Τον τελευταίο χρόνο η κυβέρνηση έχει αξιοποιήσει στο έπακρο την πανδημία για να προχωρήσει την ολομέτωπη επίθεση στα εργατικά, λαϊκά και δημοκρατικά δικαιώματα. Για να εξασφαλίσει την υποταγή του λαού και της νεολαίας σε αυτά τα αντιλαϊκά μέτρα προβάλλει την ανάγκη “εθνικής ομοψυχίας” απέναντι στην πανδημία. Αν την άνοιξη αυτή η απάτη έπιασε τόπο, από το φθινόπωρο και μετά ευρύτερα κομμάτια του λαού και της νεολαίας αντιλήφθηκαν ότι κανένα ουσιαστικό μέτρο δε λαμβάνεται για την προστασία τους. Το αντίθετο μάλιστα, περικόπτονται εκατομμύρια από τη δημόσια υγεία. Η καταστολή που κορυφώθηκε αυτόν τον καιρό αποτελεί ομολογία της κυβέρνησης ότι δεν μπορεί να πείσει πλέον τον κόσμο, για αυτό και τρομοκρατεί ασύστολα, για να εξασφαλίσει αυτήν την “κοινωνική ειρήνη”. Αντίστοιχα, στην εκπαίδευση η επιβολή της τηλε-“εκπαίδευσης”, και τώρα η πανεπιστημιακή αστυνομία συνεχίζουν την επίθεση στο δικαίωμα στη δημόσια δωρεάν παιδεία και τον φοιτητικό συνδικαλισμό, ξυπνώντας μνήμες από τη Χούντα με την κυβέρνηση να θέλει να εγκαταστήσει μόνιμα την αστυνομία μες στις σχολές.
Σε αυτές τις συνθήκες, όπου τα προβλήματα και οι αντιθέσεις στην κοινωνία οξύνονται, που μεγάλες μάζες λαού και νεολαίας αφυπνίζονται, οργίζονται και αναζητούν αγωνιστική διέξοδο, έχει μεγάλη σημασία να δούμε πώς στάθηκαν και στέκονται οι δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά. Ειδικά στο φοιτητικό κίνημα, το οποίο έχει συγκροτημένες δομές, μια κουλτούρα αγώνων και μια Αριστερά που εκλογικά συγκεντρώνει πάνω από το 30%. Τελευταίο παράδειγμα, πέρυσι τέτοια περίοδο, όταν δημιουργούσε το πρώτο μεγάλο ρήγμα στην κυβέρνηση της ΝΔ, αναγκάζοντάς την να αποσύρει τη διάταξη για τις διαγραφές φοιτητών. Κυρίως θέλουμε να αναφερθούμε στο πώς οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις, της ΚΝΕ/ΠΚΣ και της ΕΑΑΚ δήλωσαν την αναστολή των αγώνων με δικαιολογία την πανδημία, με τελευταίο “αγωνιστικό” γεγονός τη …συλλογή υπογραφών απέναντι στην πανεπιστημιακή αστυνομία. Διότι αν από τη μια μεριά τα κλειστά πανεπιστήμια δυσκολεύουν τις προσπάθειες των Φοιτητικών Συλλόγων να συζητήσουν και να κινητοποιηθούν, ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα είναι όταν οι “πρωτοπόρες” και “αταλάντευτες” δυνάμεις, που δεν σηκώνουν κατά τα άλλα μύγα στο σπαθί τους, δηλώνουν την αντίθεσή τους στην πραγματοποίηση Γενικών Συνελεύσεων και μαζικών κινητοποιήσεων λόγω…”πανδημίας”.
