Οι πρωτόγνωρες σε μαζικότητα και παλμό κινητοποιήσεις που δονούσαν όλες τις πόλεις της Ελλάδας για 3 εβδομάδες, ήταν αυτές που, κόντρα σε μια μανιασμένη προπαγάνδα ψεύδους και παραχάραξης, κρατούσαν τη σπίθα της αλήθειας αναμμένη. Σε όλο αυτό το διάστημα αποδείχθηκε με τον πιο καθαρό τρόπο ότι μόνο οι λαϊκοί αγώνες μπορούν να αποκαλύψουν την αλήθεια και τους πραγματικούς ενόχους για το αποτρόπαιο έγκλημα των Τεμπών. Η άρνηση των κυρίαρχων δυνάμεων στο συνδικαλιστικό κίνημα να δώσουν συνέχεια σε αυτές τις κινητοποιήσεις πρόσφερε στην κυβέρνηση και τα πετσωμένα ΜΜΕ της τη δυνατότητα να επαναφέρουν τη δημόσια συζήτηση στα μέτρα τους και να της δώσουν τελικά το περιεχόμενο που από την πρώτη στιγμή επεδίωξαν.
Με το τέλος των κινητοποιήσεων και με ολοφάνερη πολιτική απόφαση, τα δημοσιογραφικά φερέφωνα σχεδόν εξαφάνισαν το θέμα των Τεμπών από την καθημερινή ενημέρωση. Ένα μήνα μετά από ένα έγκλημα που έχει ξεκάθαρα τη σφραγίδα της μνημονιακής πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων και της επενδυτικής ασυδοσίας, με τη γνωστή πλέον μέθοδο συγκάλυψης, η κυβέρνηση ανακαλύπτει αποδιοπομπαίους τράγους και χρεώνει τις ευθύνες στους εργαζόμενους. Τα ελάχιστα πλέον δημοσιεύματα για τα Τέμπη αρχίζουν και τελειώνουν με τις απολογίες των εργαζομένων, που μόνοι απέναντι σε ένα κρατικό τέρας που τους παρουσιάζει και θέλει να τους καταδικάσει ως εγκληματίες, φορτώνουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον.
Οι σταθμάρχες, οι μηχανοδηγοί και οι υπεύθυνοι για τις βάρδιες του ΟΣΕ είναι αυτοί που θα βρεθούν στο σκαμνί του κατηγορούμενου και για αυτό το κρατικό-κυβερνητικό έγκλημα.
Ο Καραμανλής, αυτός που ωρύονταν από τα έδρανα της βουλής για την «ασφάλεια των τρένων», παρουσιάζεται με δόξα και τιμή ως υπεύθυνος πολιτικός.
Αυτός ο οποίος από τη θέση του είχε την κύρια ευθύνη για την εφαρμογή της πολιτικής και των αποφάσεων που αναπόδραστα θα γεννούσε συγκρούσεις και νεκρούς ετοιμάζει «δικαιωμένος» τον προεκλογικό του αγώνα. Είναι αυτός που αγνόησε όλες τις επιστολές, τα εξώδικα, τις παραιτήσεις και τις προειδοποιήσεις των εργαζομένων για τις εγκληματικές ελλείψεις και τους φονικούς κινδύνους που εγκυμονούσαν. Είναι αυτός ο ίδιος που, μαζί με τους ομοίους του, δείχνει τώρα με το δάχτυλο τους εργαζόμενους.
Τώρα, οι θιασώτες αυτής της πολιτικής που παραδίδει το λαό και τις ανάγκες του στο έλεος της επενδυτικής ασυδοσίας εμφανίζονται ως εγγυητές της αλήθειας και της απόδοσης δικαιοσύνης. Τώρα οι ευθύνες για όλα αυτά χρεώνονται αποκλειστικά σε σταθμάρχες, σε νεκρούς μηχανοδηγούς, αλλά και σε αυτούς (υπεύθυνος δρομολογίων ΟΣΕ και σταθμάρχης) που λίγες μέρες πριν (27/3) έχασαν τη ζωή τους σε τροχαία. Τώρα κανείς δεν μιλάει για τις εγκληματικές ευθύνες αυτών που, με το θεσμικό πλαίσιο και τις αποφάσεις τους, δρομολόγησαν τρένα υψηλής ταχύτητας σε δίκτυα που δεν διέθεταν κανένα από τα απολύτως αναγκαία συστήματα ελέγχου και ασφάλειας.