Η «νέα φάση» στην οποία -σύμφωνα με την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ- έχει περάσει η χώρα στο ζήτημα της πανδημίας αποτελεί ένα διαρκή εφιάλτη. Η πολυδιαφημισμένη «κανονικότητά» τους, ήδη από τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ μετράει καθημερινά χιλιάδες κρούσματα, εκατοντάδες διασωληνωμένους και δεκάδες νεκρούς. Το ΕΣΥ -έχοντας από καιρό μετατραπεί σε σύστημα μίας νόσου- βρίσκεται σε φάση κατάρρευσης και τα νοσοκομεία, ειδικά μετά την επιβολή της υποχρεωτικότητας και των αναστολών, παρουσιάζουν εικόνες παρακμής.
Αυτή είναι η μόνη εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα στο μέτωπο της πανδημίας. Και αυτό το κυβερνητικό επίτευγμα είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής που επέβαλε ένα από τα πιο σκληρά lockdown σε μέτρα και διάρκεια παγκοσμίως. Ένα άθροισμα παράλογων απαγορεύσεων, ποινών και προστίμων και μέτρα, όπως η υποχρεωτικότητα, οι φασιστικής έμπνευσης αναστολές εργασίας και κάθε είδους ποινή και διάκριση σε βάρος των ανεμβολίαστων να είναι σε ισχύ σήμερα.
Αυτή η πολιτική που επιβλήθηκε με πρόσχημα την πανδημία, αυτή η πολιτική που ήρθε να εξυπηρετήσει τους ανομολόγητους στόχους για την εφαρμογή ενός αντιδραστικού πλαισίου και την ψήφιση εκατοντάδων αντιλαϊκών νόμων είναι που κρίνεται από τη σημερινή πραγματικότητα. Καθόλου δεν απασχόλησε και δεν απασχολεί τους κυβερνητικούς σαλτιμπάγκους της ΝΔ το ποια θα είναι η μοίρα αυτών που θα νοσήσουν, το αν και πόσοι θα πεθάνουν. Αξιοποίησαν την πανδημία για να σπείρουν το φόβο, για να επιβάλουν την πολιτική του αυταρχισμού και της καταστολής σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής.
Αυτή η πολιτική με τους 15.500 νεκρούς, μετρημένη με τους δικούς τους πανδημικούς δείκτες, φέρνει τη χώρα στις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της πανδημίας. Ακόμη χειρότερα και από χώρες που θεωρήθηκε ότι χρησιμοποιούν το μοντέλο της ανοσίας αγέλης. Η συνέχιση αυτής της πολιτικής αποτελεί επί της ουσίας μια κυβερνητική δέσμευση για νέες εκατόμβες. Η «σταθεροποίηση των πανδημικών δεικτών» στους 30 νεκρούς ανά ημέρα, που παρουσιάζεται ως νέα κυβερνητική επιτυχία το αποδεικνύει. Άλλωστε ο χειμώνας είναι μπροστά και το πέμπτο κύμα προδικάζεται πιο θανατηφόρο από αυτό που διανύουμε.
Στους 19 μήνες η κυβέρνηση, στο όνομα της «προστασίας της ανθρώπινης ζωής», έσπειρε τον τρόμο και βύθισε την κοινωνική καθημερινότητα στον αυταρχισμό και την καταστολή. Όχι μόνο δεν έκανε το παραμικρό για την ενίσχυση του ΕΣΥ, αλλά ίσα ίσα -εν μέσω πανδημίας- περιέκοψε δαπάνες και προχώρησε στην παραπέρα υποβάθμισή του. Όχι μόνο δεν πήρε το παραμικρό μέτρο πρόληψης σε ΜΜΜ, χώρους εργασίας, σχολεία κλπ, αλλά ακόμη και τώρα αυξάνει τον αριθμό των μαθητών ανά τμήμα και προχωρά σε συγχωνεύσεις τμημάτων.
Δεν είναι ότι η κυβέρνηση δεν μπορούσε να πάρει πραγματικά υγειονομικά μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Είναι ότι δεν ήθελε. Δεν ήθελε επειδή όσο και αν παριστάνουν τους τιμητές της «ανθρώπινης ζωής» στην πραγματικότητα αυτοί είναι οι δήμιοί της. Και επειδή δεν ήθελε, υποτιμά τώρα τις δεκάδες χιλιάδες νεκρών, υποτιμά την κατάσταση στα νοσοκομεία και τους 30 νεκρούς που προστίθενται κάθε μέρα, στο όνομα της επιστροφής στην «κανονικότητά της». Πριν ένα χρόνο, με εκατοντάδες κρούσματα και μονοψήφια νούμερα θανάτων, έπνιγαν την κοινωνία στο ζόφο και απαγόρευαν τις «δημόσιες συναθροίσεις άνω των 3». Όχι για την υγεία, όπως αποδείχθηκε, αλλά για την επιβολή των αντιδραστικών σχεδιασμών τους.
