσανα που συνόδευαν τις μελέτες τους, κατάφεραν να ανασκευάσουν όλη την ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος από τη γέννησή του ως τις μέρες μας και έφτασαν να διορθώνουν με άνεση ακόμα και τον Λένιν.
Το βάσανο πρέπει να ήταν οδυνηρό για την ίδια την Αλέκα Παπαρήγα. Πριν από 30 χρόνια, μόλις δυο – τρεις μήνες δηλ. προτού ο Γκορμπατσόφ κηρύξει επισήμως τη διάλυση της ΕΣΣΔ και θέσει εκτός νόμου το ίδιο του το κόμμα, η ΑΠ επικεφαλής αντιπροσωπίας του ΚΚΕ τον επισκεπτόταν στη Μόσχα, του πρόσφερε ένα αγαλματίδιο του Ηρακλή και του ευχόταν να ολοκληρώσει με επιτυχία το ηράκλειο έργο του! Η ευχή έπιασε…
Αλλά τα προβλήματα δεν έχουν τελειωμό. Η ΑΠ στο αφιέρωμα του «Ριζοσπάστη» για τα 30 χρόνια από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, υπόσχεται παραπέρα «ερευνητική – μελετητική δουλειά», οπότε μάλλον έχουμε πολλά ακόμα να δούμε και να ακούσουμε: «Ξεκίνησε και συνεχίζεται η μελέτη για το εποικοδόμημα στην ΕΣΣΔ, ενώ έχουμε ξεκινήσει τη μελέτη του περάσματος στον σοσιαλισμό σε ΓΛΔ, Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία και Βουλγαρία, και στην πορεία θα διευρύνεται… Έχουμε ακόμα πολλή δουλειά, με βάση τις σημαντικές Αποφάσεις του 20ού και του πρόσφατου 21ου Συνεδρίου. Η ερευνητική – μελετητική δουλειά για τα ζητήματα σοσιαλιστικής οικοδόμησης αποτελεί μία από τις προϋποθέσεις για να ανταποκρινόμαστε στην καθημερινή μας πάλη για τα εργατικά – λαϊκά προβλήματα, στον δρόμο της ανατροπής για τον σοσιαλισμό».
Οι μελέτες τους ξεκίνησαν ύστερα από την παταγώδη χρεοκοπία της ρεβιζιονιστικής τους γραμμής «σε συνθήκες νίκης της αντεπανάστασης και μεγάλης υποχώρησης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος», όπως λένε, δηλ. όταν πλέον η γκορμπατσοφική περεστρόικα -την οποία τόσο εξύμνησαν και με τις υπαγορεύσεις της οποίας είχαν πλήρως ευθυγραμμιστεί- δεν είχε αφήσει τίποτα όρθιο και το «ηράκλειο» έργο της, που παλινόρθωνε και τυπικά τον καπιταλισμό, είχε προ πολλού ολοκληρωθεί. Με τα πολλά και με την παρέλευση και τη λήθη των χρόνων, με μουρμουρητά αρχικά και πιο τολμηρά στη συνέχεια, κήρυξαν την «αποκατάσταση του επαναστατικού χαρακτήρα του κόμματος». Μόνο που δεν πρόκειται για αποκατάσταση του επαναστατικού χαρακτήρα του ΚΚΕ, που πράγματι εξαλείφθηκε και αναιρέθηκε ύστερα από την επιβολή του ρεβιζιονισμού, με την ξένη επέμβαση, το 1956, αλλά για μια αναδρομική αποκατάσταση, νεκρανάσταση και υιοθέτηση των αντιλήψεων του τροτσκισμού και άλλων παλιών και νέων αντιλενινιστικών ρευμάτων, που η ηγεσία του ΚΚΕ τις έχει κάνει πλέον σημαία της.
Από κει που ήταν κήρυκες των αναρίθμητων ρεβιζιονιστικών ψευτοσταδίων, τώρα κάνοντας λαθρεμπόριο επαναστατικότητας αρνούνται γενικευτικά κάθε λενινιστικό στάδιο της επανάστασης, και υποστηρίζουν πως, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και σε οποιαδήποτε χώρα ή περιοχή του κόσμου, η επανάσταση θα είναι παντού σοσιαλιστική. Με βάση τις νέες θεωρίες τους απορρίπτουν σα λαθεμένη τη γενική γραμμή της Τρίτης Διεθνούς, το Πρόγραμμα του 6ου Συνεδρίου της το 1928, τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της το 1935 και τη γραμμή των αντιφασιστικών μετώπων, τις θέσεις του Στάλιν για το χαρακτήρα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου…
Καταδικάζουν από το ύψος της αυθεντίας τους τις θέσεις του Λένιν για την τακτική απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία και τις υποδείξεις του «περί μη αποκλεισμού» -κάτω από ειδικές συνθήκες- «της συμμετοχής ή στήριξης των κομμουνιστών σε αστικές κυβερνήσεις που υιοθετήθηκαν στην Απόφαση του 4ου Συνεδρίου της ΚΔ το 1922».
Λογοκρίνουν και ακρωτηριάζουν τις θέσεις του Λένιν για τον «Αριστερισμό», ειδικά για τη στάση των κομμουνιστών απέναντι στα αντιδραστικά συνδικάτα.
Διαστρεβλώνουν κατάφωρα και στην ουσία καταργούν τη λενινιστική θεωρία για τον «Ιμπεριαλισμό», και ο κατάλογος δεν έχει τέλος.
Στα πλαίσια των θεωριών τους που διαστρεβλώνουν το λενινισμό, έχουν αναγορεύσει την Ελλάδα σε «ιμπεριαλισμό», ενώ αρνούνται και δυσφημούν τον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία με το σαθρό και ανιστόρητο επιχείρημα ότι θέτει την εργατική τάξη κάτω από «ξένη σημαία». Συγκαλύπτοντας από τις θέσεις ενός κούφιου αντικαπιταλισμού τη βαθιά και ολόπλευρη εξάρτηση της Ελλάδας, εξωραΐζουν στην πράξη την υπάρχουσα αντιλαϊκή εξουσία και συμβάλλουν όχι στην ανατροπή αλλά στην εδραίωσή της.
30 χρόνια ύστερα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ, η ηγεσία του ΚΚΕ, παρά τις μελέτες της, τίποτα δε διδάχθηκε. Όσο κι αν καπηλεύονται τον τίτλο και τα σύμβολα και αυτοπαρουσιάζονται σαν «συνέχεια» του παλιού ηρωικού ΚΚΕ, εκφράζουν τη συνέχεια όχι της επαναστατικής αλλά της ρεβιζιονιστικής, διαλυτικής για το κίνημα γραμμής, μεταλλαγμένης και παραφορτωμένης σήμερα με υπεραριστερά στολίδια.
«Για να προσανατολιστεί κανείς μέσα την πάλη των κομμάτων δεν πρέπει να πιστεύει στα λόγια, μα να μελετά την πραγματική ιστορία των κομμάτων, να μελετά όχι τόσο εκείνο που τα κόμματα λένε για τον εαυτό τους μα εκείνο που κάνουν» υποδείκνυε ο Λένιν, γράφοντας το 1912 για τα «πολιτικά κόμματα της Ρωσίας». Οι νέοι ιδιαίτερα αγωνιστές, που αγνοούν την ιστορία και τα κατορθώματα της ηγεσίας του ΚΚΕ όχι μόνο των δεκαετιών ’70 – ’80 αλλά και των προηγούμενων δεκαετιών ύστερα από την «6η Ολομέλεια» του 1956, χρήσιμο θα είναι να θυμούνται την παραπάνω υπόδειξη του Λένιν.