Η δεξιά στροφή στο πολιτικό σκηνικό αφήνει το αποτύπωμά της
στις διεργασίες του εκπαιδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος
Στα τέλη του Ιούνη (29/6 – 2/7) αναμένεται – εκτός απροόπτου – να πραγματοποιηθεί το τακτικό Συνέδριο της ΟΛΜΕ, το οποίο καλείται να χαράξει τον πολιτικό-συνδικαλιστικό προσανατολισμό του κλάδου των εκπαιδευτικών καθώς και να εκλέξει τη νέα συνδικαλιστική του ηγεσία.
Είναι γεγονός πως το συνέδριο συγκαλείται σε μια ιδιαίτερα έντονη περίοδο που σημαδεύεται από τις ραγδαίες κεντρικές πολιτικές εξελίξεις και την προκήρυξη των βουλευτικών εκλογών έπειτα από την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες ευρωεκλογές, με την ταυτόχρονη και ευρείας έκτασης νίκη της ΝΔ, που χαρακτηρίζει μια συνολική μετατόπιση όλου του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά.
Όμως και την προηγούμενη περίοδο, (Απρίλης – Μάης), κατά την οποία τα εκπαιδευτικά σωματεία (ΕΛΜΕ) πραγματοποίησαν τις συλλογικές τους διαδικασίες για την ανάδειξη των αντιπροσώπων, υπήρξε το ίδιο έντονη, αφού συνέπεσε με την προεκλογική περίοδο των τριπλών καλπών (αυτοδιοικητικές – ευρωεκλογές). Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε από την σκληρή αντιπαράθεση και τα γνωστά εκβιαστικά διλήμματα που έθεσαν – και τα οποία θα ενταθούν τις επόμενες ημέρες – οι δύο βασικοί πυλώνες του αστικού συστήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ.
Μέσα σε αυτό το τοπίο οι εκλογές για την ανάδειξη των αντιπροσώπων αξιοποιήθηκαν από τις συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ (ΣΥΝΕΚ) και της ΝΔ(ΔΑΚΕ), όχι μόνο για τη συσπείρωση των συνδικαλιστικών τους δυνάμεων ενόψει του επικείμενου συνεδρίου, αλλά και ως εργαλείο για την αναπαραγωγή των ίδιων πολιτικών διλημμάτων, ανάμεσα στον ψευδεπίγραφο προοδευτικό πόλο και τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό και τον εγκλωβισμό δυνάμεων στα δίχτυα των πολιτικών φορέων που εκπροσωπούν.
Στις εκλογές για την ανάδειξη αντιπροσώπων, που έχουν πραγματοποιηθεί ως τώρα, υπάρχει μια αξιοσημείωτη αύξηση της συμμετοχής των εκπαιδευτικών, που οδηγεί σε αντίστοιχη αύξηση του σώματος των αντιπροσώπων.
Οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις των ΣΥΝΕΚ, που διατηρούν τις δυνάμεις με μια πολύ μικρή άνοδο, αναπαρήγαγαν όλη την κυβερνητική δημαγωγία περί του τέλους των μνημονίων που υποτίθεται πως σημαίνει καλύτερες μέρες για την εκπαίδευση, ανεμίζοντας την κουρελιασμένη πλέον σημαία των μόνιμων διορισμών, ενώ έψαχναν εναγωνίως να βρουν θετικά σημεία σε μια αλυσίδα μέτρων που συνθέτουν την ίδια και απαράλλαχτη αντιλαϊκή πολιτική. Την ίδια ώρα ασκούσαν κάθε είδους τρομοκρατικούς εκβιασμούς με την απειλή της κυβερνητικής ανόδου του Μητσοτάκη και της ΝΔ στην κυβέρνηση, ρίχνοντας αλάτι στις πρόσφατες πληγές της εκπαίδευσης(διαθεσιμότητες, απολύσεις, αξιολόγηση). Μόνο που η πραγματικότητα τούς διαψεύδει πανηγυρικά, αφού την ίδια στιγμή η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ υπογράφει, ψηφίζει και επιβάλλει όλα τα μέτρα του δικού της μνημονίου, ακόμα και μετά το περίφημο τέλος του, επιβεβαιώνοντας πως τα μνημόνια και η πολιτική τους είναι εδώ.
