Μια από τις προεκλογικές εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη με απήχηση ήταν αυτή του εφάπαξ επιδόματος γέννησης: κάθε παιδί που θα γεννιόταν στην Ελλάδα από 1 Ιανουαρίου 2020 και εξής θα λάμβανε αυτομάτως επίδομα 2.000 ευρώ. Λίγους μήνες μετά την εκλογή του, η εξαγγελία πήρε πιο συγκεκριμένη μορφή: σ’ αυτές τις γεννήσεις μπήκαν εισοδηματικά κριτήρια της οικογένειας αλλά και αντιπροσφυγικά κριτήρια, καθώς οι δικαιούχοι δεν θα μπορούσαν να είναι πρόσφυγες/μετανάστες, διαμένοντας νόμιμα στην Ελλάδα για λιγότερο από 12 χρόνια (προηγούμενα το όριο αυτό ήταν 5 χρόνια). Επίσης, αποφασίστηκε το επίδομα να δοθεί σε δύο δόσεις – μία κατά τη γέννηση και μία όταν το βρέφος θα έχει συμπληρώσει τους έξι μήνες.
Σύμφωνα με την προπαγάνδα της κυβέρνησης ΝΔ, το συγκεκριμένο μέτρο έρχεται να καταπολεμήσει το χρόνιο δημογραφικό πρόβλημα μιας χώρας που ‘γερνάει’, και να δώσει κίνητρο στους νέους να κάνουν παιδιά. Άλλωστε, έχουν γίνει κατά καιρούς σχετικές δηλώσεις από πρωτοκλασάτα στελέχη της κυβέρνησης, που δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την τωρινή κατάσταση της χώρας και καταδικάζουν όσες γυναίκες καταφεύγουν στην άμβλωση, χωρίς φυσικά να εξετάζουν τα βαθύτερα αίτια ενός τέτοιου φαινομένου – βλ. τον αντιπρόεδρο του κυβερνώντος κόμματος και Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνι Γεωργιάδη, που λίγο μετά τα Χριστούγεννα επαίνεσε στο twitter πρωτοσέλιδο αθλητικής εφημερίδας εναντίον των αμβλώσεων, υπονοώντας τους κινδύνους μιας τέτοιας ‘απερισκεψίας’ προς το δημογραφικό μαρασμό της χώρας… (το φαινόμενο «γεννά ζητήματα επιβίωσης του Έθνους μας»).
Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση δήθεν “κάνει ό,τι περνά από το χέρι της” για να καταπολεμήσει την υπογεννητικότητα και να συνδράμει στις υποψήφιες μητέρες, η πραγματικότητα έρχεται να τη διαψεύσει πανηγυρικά: σύμφωνα με δημοσιεύματα, η ΝΔ περικόπτει τα επιδόματα γέννησης, παιδιού και στέγασης, ανάλογα με την καταγωγή των παιδιών, και απαιτεί από τους μετανάστες 12ετή υποβολή φορολογικής δήλωσης, αντί 5ετούς που ίσχυε μέχρι σήμερα. Όσον αφορά στο επίδομα παιδιού, θα ισχύει μόνο εφόσον υπάρχει εγγραφή σε σχολείο και το παιδί δεν έχει μείνει στην ίδια τάξη λόγω του αριθμού απουσιών.
Τέλος, πριν από μόλις λίγες μέρες ήρθε στην επιφάνεια η είδηση ότι πριν ψηφιστεί το επίδομα γέννησης, η κυβέρνηση επιχείρησε να καταργήσει τις μειωμένες εισφορές που δικαιούνταν οι νέες μητέρας για ένα χρόνο μετά τον τοκετό, απόφαση που μειώνει αισθητά το εισόδημα των οικογενειών που αποκτούν παιδιά. Το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με το «επίδομα γέννας», δείχνει σαφώς ότι η κυβέρνηση αποφάσιζε να βγάζει λεφτά από τη μία τσέπη και τα βάζει στην άλλη!
Τι άλλο, όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν οι χιλιάδες νέες μητέρες και νέες οικογένειες την εποχή των μνημονίων; Ελλείψεις σε νοσοκομεία και μαιευτήρια, που οδηγούν την πλειονότητα των νέων μητέρων στην ιδιωτική περίθαλψη τόσο για τις προγεννητικές εξετάσεις (λόγω της τεράστιας αναμονής σε εξετάσεις που πρέπει να γίνουν σε συγκεκριμένες μέρες της κύησης), όσο και για την ίδια τη γέννα, με το αζημίωτο φυσικά: ενδεικτικά, τα έξοδα γέννας μιας άμεσης και πλήρως ασφαλισμένης ξεκινούν από 1.500-2.000 ευρώ για τρίκλινο δωμάτιο, 1.000-2.000 ευρώ αμοιβή γιατρού, 300-600 ευρώ αμοιβή μαίας, χωρίς ενδεχόμενες επιπλοκές.
Αν στα παραπάνω συνυπολογίσει κανείς τις ελλείψεις σε σχολεία και παιδικούς σταθμούς, σε εκπαιδευτικό προσωπικό, τη συμπίεση μισθών και τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, που κυριαρχούν στον γυναικείο πληθυσμό, η ζοφερή εικόνα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη. Έτσι, το πολυδιαφημισμένο «επίδομα γέννησης» των 2.000 ευρώ δεν αποτελεί «ένα από τα νέα θεμέλια της δημογραφικής πολιτικής» της κυβέρνησης, αλλά έναν ευθύ εμπαιγμό προς τις γυναίκες, που έχουν να ανταπεξέλθουν σε τεράστια μεγέθη δαπανών – με έναν γρήγορο υπολογισμό, το «επίδομα γέννησης» αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1/3 από τα πρώτα έξοδα κύησης και τοκετού. Πρόκειται, συνεπώς, για μια ξεκάθαρη προπαγάνδα που κάνει την κυβέρνηση να μοιάζει αρωγός σε κάθε προσπάθεια γέννησης ενός ελληνόπουλου, ενώ στην πραγματικότητα αποτελεί μια εξαπάτηση και μια ακόμα δημαγωγία μιας βαθιά μνημονιακής και νεοφιλελεύθερης εξουσίας.