Από τη σειρά των ντοκουμέντων Η άποψη της Λαϊκής Κίνας πάνω στα σύγχρονα διεθνή προβλήματα, των ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ του 1964, παρουσιάζουμε αποσπάσματα από ένα σημαντικό άρθρο της «Λαϊκής Ημερησίας» του Πεκίνου, σε μετάφραση Γιαννη Χοτζέα, το οποίο εκφράζει με σαφήνεια τη στάση και τις εκτιμήσεις της Λαϊκής Κίνας γύρω από τις εξελίξεις του Κυπριακού προβλήματος μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’60.

Η σύγκρουση στην Κύπρο
του Τσενγκ Τσενγκ – Κονγκ

Η σύγκρουση ανάμεσα στις κοινότητες δεν είναι παρά ένα επιφανειακό φαινόμενο. Μια βαθύτερη εξέταση δείχνει ότι εδώ συγκρούονται από τη μια πλευρά οι Κύπριοι που αγωνίζονται να αποκτήσουν την πλήρη εθνική τους ανεξαρτησία και από την άλλη οι δυνάμεις του βρετανικού ιμπεριαλισμού και, κατά τρόπο ακόμα πιο αποτρόπαιο, οι δυνάμεις του βορειοαμερικάνικου ιμπεριαλισμού, που προσπαθεί να μετατρέψει τη νήσο σε μια αμερικάνικη επιθετική βάση -και όχι από τις λιγότερο σημαντικές-, εναντίον των Αραβικών λαών της Μέσης Ανατολής.

Η Κύπρος, ένα νησί στην Ανατολική Μεσόγειο, που σπαράσσεται από συγκρούσεις, αποτελεί μια περίπτωση που αποκαλύπτει τις ιμπεριαλιστικές ραδιουργίες που αποσκοπούν να αποστερήσουν από μια μικρή χώρα την ανεξαρτησία της και το δικαίωμα της ύπαρξής της. Η εξέλιξη των γεγονότων τις τελευταίες εβδομάδες δείχνει πως οι Άγγλοι, ακολουθούμενοι κατά πόδας από τους Αμερικανούς, άρπαξαν την ευκαιρία να υποδαυλίσουν τη σύγκρουση ανάμεσα στις δυο βασικές κοινότητες της νήσου, μόλις ανέκυψε το πρόβλημα αυτό, που αποτελεί αποκλειστικά εσωτερική υπόθεση της Κύπρου. Πολλές φορές μαζί, και πιο συχνά χωριστά, επενέβηκαν ξεδιάντροπα στις υποθέσεις της νήσου, επιζητώντας να ικανοποιήσουν τα δικά τους εγωιστικά συμφέροντα.

Στις 5 Δεκεμβρίου του περασμένου χρό­νου, ο Πρόεδρος της Κύπρου Μακάριος πληροφόρησε τις κυβερνήσεις της Αγγλίας, Ελλάδος και Τουρκίας για την πρόθεσή του να τροποποιήσει το Κυπριακό Σύνταγμα που από πολύ καιρό είχε αποδειχθεί ανεφάρμοστο. Η Αγγλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες είδαν σ’ αυτό μια ευκαιρία. Όταν στις 16 Δεκεμβρίου συνήλθε στο Παρίσι το Συμβούλιο του ΝΑΤΟ, οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέβαλαν την ιδέα πως θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί αμέσως το πρόβλημα της «προστασίας» της λεγόμενης Νότιας Πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Ο Αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών Ντην Ρασκ διεξήγαγε, έξω από την αίθουσα της διάσκεψης, ιδιαίτερες συνομιλίες με τον Τούρκο υπουργό των Εξωτερικών, Φεριντούν Κεμάλ Ερκίν. Τρεις μέρες μετά τον τερματισμό της συνόδου του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ, ξέσπασαν άγριες συγκρούσεις στην Κύπρο ανάμεσα στους Έλληνες και στους Τούρκους της Κύπρου.

Η πραγματική αιτία

Η άμεση αιτία αποδόθηκε στην αντίθεση των Τουρκοκυπρίων στις τροποποιήσεις του Συντάγματος που είχαν προταθεί. Αλλά η βαθύτερη, η πραγματική αιτία των βιαιοτήτων βρίσκεται στην επέμβαση του ιμπεριαλισμού, που επιδιώκει σταθερά να θέσει κάτω από τον έλεγχό του αυτή την πρόσφατα δημιουργημένη Δημοκρατία.

