Κατά πλειοψηφία, μόνο από τη ΝΔ, ψηφίσθηκε επί της αρχής και στο σύνολο, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εσωτερικών «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα», στην Ολομέλεια της Βουλής.
Περί της αναγκαιότητας ενός νέου νόμου για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων ο Υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης ανέφερε ότι “…σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020 (το ισχύον σύστημα αξιολόγησης) δεν παράγει κανένα χρηστικό αποτέλεσμα αφού το 97,61% των υπαλλήλων κρίνεται από άριστο ως επαρκές!…”, γεγονός που κατά την άποψή του είναι απαράδεκτο, στον βαθμό που ο νόμος του 2013 που είχε φέρει στη Βουλή ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης τότε, (νόμος που ποτέ δεν εφαρμόστηκε λόγω των κινητοποιήσεων των δημοσίων υπαλλήλων) όριζε ως υποχρεωτικό ποσοστό (!) ανεπάρκειας ή ακαταλληλότητας των δημοσίων υπαλλήλων το 15%.
Με δεδομένο μάλιστα, ότι σύμφωνα με το νέο νομοθέτημα, στην περίπτωση που ο υπάλληλος λάβει τέσσερις δυσμενείς αξιολογήσεις (ανεπάρκειας ή ακαταλληλότητας), τότε δύναται να ενεργοποιηθεί η κατάργηση της σύμβασης εργασίας του, δηλαδή να απολυθεί, γίνονται περισσότερο από προφανείς οι επιδιώξεις της κυβέρνησης να θέσει εκ νέου και αποφασιστικά επί τάπητος το ζήτημα των μαζικών απολύσεων δημοσίων υπαλλήλων και της κατάργησης στην πράξη της μονιμότητας.
Το σημείο αυτό σημείωσαν ακόμα και συστημικά ΜΜΕ με τίτλους όπως:“…απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων φέρνει το νέο σύστημα αξιολόγησης Βορίδη…”
Κατά τα λοιπά, από το σύστημα αξιολόγησης θα εξαρτώνται η πορεία και η οικονομική στήριξη των δημόσιων υπηρεσιών όπως και οι προσλήψεις, οι αποσπάσεις και οι μετατάξεις δημόσιων υπαλλήλων σε αυτές. Ο άξονας δε που το διαπερνά είναι ότι για την εξέλιξή του ο δημόσιος υπάλληλος έχει ατομική ευθύνη για το αν ανταποκρίνεται στους στόχους που του επιβάλλει η κυβέρνηση, για την αποτελεσματική εκπλήρωση των οποίων θεσπίζει και “μπόνους αποδοτικότητας”, η μερίδα του λέοντος των οποίων θα κατευθυνθεί στις υπηρεσίες που ενδιαφέρουν την κυβέρνηση, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, και σε μια “ελίτ ημετέρων” που θα τις στελεχώνουν.
Ο νέος νόμος δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από όλους τους προηγούμενους, στοχοθεσίες λάστιχο, ασαφή κριτήρια βαθμολόγησης του υπαλλήλου, υποκειμενισμοί των προϊσταμένων, ατομισμός και κλίμα “διαίρει και βασίλευε” με στόχο την τρομοκρατία και την πειθάρχηση των υπαλλήλων στην εκάστοτε αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική.
Εκμεταλλευόμενη την άσχημη κατάσταση του κινήματος των δημοσίων υπαλλήλων η κυβέρνηση προχωρεί σε μια παραπέρα παρέμβαση στο σύστημα αξιολόγησης που της κληροδότησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο μέσα από αυτό να προωθήσει έναν ιδιωτικοικονομικό τρόπο λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών και να επιφέρει μια βαθύτερη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων στο δημόσιο, έναν χώρο εργασίας όπου η μόνιμη εργασία και η οργανωμένη συνδικαλιστική δράση εξακολουθούν και υφίστανται.