Όλα αυτά σε τίποτα δεν εμποδίζουν την κυβέρνηση των αρίστων να καμώνεται τον προστάτη της «δημόσιας υγείας και της ζωής». Σε τίποτα δεν εμποδίζουν τα ΜΜΕ να παρουσιάζουν παντού επιτυχίες και να συνεχίζουν το λιβανιστήρι σε μια κυβέρνηση που επιβάλλει μια εγκληματική για το λαό και τον τόπο πολιτική. Οι μπουκωμένοι με πακτωλούς εκατομμυρίων καναλάρχες προσφέρουν στο Μητσοτάκη την ομερτά που απαιτεί και σπέρνουν καθημερινά το σάπιο ιδεολόγημα της ατομικής ευθύνης. Εδώ και 19 μήνες, η μόνη ευθύνη που υπάρχει για τα ΜΜΕ είναι η ευθύνη όσων δεν συμμορφώνονται και δεν υποτάσσονται στις υποδείξεις, στα μέτρα και στο περιεχόμενο της κυβερνητικής πολιτικής.
Τώρα στοχοποιούν τους ανεμβολίαστους. Πηχυαίοι τίτλοι, «ενημερώνουν» την κοινωνία για τους κινδύνους που εγκυμονεί η ύπαρξή τους. Χρεώνουν σε αυτούς την κατάσταση που επικρατεί στο διαλυμένο από τις κυβερνητικές πολιτικές ΕΣΥ. Κρύβουν πίσω από τους ανεμβολίαστους τις ανύπαρκτες ΜΕΘ, την έλλειψη φαρμάκων, την υποστελέχωση των νοσοκομείων, ακόμη και την κατάσταση που δημιουργήθηκε από τις αναστολές των χιλιάδων υγειονομικών. Εξωραΐζουν την ανυπαρξία κάθε μέτρου πρόληψης. Από τα τεστ, που τα έχουν μετατρέψει σε εργαλείο ποινής και εκβιασμού, μέχρι την κατάσταση στα σχολεία.
Κάθε αρνητική εξέλιξη επιχειρείται να χρεωθεί από τώρα στους ανεμβολίαστους. Είτε αφορά τις ΜΕΘ και τους νεκρούς, είτε το κλείσιμο των σχολείων ή ακόμη και την οικονομία. Σε αυτούς επιχειρείται να χρεωθούν ακόμη και οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τον πλανήτη πολύ πριν τον κορονοϊό. Με μια άθλια και καταιγιστική προπαγάνδα έχουν καταφέρει να στρέψουν τη δημόσια συζήτηση από κάθε ψήγμα κριτικής στην κυβερνητική πολιτική και τις εγκληματικές της ευθύνες, στις «ευθύνες» των ανεμβολίαστων. Αυτές οι «ευθύνες» και η εξωφρενική στοχοποίηση των ανεμβολίαστων γίνονται το νέο όχημα εξωραισμού τής κυβερνητικής πολιτικής. Πάνω σε αυτή την προπαγάνδα εδραιώνουν τη συνέχειά της και τα νέα εγκλήματα που κυοφορεί.
Απαραίτητο στοιχείο για την εμπέδωση του κυβερνητικού αφηγήματος είναι οι ποινές, οι διακρίσεις και κάθε είδους διαστροφικό μέτρο «καταπολέμησης» των ανεμβολίαστων. Από την 1η Σεπτέμβρη χιλιάδες υγειονομικοί κατά παράβαση κάθε λογικής, έχουν πεταχτεί στο δρόμο. Είναι οι ίδιοι που, εργαζόμενοι επί 18 μήνες κάτω από άθλιες συνθήκες, στήριζαν το ΕΣΥ και χειροκροτούνταν σαν ήρωες. Εκτός από την απώλεια εργασίας και την ακαριαία φτωχοποίησή τους, τεράστιες είναι οι επιπτώσεις και στα νοσοκομεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη Θεσσαλονίκη, σε μια φάση που οι ΜΕΘ ασφυκτιούν, από τους 750 υγειονομικούς που είναι σε αναστολή οι 230 ήταν προσωπικό των ΜΕΘ. Οι συνεχείς εκκλήσεις των διευθυντών και των συνδικαλιστικών φορέων, για επιστροφή στη δουλειά με εβδομαδιαία τεστ, απορρίπτονται επιδεικτικά από την κυβέρνηση.