1. Ας δούμε πώς στάθηκαν αυτές οι δυνάμεις απέναντι στην τηλεκπαίδευση, καθώς και απέναντι στη γραμμή για μαζικές κινητοποιήσεις γενικά. Πρώτον, η ΚΝΕ/ΠΚΣ αποδέχεται την τηλεκπαίδευση, αν και σε διάφορα σημεία την …καταγγέλλει (και ορθά)! Όλες οι σχετικές ανακοινώσεις και τα ψηφίσματα του ΜΑΣ και της ΠΚΣ καλούν τους φοιτητές να παλέψουν για να δοθεί ο απαραίτητος εξοπλισμός (ίντερνετ και υπολογιστές), για να εξασφαλιστεί η “ισότιμη πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση”. Δεν την απορρίπτουν λοιπόν, άνευ όρων και προϋποθέσεων, σαν μια διαδικασία που και με τους “καλύτερους” όρους να γίνει, δεν αποτελεί “εκπαίδευση”, αλλά προσαρμόζονται στη σημερινή κατάσταση, βάζοντας πλάτες σε ένα μέτρο που ήρθε για να μείνει και στη μετά πανδημίας εποχή. Ωστόσο, για να είμαστε δίκαιοι, πλάι σε αυτές τις θέσεις μπαίνει και το σωστό αίτημα για το ασφαλές άνοιγμα των σχολών με όλα τα υγειονομικά μέτρα προστασίας: “Να δοθούν όλα τα απαραίτητα τεχνικά μέσα για την τηλεκπαίδευση στους φοιτητές. Να παρθούν τώρα όλα τα απαραίτητα μέτρα και για να μπορέσουν να επαναλειτουργήσουν τα πανεπιστήμια με την άρση των μέτρων περιορισμού…” Έτσι διατυπώνεται το συγκεκριμένο αίτημα σε όλες τις τελευταίες ανακοινώσεις της ΠΚΣ και των Συλλόγων που ελέγχει, αφήνοντας μετέωρο το αν παλεύουμε τώρα για να ανοίξουν οι σχολές με τα μέτρα προστασίας, ή αν τώρα αποδεχόμαστε το κλείσιμο των σχολών, τα “μέτρα περιορισμού” και την τηλεκπαίδευση, αλλά ζητάμε, μετά το άνοιγμα, να ενισχυθούν οι σχολές. Διαβάζοντας βέβαια τις αντίστοιχες ανακοινώσεις της ΚΝΕ στους μαθητές, αλλά και αυτές του ΠΑΜΕ Εκπαιδευτικών, κατανοούμε ότι έστω και με αποδοχή καταρχήν της τηλεκπαίδευσης, τελικά παλεύουν για το άνοιγμα σχολείων και σχολών με τα μέτρα προστασίας. Στο συγκεκριμένο όμως σημείο, προκύπτει το εξής ζήτημα: από τη μια, πρέπει να κάνουμε μόνο συμβολικές ολιγομελείς διαμαρτυρίες και όχι μαζικές κινητοποιήσεις για υγειονομικούς λόγους, αλλά από την άλλη απαιτούμε το άνοιγμα σχολείων και σχολών με τα μέτρα προστασίας; Δηλαδή δεν μπορούν να κάνουν Συνελεύσεις και διαδηλώσεις οι φοιτητές σε ανοιχτό χώρο με μάσκες και αποστάσεις, αλλά πρέπει να παλεύουν για το άνοιγμα των σχολών (κλειστός χώρος), έστω και με μικρότερα τμήματα και με τα λοιπά μέτρα προστασίας; Με βάση ποια υγειονομική λογική, δεν μπορούν μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες να κάνουν διαδήλωση (με τα μέτρα προστασίας) σε μεγάλους δρόμους, πλατείες και γενικά εξωτερικούς-ανοιχτούς χώρους, αλλά μπορούν οι ίδιοι, από τα σπίτια τους, να απαιτούν ανοιχτά σχολεία και σχολές; Προσφάτως, με βάση πάντα την υγειονομική λογική, το ΚΚΕ αρνήθηκε μέχρι και τη διοργάνωση απεργίας ενάντια στον προϋπολογισμό.
Θα ήμασταν άδικοι, από την άλλη, αν ξεχνούσαμε και τις δυνάμεις των ΕΑΑΚ. Κάποιες από τις δυνάμεις που την συγκροτούν, αυτές που συντάχθηκαν και συντάσσονται με τη γραμμή του “Μετά θα λογαριαστούμε”, με τις συμβολικές και όχι τις μαζικές κινητοποιήσεις, θα πρέπει επίσης να απαντήσουν στα παραπάνω ερωτήματα. Μάλιστα, θα πρέπει να βρουν περισσότερα επιχειρήματα αυτές οι δυνάμεις για να απαντήσουν, καθώς θεωρητικά δεν έχουν αυταπάτες για την τηλεκπαίδευση, την απορρίπτουν γενικά και πλάι στη γραμμή των συμβολικών κινητοποιήσεων προβάλλουν το αίτημα “ανοιχτές σχολές, με όλα τα υγειονομικά μέτρα”.
