Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχειρεί να διαμορφώσει κλίμα «επιστροφής στην κανονικότητα». Tα μέτρα της καραντίνας έληξαν. Tο άνοιγμα της αγοράς ανακοινώθηκε με χαμόγελα πίσω από τα οποία επιχειρούν να κρύψουν την απελπισία και το αδιέξοδο χιλιάδων εργαζομένων και μικρών επαγγελματιών. Η εστίαση και ο τουρισμός άνοιξαν αλλά όχι για όλους και όχι όλοι. Τα στοιχεία των πρώτων ημερών δείχνουν ότι 2 στα δέκα ξενοδοχεία παραμένουν κλειστά, το 20% των επιχειρήσεων στον επισιτισμό επίσης παραμένει κλειστό, ενώ πολλές μικρές επιχειρήσεις που άνοιξαν βρίσκονται αντιμέτωπες με οικονομική κατάρρευση.
Από την άλλη, οι μεγάλοι όμιλοι και οι αλυσίδες επισιτισμού, καθώς και οι μεγαλομέτοχοι του τουρισμού, παίρνουν επιχορηγήσεις και πακέτα στήριξης ενώ έχουν στη διάθεσή τους ευνοϊκότερους όρους εργασιακής εκμετάλλευσης, με τη νομιμοποίηση που τους δίνουν τα κυβερνητικά μέτρα και με το φάντασμα της ανεργίας που σήμερα απειλεί ένα τεράστιο ποσοστό εργαζομένων.
Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι στα ξενοδοχεία, 12μηνης ή εποχικής λειτουργίας, καθώς και σε επισιτιστικές επιχειρήσεις, συνεχίζουν να βρίσκονται σε καθεστώς αναστολής χωρίς να γνωρίζουν πότε και με τι όρους θα επιστρέψουν. Χιλιάδες εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την ανεργία, τα μισά μεροκάματα και την εκ περιτροπής εργασία. Χιλιάδες εποχικοί εργαζόμενοι χάνουν τις δουλειές τους, είτε καλούνται να εργαστούν για πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα με ελάχιστα μεροκάματα. Χιλιάδες εργαζόμενοι, καλούνται να ζήσουν με τα ψίχουλα των 530 ευρώ χωρίς να γνωρίζουν αν θα επιστρέψουν στις εργασιακές τους θέσεις. Τα μέτρα «στήριξης» που πήραν, στην πραγματικότητα δεν αφορούν τους εργαζόμενους· γι’ αυτούς δεν υπάρχουν φοροαπαλλαγές, γι’ αυτούς φροντίζουν να φτιάξουν νέα ακόμα πιο μαύρα εργασιακά κάτεργα.
Τα μέτρα στήριξης δεν αφορούν ούτε τις μικρές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες του κλάδου, που στην καλύτερη περίπτωση κλήθηκαν να επιβιώσουν και να καλύψουν χρέη με 800 ευρώ. Γι’ αυτούς επίσης δεν υπάρχουν φοροαπαλλαγές, ούτε επιδοτήσεις εκατομμυρίων για χαμένους τζίρους σαν αυτές που μοιράζουν απλόχερα στο ντόπιο κεφάλαιο. Τα μέτρα στήριξης, οι επιχορηγήσεις και οι φοροαπαλλαγές αφορούν το μεγάλο κεφάλαιο του τουρισμού και του επισιτισμού. Γι’ αυτούς χτίζεται το αφήγημα της «εθνικής ομοψυχίας» με το οποίο θα καλέσουν τους εργαζόμενους να «βάλουν πλάτη» για να καλύψουν τα χαμένα τους κέρδη.