Εκτός από τις απαγορεύσεις για είσοδο σε κλειστούς χώρους των ανεμβολίαστων και το οικονομικό χαράτσι των πληρωμένων rapid, ακόμη και για την πρόσβαση στην εργασία, νέα μέτρα υφαίνονται από την κυβερνητική προπαγάνδα και περιγράφεται ακόμη και η απαγόρευση κυκλοφορίας μόνο για ανεμβολίαστους! Όταν όμως όλες οι επιστημονικές έρευνες καταλήγουν ότι και οι εμβολιασμένοι μπορούν να νοσούν και να μεταδίδουν τον ιό, όλα αυτά τα μέτρα όχι απλά στερούνται λογικής και υγειονομικού περιεχομένου, αλλά -εκτός από το να μεταθέτουν τις εγκληματικές κυβερνητικές ευθύνες- στοχεύουν και στην εμπέδωση και εξοικείωση με φασιστικού τύπου διαχωρισμούς.
Είναι βέβαιο ότι η πολιτική που επιβλήθηκε στο όνομα της πανδημίας, που το τελευταίο διάστημα επικεντρώνεται στη λεγόμενη εμβολιαστική πολιτική τής κυβέρνησης και των «ειδικών» της, είναι αυτή που ευθύνεται για την καλλιέργεια των αμφιβολιών και των δισταγμών που παρουσιάζονται και στην ελληνική κοινωνία. Όσο και αν τα ΜΜΕ προσπαθούν να ταυτίσουν το σύνολο αυτών των αμφιβολιών με ψεκασμένες θεωρίες και να καταλογίσουν σε αυτές τις όποιες ευθύνες, είναι δεδομένο ότι η εργαλειοποίηση σε διεθνές και σε εσωτερικό επίπεδο των εμβολίων, οι επιλογές και παλινωδίες της «επιστημονικής κοινότητας» για το ποια εμβόλια είναι ασφαλή, η έλλειψη και η άρνηση για τον παραμικρό ιατρικό έλεγχο κατά την πραγματοποίηση του εμβολιαστικού προγράμματος είναι οι πραγματικές αιτίες για κάθε αποτυχία του.
Η συμπόρευση ή και η ταύτιση ευρύτερων δυνάμεων με την «εθνική εκστρατεία εμβολιασμού» του Μητσοτάκη, η αναμάσηση του αφηγήματος της στοχοποίησης των ανεμβολίαστων ακόμη και από δυνάμεις που αναφέρονται στην αριστερά, έχει υπονομεύσει το τελευταίο διάστημα το μέτωπο αναμέτρησης με την εγκληματική κυβερνητική πολιτική στο μέτωπο της πανδημίας.
Ειδικά στο συνδικαλιστικό κίνημα, η δυσκολία απάντησης στην υποχρεωτικότητα και τις αναστολές χιλιάδων εργαζομένων, η αδυναμία υπεράσπισης των δικαιωμάτων και της εργασίας τους, η αναπαραγωγή πλαστών διαχωρισμών και διλημμάτων και όλου του κυβερνητικού αφηγήματος από τις βασικές του δυνάμεις, έχουν οδηγήσει στις περισσότερες περιπτώσεις στην υποβάθμιση της πάλης για τα μεγάλα αιτήματα της ενίσχυσης του ΕΣΥ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ΟΕΝΓΕ χρειάστηκε να περάσουν δύο μήνες από την εφαρμογή των αναστολών ώστε στις 21 Οκτώβρη να πραγματοποιήσει την πρώτη της απεργιακή κινητοποίηση. Η οποία απέχει 5 μήνες από την προηγούμενη! Και αυτό, με δεδομένα τα όσα τραγικά συμβαίνουν στα νοσοκομεία και στο ΕΣΥ αυτό το διάστημα.
Αυτό ακριβώς πετυχαίνει η κυβερνητική πολιτική και η προσαρμογή σε αυτήν με το κυνήγι και τη στοχοποίηση των ανεμβολίαστων. Τον εξωραϊσμό της. Αυτόν τον εξωραϊσμό που της προσφέρει το άλλοθι για την συνέχειά της. Για μια συνέχεια, που αν επιτραπεί, θα αποδειχθεί ακόμη πιο ολέθρια για το λαό και τον τόπο.