Όσο μας αφορά, να σημειώσουμε ότι αυτή η λογική, πρώτα και κύρια υπονομεύει το σωστό αίτημα για ανοιχτά σχολεία και σχολές, αφού είναι απορίας άξιο γιατί υγειονομικά δεν κινδυνεύουμε σε ανοιχτές σχολές με τα μέτρα προστασίας, αλλά κινδυνεύουμε σε εξωτερικό χώρο με τα μέτρα προστασίας. Από διαδηλωτή κολλάει, από φοιτητή δεν κολλάει, λέει η παραπάνω λογική, ρίχνοντας νερό στο μύλο της κυβερνητικής τρομοκρατίας. Δεύτερον, είναι φανερό πως η κυβερνητική πίεση, η καταστολή και όχι η πανδημία έχει πιέσει αυτές τις δυνάμεις στο να αναστείλουν τους αγώνες. Συνελεύσεις και διαδηλώσεις μπορούν να γίνουν σε ανοιχτούς χώρους, με μέτρα προστασίας. Και μάλιστα επιβάλλεται να γίνουν, ειδικά σε αυτές τις συνθήκες, για να πάρει απάντηση η οξυμμένη επίθεση της κυβέρνησης. Είναι ο μόνος τρόπος για να μπει φραγμός στην αντιλαϊκή-αντιεκπαιδευτική πολιτική. Τρίτον, προς προβληματισμό, να σημειώσουμε ότι η “προάσπιση της δημόσιας υγείας” έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν σαν δικαιολογία για την καταστολή των αγώνων (βλ. καθηγητές, μπλόκα αγροτών, απεργίες ναυτεργατών και υπαλλήλων καθαριότητας). Ενδεικτικά αναφέρουμε το 2013, όταν οι καθηγητές ψήφιζαν την οργάνωση απεργίας στις πανελλαδικές απέναντι στην επέκταση του ωραρίου τους και το πέταγμα χιλιάδων αναπληρωτών. Η κυβέρνηση τους επιστράτευσε, αίροντας το δικαίωμα τους στην απεργία, με πρόφαση τα άγχη, την αγωνία και την υγεία των μαθητών. Τώρα, απαγορεύει τη συνδικαλιστική και πολιτική δράση με πρόσχημα την πανδημία. Αντίστοιχα, το ΚΚΕ τότε ήταν ενάντια στην απεργία στις πανελλήνιες, ακριβώς γιατί στεκόταν με “ευθύνη” απέναντι στην υγεία των μαθητών, ενώ τώρα, ξανά, υποτάσσεται στην κυβερνητική πολιτική που απαιτεί αναστολή των αγώνων για…”υγειονομικούς” λόγους.
2. Η γραμμή της αναστολής των αγώνων εκφράστηκε και στο ζήτημα της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Από τη μια οι δυνάμεις του ΚΚΕ και από την άλλη οι δυνάμεις του ΝΑΡ ξεκίνησαν …συλλογή υπογραφών (ξεχωριστή, ο καθένας μόνος του). Δεν γνωρίζουμε πώς ακριβώς η πολιτική της καταστολής θα σταματήσει με την εύκολη “λύση” της συλλογής υπογραφών. Γνωρίζουμε ότι τα πραγματικά κινήματα οικοδομούνται με το λαό και τη νεολαία στους δρόμους, πολύ δε περισσότερο, μόνο έτσι θα μπει φραγμός στα χουντικού τύπου μέτρα, όπως η ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας. Η συλλογή υπογραφών για ένα ζήτημα δεν είναι εξαρχής απορριπτέα. Το ζήτημα είναι τι σκοπό υπηρετεί, αν δηλαδή υπηρετεί την οικοδόμηση κινήματος ή αν γίνεται σε υποκατάστασή του. Για παράδειγμα, το να μαζευτούν υπογραφές σε έναν κλάδο, για να κοινοποιηθεί ένα κλαδικό πρόβλημα, να μαθευτεί και να βοηθήσει έτσι τον κόσμο να συγκροτηθεί και να αγωνιστεί, τότε ναι, αυτό έχει μια αξία. Εδώ δεν έχουμε όμως μια τέτοια κατάσταση. Αντίθετα, το ΚΚΕ δηλώνει ότι δεν θα κάνει κινητοποιήσεις και για να βγει από την υποχρέωση, προβάλλει ως “αγωνιστικό δρόμο” μια ανώδυνη για την κυβέρνηση συλλογή υπογραφών. Το έκανε και στο παρελθόν, απέναντι στα μνημόνια. Όταν η Ελλάδα σείονταν με απανωτές γενικές απεργίες και διαδηλώσεις ενάντια στα μνημόνια, το ΚΚΕ είχε ξεκινήσει συλλογή διαδικτυακών υπογραφών για την …κατάργηση των μνημονίων, μέσω αντίστοιχης πρότασης νόμου στη Βουλή (που είχε ψηφίσει τα μνημόνια!). Τη μια μέρα υπογράφεις …την άλλη φεύγουν, θα μπορούσε να ήταν το σύνθημα, αν τα πράγματα δεν ήταν τόσο τραγικά για το κίνημα. Λίγο πολύ το ίδιο έγινε και εν όψει της απαγόρευσης στο Πολυτεχνείο. Το ΚΚΕ δεν ανακοίνωσε καμιά κινητοποίηση και, αντί για αυτό, μάζεψε υπογραφές, κάνοντας και το μέτωπο των…”δημοκρατικών δυνάμεων” με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΜΕΡΑ25. Βεβαίως, η κατάσταση δεν αλλάζει και πολύ όταν μιλάμε για το ΝΑΡ. Αν και το ίδιο δεν συντάχθηκε με τη γραμμή του “Μετά θα λογαριαστούμε”, στην οποία έχουν συνταχθεί οι σύντροφοί του στα ΕΑΑΚ, στην ουσία αυτή η συλλογή υπογραφών σήμερα αντικειμενικά έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Δεν εξυπηρετεί λόγους πχ ενημέρωσης, αφού τέτοια ανάγκη δεν υφίσταται, αλλά θέλει να λειτουργήσει σαν υποκατάστατο των μαζικών κινητοποιήσεων που αυτή τη στιγμή, για διάφορους λόγους, δεν έχουμε. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει η πρωτοπορία να δείξει στους φοιτητές και το λαό ευρύτερα τη γραμμή των αγώνων, την ανάγκη μαζικής συμμετοχής στις διαδηλώσεις και όχι το δρόμο των …υπογραφών. Αυτές είναι παντελώς ανώδυνες για την κυβέρνηση. Όχι μόνο αυτό, αλλά καλλιεργούν και αυταπάτες για το ότι μπορεί με αυτόν τον τρόπο να αποτραπεί η είσοδος της αστυνομίας στα πανεπιστήμια.
Η Φοιτητική Πορεία μπροστά στην οξυμένη επίθεση της κυβέρνησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τον φοιτητικό συνδικαλισμό, προβάλλει τη γραμμή των μαζικών αγώνων για την ανατροπή αυτής της πολιτικής. Από τις 17 Νοέμβρη και μετά, ειδικά μέσα σε αυτές τις συνθήκες απαγορεύσεων, έγινε ολοφάνερο το ποια πολιτική δημιουργεί πρόβλημα στην κυβέρνηση. Τα δημόσια καλέσματα μαζικής συμμετοχής σε διαδηλώσεις ανάγκασαν την κυβέρνηση να παρουσιάσει το σκληρό πρόσωπο της καταστολής, σε αντίθεση με τις συμβολικές “διαμαρτυρίες”, οι οποίες είτε γινόταν ανεκτές, είτε μάλιστα επιβραβεύονταν κιόλας από κυβερνητικούς παράγοντες. Δεν συζητάμε καν για τις συλλογές υπογραφών που τις ξεχνούν μέχρι και οι οργανωτές τους, μερικές μέρες μετά.
Το δίλημμα μαζικοί αγώνες από τη μια και υποταγή από την άλλη δεν τίθεται πρώτη φορά. Τις προηγούμενες φορές, οι κυρίαρχες ρεφορμιστικές δυνάμεις μπορεί να έδειχναν το δρόμο των εκλογών, μιας “καλύτερης” κυβέρνησης, της συλλογής υπογραφών και πολλά ακόμη. Όπως λέει κι ο λαός μας, “όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, δέκα μέρες κοσκινίζει”. Υπάρχουν λοιπόν πολλές οδοί και δικαιολογίες για να αρνηθεί κανείς τη γραμμή των μαζικών αγώνων, δηλαδή της πραγματικής αναμέτρησης με την αντιλαϊκή-αντιεκπαιδευτική πολιτική. Αυτή την περίοδο, η δικαιολογία είναι η προάσπιση της δημόσιας υγείας, όπως πρώτα και κύρια απαιτεί η κυβέρνηση. Εμείς γνωρίζουμε, ότι η πραγματική υπεράσπιση της δημόσιας υγείας, η πραγματική υπεράσπιση των δικαιωμάτων μας θα έρθει μόνο αν παλέψουμε για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό πρέπει να κάνουμε και σε αυτή την υπόθεση θα πρέπει να στρατευτεί κάθε τίμιος αγωνιστής στρέφοντας την πλάτη του στον ρεφορμισμό από όπου κι αν προέρχεται.