Από τη μεριά τους οι δυνάμεις της ΔΑΚΕ, φανερά ενισχυμένες σε σχέση με την προηγούμενη διετία, αξιοποίησαν όλη την περίοδο αυτή για να ενισχύσουν με κάθε τρόπο την πολιτική της ΝΔ και να εμφανιστούν ως η δύναμη που “δικαιώθηκε” από την χρεοκοπία της “κυβερνώσας Αριστεράς”. Οι δυνάμεις της ΔΑΚΕ ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο επιδόθηκαν σε μια ασύστολη ακροδεξιά και παράλληλα αντικομμουνιστική ρητορική, που δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από αυτή της χρυσαυγίτικης φασιστικής συμμορίας και των διαφόρων ακροδεξιών μορφωμάτων. Με αφορμή μάλιστα τη συμφωνία των Πρεσπών, οι δυνάμεις της ΔΑΚΕ, ιδίως στη βόρεια Ελλάδα, βρήκαν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να επιδοθούν σε ένα ξέφρενο πατριδεμπόριο επενδεδυμένο με μια παραληρηματική θεοκρατική συνθηματολογία εφάμιλλη με αυτή που πρόσφατα πλασάρισε στην κεντρική πολιτική σκηνή ο ακροδεξιός Βελόπουλος.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και ενώ έχουμε ήδη διανύσει τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, με ένα τρίτο μνημόνιο, με την εξαπάτηση του λαού με το κάλπικο δημοψήφισμα του 2015, με σημαντικές εκπαιδευτικές κινητοποιήσεις ιδιαίτερα την τελευταία χρονιά, οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΠΑΜΕ και η στασιμότητά τους, επιβεβαιώνουν πως είναι αδύναμες έως ανίκανες να παρέμβουν και να συσπειρώσουν δυνάμεις, αποτέλεσμα που είναι συμβατό με την σεχταριστική και αδιέξοδη πολιτική που έχει χαράξει ευρύτερα η ηγεσία τους στο συνδικαλιστικό κίνημα. Άλλωστε και στο διάστημα αυτό, η δήθεν ταξική πολιτική τους στα εκπαιδευτικά σωματεία εξαντλήθηκε στην εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ, παραπέμποντας για μια ακόμα φορά την επίλυση όλων των προβλημάτων που αφορούν την εκπαίδευση στο θολό μέλλον της λαϊκής τους εξουσίας.
Η σοβαρή στροφή προς τα δεξιά που συντελείται σε ολόκληρη την κοινωνία καθώς και και η κρίση και υποχώρηση του μαζικού λαϊκού και εργατικού κινήματος αφήνει το αποτύπωμά της και στο ρεύμα των Παρεμβάσεων. Οι Παρεμβάσεις, στις οποίες ο Εκπαιδευτικός Όμιλος έχει ενεργητικό και ουσιαστικό ρόλο, μέσα σε αυτές τις συνθήκες παραμένουν στάσιμες ως προς την εκπροσώπησή τους στο επερχόμενο συνέδριο της ΟΛΜΕ. Πέρα όμως από την υποχώρηση του πλατιού εργατικο-λαϊκού κινήματος, η ανάπτυξη του οποίου αναμφίβολα αποτελεί τροφοδότη και ενισχυτικό παράγοντα των Παρεμβάσεων, υπάρχει και ένας ακόμα επιπρόσθετος λόγος που συμβάλλει στη στασιμότητα αυτή. Όπως εδώ και καιρό έχει επισημάνει ο Εκπαιδευτικός Όμιλος, έχει υποχωρήσει σημαντικά το διακριτό αγωνιστικό, ταξικό – αντιρεφορμιστικό και πραγματικά αριστερό στίγμα που χαρακτηρίζει το ρεύμα των Παρεμβάσεων και το οποίο συνδυάζει διαλεκτικά την πρωτοπόρα θεωρία με τη μαζική δράση. Αντί λοιπόν, μέσα σ’ αυτές τις πολιτικές και συνδικαλιστικές συνθήκες, να ενισχυθεί το μέτωπο της αντιπαράθεσης στη ρεφορμιστική πολιτική, για την ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος στην εκπαίδευση, εντούτοις κυριαρχεί ο ακτιβισμός που στο τέλος καταλήγει να παρακολουθεί τις κινήσεις της ηγεσίας του ΠΑΜΕ. Ως Εκπαιδευτικός Όμιλος, υποστηρίζουμε πως είναι ανάγκη να βρει ξανά τον προσανατολισμό του το ρεύμα των Παρεμβάσεων ως μια διακριτή δύναμη που κινείται σε αριστερή – αντιρεφορμιστική και αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, που αγωνίζεται με πείσμα για την ταξική ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος των εκπαιδευτικών.
Ο Εκπαιδευτικός Όμιλος μέσα σε αυτές τις συνθήκες έδωσε τη μάχη της εκπροσώπησης μέσα από τα τοπικά σχήματα των Παρεμβάσεων τόσο στην Αθήνα και τον Πειραιά όσο και σε μια σειρά από επαρχιακές πόλεις, εκλέγοντας συνέδρους. Συνεκτιμώντας όλους τους παράγοντες, ως Εκπαιδευτικός Όμιλος θα παλέψουμε το επόμενο διάστημα μέσα στο ρεύμα των Παρεμβάσεων, στο οποίο συσπειρώνονται εκατοντάδες αριστεροί και δημοκρατικοί εκπαιδευτικοί, ταξικοί αγωνιστές, ανένταχτοι και μη, για το σωστό ταξικό αναπροσανατολισμό του.