Η Κύπρος, μετά τη Σικελία και τη Σαρδηνία, είναι το τρίτο μεγάλο νησί στη Μεσόγειο και με πληθυσμό 560.000 κατοίκους, από τους οποίους 80% είναι Ελληνικής και περίπου 16% τουρκικής προέλευσης. Τοποθετημένη σε στρατηγική θέση στην ανατολική άκρη της Μεσογείου, αποτέλεσε συστατικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καθώς και της Ελλάδος. Το 1571 περιήλθε υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που κράτησε μέχρι το 1878, χρονολογία που, με τη συνθήκη του Βερολίνου, η Κύπρος πέρασε στα χέρια των Άγγλων. Ο Ντισραέλι, ο τόρρις πρωθυπουργός, αγόρασε την Κύπρο από τους Τούρκους γιατί η Αγγλία τη χρειάζονταν για να προστατεύει τις προσβάσεις της διώρυγας του Σουέζ, που ο Ντισραέλι είχε εξασφαλίσει τον έλεγχό της το 1875. Μετά το Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο η Αγγλία προσάρτησε το νησί που ανακηρύχτηκε αποικία του Βρεταννικού Στέμματος το 1925. Η Κύπρος έμελλε να υποστεί το ζυγό της αγγλικής αποικιακής κυριαρχίας για κάμποσες δεκαετίες ακόμα.

Ένας ασίγαστος αγώνας

Αλλά η φλόγα του αγώνα για την ελευθερία δεν έσβησε ποτέ. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο λαός της Κύπρου ανέβαζε σε όλο και υψηλότερα επίπεδα τον αγώνα του για την εθνική αυτοδιάθεση. Για να καταπνίξει το κίνημα της ανεξαρτησίας, το Γουεστμίνστερ ενέτεινε την καταπίεσή του και κατέφυγε στην εφαρμογή της δοκιμασμένης τακτικής του «διαίρει και βασίλευε», υποδαυλίζοντας την ένταση των σχέσεων μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής κοινότητας, που στρέφει τη μία εναντίον της άλλης. Τον Ιούνιο του 1958, η Αγγλία και η Τουρκία προκάλεσαν μια νέα σύγκρουση ανάμεσα στους Έλληνες και Τούρκους της Κύπρου. Επακολούθησε μια από τις πιο αιματηρές συρράξεις ανάμεσα στις δυο κοινότητες. Η κατάσταση που διαμορφώθηκε έτσι έδινε στην Αγγλία το πρόσχημα να στείλει στρατό «για τη διατήρηση του νόμου και της τάξης» και να σκαρώσει ένα «νέο σχέδιο» σύμφωνα με το οποίο θα παραχωρούνταν μέσα σε 7 χρόνια αυτοκυβέρνηση, χωριστή στους Έλληνες και στους Τούρκους της Κύπρου, ενώ η Αγγλία θα διατηρούσε για πάντα τις στρατιωτικές βάσεις στο νησί.

Το τιποτένιο αυτό αγγλικό σχέδιο προσέκρουσε σε μια ισχυρή αντίθεση και κατέρρευσε. Στο μεταξύ οι καταπιεζόμενοι πήραν τα όπλα εναντίον των καταπιεστών τους και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία. Στριμωγμένη η Αγγλία, αναγκάστηκε να αποδεχθεί την ανεξαρτησία της Κύπρου. Η ώρα της εθνικής απελευθέρωσης είχε επιτέλους σημάνει για τον Κυπριακό λαό. Ωστόσο, η υποχώρηση της Αγγλίας δεν εσήμαινε καθόλου πως αυτή κατέθεσε τα όπλα. Μη μπορώντας να υποτάξει το λαό υποχώρησε, αλλά προσπάθησε να κρατήσει τις στρατιωτικές της βάσεις, περιμένοντας την ευκαιρία να ξαναστεριώσει τον έλεγχό της. Αυτό, όπως έδειξαν τα γεγονότα, συνέβηκε τον τελευταίο Δεκέμβριο.

Ενώ η Αγγλία πέρασε σε δεύτερο πλάνο, οι Ηνωμένες Πολιτείες, που αποστρέφονται να βλέπουν ένα «κενό» ακάλυπτο, δεν έχασαν καιρό για να διεισδύσουν στην Κύπρο και να τη μετατρέψουν σε μια βάση του ΝΑΤΟ. Το Φεβρουάριο του 1959, εκμεταλλευόμενες τις οξείες αντιθέσεις ανάμεσα στην Αγγλία, την Ελλάδα και την Τουρκία σχετικά με το πρόβλημα της Κύπρου, ενήργησαν έτσι ώστε να ωθήσουν την Ελλάδα και την Τουρκία στη σύναψη μιας συμφωνίας για την Κύπρο, γνωστής από τότε με το όνομα Συμφωνία της Ζυρίχης. Αφού το πέτυχαν αυτό, οι Ηνωμένες πολιτείες άσκησαν σε συνέχεια πίεση πάνω στην Αγγλία. Το αποτέλεσμα ήταν η Συμφωνία του Λονδίνου. Ο μακρόχρονος και σκληρός αγώνας του κυπριακού λαού επιτέλους καρποφορούσε. Με τις συμφωνίες αυτές και τους όρους τους αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία της Κύπρου. Αλλά για να κατακτήσει τελικά την πραγματική του ανεξαρτησία ο κυπριακός λαός έπρεπε να πληρώσει βαρύ τίμημα.