Τα μέτρα της εκ περιτροπής εργασίας, της δυνατότητας αναστολής συμβάσεων και μείωσης μισθών, καθώς και η απελευθέρωση των απολύσεων, ήρθαν για να μείνουν. Σε έναν κλάδο που η ανασφάλιστη ή μισοασφαλισμένη εργασία, η ωρομισθία και οι ολιγόμηνες συμβάσεις αποτελούν καθεστώς η κυβέρνηση άνοιξε το δρόμο και έδωσε το ελεύθερο για την εξάπλωση και την παγίωση αυτών των εργασιακών συνθηκών. Επιπλέον, αυτή τη στιγμή οι χιλιάδες στρατιές ανέργων από τον κλάδο του τουρισμού και του επισιτισμού δεν προστίθενται στα νούμερα και τα ποσοστά ανεργίας, διότι ακόμα συγκαλύπτονται από τις συμβάσεις αναστολής που όμως σε ένα τεράστιο ποσοστό δεν θα ανανεωθούν. Η βαριά βιομηχανία του τόπου -τελικά- αποδεικνύεται χάρτινος πύργος, που αυτή τη στιγμή καταρρέει συμπαρασύροντας χιλιάδες εργαζόμενους στην οικονομική κατάρρευση και την ανεργία.
Το παραμύθι της κυβέρνησης είναι γνωστό. Το έχουμε ακούσει ουκ ολίγες φορές στα χρόνια των μνημονίων: «κάντε λίγο υπομονή, ανεχτείτε λίγες ακόμα περικοπές, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση οι θέσεις εργασίας». Αυτό έλεγαν τότε, αυτό λένε και σήμερα, παρουσιάζοντας την εντεινόμενη οικονομική κρίση ως αποτέλεσμα της πανδημίας. «Κάντε λίγο υπομονή, μέχρι το 2021 που θα ανακάμψουμε». Στην πραγματικότητα ο κόσμος της εργασίας και συγκεκριμένα ο κλάδος του τουρισμού και της εστίασης κληρονόμησε όλα τα αντεργατικά μέτρα και τις περικοπές. Χαρακτηριστική είναι η έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ σύμφωνα με την οποία η κατ’ όνομα «έξοδος» από τα Μνημόνια δεν συνοδεύτηκε από καμία αποκατάσταση των συνεπειών της κρίσης στο εισόδημα, στις εργασιακές συνθήκες και στα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων. Αντιθέτως, διαπιστώνεται ότι, εκτός από επίμονα κρούσματα παράνομης απασχόλησης, όπως κυρίως της (πλήρως) αδήλωτης εργασίας, εξακολουθούν σε μεγάλη έκταση να εφαρμόζονται ή να επινοούνται νέες εκδοχές μη συμμόρφωσης στην απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων της κοινωνικής και εργασιακής νομοθεσίας. Στην περίπτωση συγκεκριμένα της υποδηλωμένης εργασίας, σχεδόν 6 στους 10 εργαζομένους (ανεξαρτήτως από το εάν εργάζονται με όρους πλήρους ή μερικής απασχόλησης) απασχολούνται συχνά καθ’ υπέρβαση του δηλωμένου χρόνου εργασίας, χωρίς οι επιπλέον ημέρες ή/και ώρες εργασίας να δηλώνονται στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ. Παράλληλα, 1 στους 3 εργαζομένους του συνολικού δείγματος επισημαίνει ότι, στην πραγματικότητα, εργάζεται εξαρχής με καθεστώς πλήρους απασχόλησης, η οποία δηλώνεται εικονικά ως μερική ή εκ περιτροπής εργασία. Σήμερα, με πρόσχημα την υγειονομική κρίση για την οποία οι ίδιοι ευθύνονται, διαμορφώνουν τους όρους για ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση και ασυδοσία των εργοδοτών σε βάρος των εργαζομένων.
Σήμερα οι εργαζόμενοι ξέρουν ότι ο μόνος δρόμος για την πραγματική διασφάλιση των δικαιωμάτων τους, των μισθών και των εργασιακών θέσεων είναι ο συλλογικός αγώνας. Οι κινητοποιήσεις και ο ενωτικός εργατικός αγώνας είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να διασφαλίσει τις θέσεις εργασίας όλων των εργαζομένων του κλάδου που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στον αέρα, τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, τις αξιοπρεπείς συνθήκες δουλειάς και διαβίωσης.