Πάψε με ευχές να ελπίζεις
οι θεοί πως θα λυγίσουν
Είναι βλέπεις η ανημπόρια του ανθρώπου κακός σύμβουλος. Όταν δε, γίνει οδηγός ζωής, γίνεται πέτρα βαριά και σε πλακώνει. Η εγκατάλειψη του αγώνα για την καλύτερη ζωή, η επιλογή του «μικρότερου κακού», χιλιόχρονη προτροπή, συνοδεύει τους Ανθρώπους από την πρώτη παρουσία τους πάνω στη γη.
Ο χορός των Δαναΐδων, στην τραγωδία του Αισχύλου «Ικέτιδες», (περίπου 450 π.Χ.), κλείνει την τραγωδία με την αποδοχή του μικρότερου κακού: «το βέλτερον κακού και το δίμοιρον αινώ», που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει: «από το κακό, το πιο λίγο, έστω και το μισό αποδέχομαι». Αρκετά αργότερα τα Λατινικά γράμματα (ίσως ο λατίνος κωμωδιογράφος Πλαύτος 180 π.Χ.), θα μας κληροδοτήσουν τη φράση «Δυοίν κακοίν προκειμένοιν, το μη χείρον βέλτιστον», δηλαδή: «μπροστά σε δύο κακά, το λιγότερο κακό είναι το καλύτερο». Και ακόμα αργότερα, η δημοτική παροιμιολογία, θα μας παραδώσει το «Φίλειε του εχθρού το χέρι, όταν δεν δαγκάνεται». Ή το διλημματικό «Κάλιο να σου βγει το μάτι παρά τ’ όνομα». Μα γιατί να πρέπει να ανταλλάξεις το μάτι σου;
Το «τα κουτσοκαταφέρνω», καταφέρνει να σέρνει αργά και βασανιστικά την πορεία προς τα εμπρός. Όταν όμως οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την μεμψιμοιρία και επιλέγουν το καλό και όχι το μικρότερο κακό, τα βήματά τους γίνονται άλματα και σε όλες τις ιστορικές περιόδους μέχρι σήμερα, η ζωή τους καλυτέρεψε ραγδαία.
Τι μας ήρθε τώρα και ψάξαμε; Μα θα «παίξει» πολύ το λιγότερο κακό, τώρα που πάμε για εκλογές. Δε θα πάμε πολύ παλιά αναζητώντας εμπειρίες και αποδείξεις. Μόνο τα τελευταία σχεδόν 50 χρόνια της μεταπολίτευσης, κάθε εκλογική διαδικασία στήνεται πάνω σε αυτό το δίλημμα. «Καραμανλής ή τανκς» το πρώτο μεταδικτατορικό. «Αλλαγή ή Δεξιά» το δεύτερο, «Εκσυγχρονισμός ή Οπισθοδρόμηση», λίγο πιο μετά και από κει και πέρα το «Να φύγουν αυτοί που κυβερνούν με οποιοδήποτε τρόπο». Μα είναι ολόιδια τα χαρακτηριστικά «προοδευτικών» – «συντηρητικών»; Φυσικά και δεν είναι ολόιδια. Δεν είναι το «ίδιο».
Ας αποτιμήσουμε, όμως, τα πενήντα αυτά χρόνια. Ο λαός από φτωχός το 1974, έγινε ξανά φτωχός ήδη από το 2010 με τα μνημόνια. Μέσα σε τριάντα έξι χρόνια. Δηλαδή μια γενιά. Πολύ μικρός ιστορικά χρόνος. Και όταν «πλούτισε» -λέμε και καμιά υπερβολή- το κατόρθωσε διεκδικώντας το ψωμί, τη δουλειά και τα δημοκρατικά δικαιώματα, στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια, με απεργίες και διαδηλώσεις. Με αυτό τον τρόπο έκανε μερικά βήματα μπροστά. Αντίθετα, τα προεκλογικά διλήμματα και οι προσδοκίες έφεραν κυβερνήτες που αποδείχτηκαν υποτακτικοί των ισχυρών και όχι του λαού. Έφεραν τη βορβορώδη διαφορά, το χτύπημα των αγώνων, την αδικία για τον αδύναμο, τη γιγάντια διαφορά ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους, τη ζωή χωρίς αξιοπρέπεια. Και δοκιμάστηκαν όλα τα αστικά πολιτικά σχήματα. Σε όλους τους συνδυασμούς. Μα πάνω απ’ όλα, έφεραν την απογοήτευση, την αποχή από τη διεκδίκηση, στο «ο καθένας μόνος του». Τη μαυρίλα των ημερών.
Πάμε για εκλογές λοιπόν. Για άλλη μια φορά θα το πούμε: αν οι εκλογές έφερναν την αλλαγή στη ζωή των πολλών, θα τις έβγαζαν παράνομες.
***
Χάσαμε το στερνοπούλι της γενιάς των αετών. Το σύντροφό μας, τον Αντώνη μας. Τον χαμογελαστό Δραπετσωνίτη. Πάντα με το χαμόγελο της βεβαιότητας πως η προοπτική των λαών είναι αναπόδραστα, κόκκινη. Έδινε τον εαυτό του απλόχερα στο κόκκινο μέλλον, στο σύντροφο, στον αναγκεμένο, στον ανήμπορο.
Όλοι μας στο πόστο του. Να μη μείνει κενό. Να πλημμυρίσει.
Τάνια