Περίπου 745.000 εργαζόμενοι πέθαναν το 2016 από εγκεφαλικό ή καρδιακές παθήσεις, λόγω πολλών ωρών εργασίας, σύμφωνα με έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Environment Intenational».
Παράλληλα, τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι περισσότερες από 55 ώρες εργασίας την εβδομάδα αυξάνουν τον κίνδυνο θανάτου λόγω καρδιαγγειακών προβλημάτων, κατάσταση που ενδέχεται να επιδεινωθεί περαιτέρω λόγω της πανδημίας της covid-19.
«Οι πάρα πολλές ώρες εργασίας ενδέχεται να προκαλέσουν πρόωρο θάνατο», δήλωσε η διευθύντρια του Τμήματος Περιβάλλοντος, Κλιματικής Αλλαγής και Υγείας του ΠΟΥ και σημείωσε πως «το να εργάζεται κανείς 55 ή και περισσότερες ώρες την εβδομάδα αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την υγεία».
Η έρευνα εξέτασε στοιχεία από 194 χώρες. Οι ειδικοί βρήκαν ότι όσοι εργάζονται 55 ώρες την εβδομάδα ή περισσότερο διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο σε ποσοστό 35% να εμφανίσουν εγκεφαλικό και σε ποσοστό 17% να πάθουν ισχαιμικό επεισόδιο, συγκριτικά με όσους εργάζονται 35 με 40 ώρες.
Η έρευνα αφορούσε την περίοδο 2000-2016 και δεν έλαβε υπόψιν τις συνθήκες εργασίας εν μέσω πανδημίας κορονοϊού. Οι αξιωματούχοι του ΠΟΥ επισημαίνουν πως «η πανδημία επιταχύνει εξελίξεις που ενδέχεται να τροφοδοτήσουν τάσεις που οδηγούν σε αυξημένες ώρες εργασίας», και εκτιμούν ότι η αύξηση της τηλεργασίας και η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας λόγω της υγειονομικής κρίσης θα αυξήσει τους κινδύνους.
Επικαλούμενος έρευνα του «National Bureau of Economic Research» σε 15 χώρες, ο Φρανκ Πέγκα, ειδικός του ΠΟΥ, σχολίασε ότι «ο αριθμός των ωρών εργασίας αυξήθηκε κατά περίπου 10% στη διάρκεια των lockdown» και πως «η τηλεργασία καθιστά πιο δύσκολη την αποσύνδεση των εργαζομένων». Και πρόσθεσε πως η πανδημία αύξησε την εργασιακή ανασφάλεια, κάτι που σε περιόδους κρίσης ωθεί όσους διατήρησαν την εργασία τους να εργάζονται περισσότερο προκειμένου να αποδείξουν ότι είναι ικανοί…
Την ίδια ώρα στην Ελλάδα…
Η έρευνα του ΠΟΥ και της ΔΟΕ δημοσιεύεται σε μια περίοδο που στην Ελλάδα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ετοιμάζεται να ψηφίσει ένα αντεργατικό νομοσχέδιο που καταστρατηγεί το 8ωρο, αυξάνει κατά πολύ τις υπερωρίες, εξαιρεί «από την υποχρεωτική ανάπαυση κατά την Κυριακή και τις ημέρες αργίας» δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό κλάδων (επιχειρήσεων, εκμεταλλεύσεων, υπηρεσιών), προβλέπει ότι η «διευθέτηση του χρόνου εργασίας» θα μπορεί να γίνεται με ατομική συμφωνία εργοδότη-εργαζόμενου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ενώ παράλληλα θεσμοθετεί τη νέα μορφή εργατικής εκμετάλλευσης, την τηλεργασία, μέσω ατομικής συμφωνίας εργοδότη- εργαζόμενου.
Ένα νομοσχέδιο-έκτρωμα που έχει ως βασικό στόχο να απομυζά πρόσθετη και φθηνότερη εργασία από τους εργαζόμενους, εξοντώνοντάς τους σωματικά και πνευματικά και που η κυβέρνηση ανερυθρίαστα το παρουσιάζει σαν «προσαρμογή στις νέες συνθήκες» και «προστασία του εργαζόμενου» που θα έχει μάλιστα χρόνο να μαζεύει… ελιές!
Οι εξελίξεις στα εργασιακά σε Ελλάδα και σε άλλες χώρες, όπως αποτυπώνονται και στη νέα έρευνα που δείχνει μείωση του προσδόκιμου ζωής των εργαζομένων λόγω υπερεργασίας, έρχονται να ξαναεπαληθεύσουν τα όσα έγραφε ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» για την εργάσιμη ημέρα, πριν 154 ολόκληρα χρόνια:
«Το κεφάλαιο με το απεριόριστα τυφλό πάθος του και με την πείνα δράκου για υπερεργασία, σπάει όχι μόνο τα ηθικά, μα και τα φυσικά ανώτατα όρια της εργάσιμης ημέρας. Σφετερίζεται το χρόνο που είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη, την εξέλιξη και τη διατήρηση της υγείας του σώματος… Το κεφάλαιο δε ρωτάει πόσο διαρκεί η ζωή της εργατικής δύναμης. Αυτό που το ενδιαφέρει είναι αποκλειστικά και μόνο το ανώτατο όριο εργατικής δύναμης που μπορεί να ρευστοποιηθεί μέσα σε μια εργάσιμη ημέρα… Με την παράταση της εργάσιμης ημέρας η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, που είναι ουσιαστικά παραγωγή υπεραξίας, απορρόφηση υπερεργασίας, δεν προκαλεί απλώς το μαρασμό της ανθρώπινης εργατικής δύναμης, που της στερούν τους κανονικούς όρους της ηθικής και φυσικής ανάπτυξης και δραστηριότητάς της. Προκαλεί πρόωρη εξάντληση και θανάτωση αυτής της ίδιας της εργατικής δύναμης. Παρατείνει για ένα ορισμένο διάστημα τον παραγωγικό χρόνο του εργάτη συντομεύοντας το χρόνο της ζωής του».