Ποιο ήταν το τίμημα

Με τη συνθήκη εγγύησης που κλείστηκε μεταξύ Αγγλίας, Ελλάδας και Τουρκίας, η Κύπρος ήταν υποχρεωμένη σύμφωνα με το άρθρο 3 να παραχωρήσει κυριαρχικά δικαιώματα στην Αγγλία στο έδαφος των στρατιωτικών βάσεων. Έτσι, αν και είχε παραιτηθεί από τους τίτλους κυριότητός της, η Αγγλία κρατούσε πάντα κάτω από τον απόλυτο έλεγχό της τις δυο στρατιωτικές βάσεις και 31 σημεία-κλειδιά, καθώς και άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και 10 εκπαιδευτικά κέντρα, που ήταν κατεσπαρμένα στο έδαφος του νησιού. Μαζί με τις δυο άλλες δυνάμεις, η Αγγλία ανέλαβε επίσης την «εγγύηση» της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας καθώς και της ασφάλειας της Δημοκρατίας της Κύπρου, αλλά διατήρησε το «δικαίωμα της λήψης των απαραίτητων μέτρων». Βάσει της συνθήκης συμμαχίας που είχε συναφθεί με την Ελλάδα και την Τουρκία, η Κύπρος υποχρεώθηκε να επιτρέψει τη στάθμευση στη νήσο στρατευμάτων των δύο αυτών χωρών-μελών του συνασπισμού του ΝΑΤΟ, ο οποίος κυριαρχείται από τις ΗΠΑ. Μ’ αυτή τη δόλια μηχανορραφία οι Ηνωμένες Πολιτείες ενέταξαν την Κύπρο στο στρατιωτικό τους σύστημα.

Σε ό,τι αφορά την εσωτερική πολιτική, η Συμφωνία του Λονδίνου καθορίζει πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Κύπρου θα είναι Ελληνοκύπριος και ο Αντιπρόεδρος Τουρκοκύπριος, με τον όρο ότι ο τελευταίος θα έχει το δικαίωμα βέτο. Επίσης αυτή καθορίζει πως τα 70% των εδρών της Βουλής θα κατέχονται από τους Ελληνοκυπρίους και τα 30% από του Τουρκοκυπρίους. Αυτοί οι πολιτικοί περιορισμοί που περιελήφθηκαν μεταξύ των άλλων στο Σύνταγμα, με την προτροπή των δυνάμεων του ΝΑΤΟ, και εμφανίζονταν σαν μέτρα που αποσκοπούσαν στην εξασφάλιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας, προορίζονταν στην πραγματικότητα να σπείρουν διχόνοια ανάμεσα στην ελληνική και στην τουρκική κοινότητα.

Ο Αϊζενχάουερ χαιρέτισε τη Συμφωνία του Λονδίνου σαν ένα μέτρο που ενισχύει την Ατλαντική συμμαχία. Αυτός και οι διάδοχοί του ενδιαφέρονταν όλο και πιο πολύ για την Κύπρο που είχε ανακηρυχθεί η ανεξαρτησία της στις 16 Αυγούστου 1960. Ο 6ος στόλος των ΗΠΑ περιέλαβε την Κύπρο στην ακτίνα των ενεργειών του, ενώ το «Σώμα Ειρήνης» του Κέννεντυ βρήκε ένα νέο πεδίο δράσης στη νήσο. Εγκαταστάθηκαν επίσης στη νήσο αμερικάνικοι σταθμοί ραντάρ.

Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα η τοπική αμερικάνικη παροικία αυξήθηκε σε σημείο που να φθάσει κάμποσες χιλιάδες άτομα. Τον Αύγουστο του 1962, ο Λύντον Τζόνσον, αντιπρόεδρος τότε των ΗΠΑ, επισκέφθηκε τη νήσο και επιβεβαίωσε το «μεγάλο ενδιαφέρον» της Ουάσιγκτον για την Κύπρο και πίεσε την Κυπριακή κυβέρνηση να πάρει σοβαρά υπ’ όψη την «απειλή του κομμουνισμού». Η Κύπρος έχει μεγάλη στρατηγική σημασία, έγραφε τότε η «Νιου Γιορκ Τάιμς» που δεν απέκρυπτε πως οι Ηνωμένες πολιτείες θεωρούν χρήσιμη τη νήσο τόσο σαν σταθμό στρατηγικού ανεφοδιασμού όσο και σαν πεδίο στάθμευσης, όπως η Αγγλία το χρησιμοποιεί σαν στρατιωτική βάση.
[……]

Σημείωση: Ολόκληρο το κείμενο μπορείτε να το βρείτε αναρτημένο στις ιστοσελίδες morfotikesekdoseis.gr και e-prologos.gr.