Ξαναβγαίνουν αύριο στις πλατείες και τους δρόμους τα τρακτέρ της αγροτιάς, δίνοντας ένα νέο εναρκτήριο λάκτισμα στις επόμενες κινητοποιήσεις. Στις γενικές συνελεύσεις των συντονιστικών οργάνων και των αγροτικών συλλόγων θα παρθούν οι αποφάσεις για τον προγραμματισμό των κινητοποιήσεων με αιχμή τα οξυμμένα αγροκτηνοτροφικά προβλήματα της περιόδου.
Πέρα από τη μειωμένη τιμή στο βαμβάκι που δίνουν οι εκκοκκιστές με την προσφιλή τους μέθοδο των «ανοιχτών τιμών», πέρα από τις απαράδεκτα χαμηλές τιμές όλων γενικά των αγροτικών προϊόντων στον παραγωγό, πέρα από τα ψίχουλα των αποζημιώσεων του ΕΛΓΑ, πέρα από τις περικοπές των επιδοτήσεων/ενισχύσεων, πέρα από τις απογειωμένες εισφορές του ΕΦΚΑ και του ΕΛΓΑ, πέρα από τις καθημερινές κατασχέσεις και πλειστηριασμούς χωραφιών και σπιτιών, πέρα από την ασυδοσία και την αχαλίνωτη κερδοσκοπία των αγροδιατροφικών αλυσίδων, των εμποροβιομηχάνων, των γεωργικών επιχειρήσεων, των τραπεζών, των κάθε λογίς μονοπωλίων (φάρμακα, λιπάσματα, μηχανήματα και εργαλεία, σπόροι σποράς, ηλεκτρικό ρεύμα, πετρέλαιο κίνησης, θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις, κλπ., κλπ.), υπάρχει ο καθοριστικός παράγοντας της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), απέναντι στον οποίο υποκλίνεται η αντιαγροτική πολιτική όλων των μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων και πρόσφατα της «αριστερής» κυβέρνησης Τσίπρα, καθώς και όλος ο παραπάνω κερδοσκοπικός συρφετός. Μιας ΚΑΠ που κατευθύνει την αγροτική δραστηριότητα, καθορίζει επιδοτήσεις και ενισχύσεις, αποσύρει καλλιέργειες και κτηνοτροφικές επιλογές, δημιουργεί Ομάδες παραγωγών, ελέγχει συνεταιρισμούς, αποκλείει εθνικές επιδοτήσεις και τιμές, ελέγχει τα πάντα.
Κι επειδή πολύς λόγος γίνεται για τα κοστολόγια της αγροτικής παραγωγής (Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία), είναι σκόπιμο να ρίξουμε τη ματιά μας στις βασικές παραμέτρους που διαμορφώνουν το αγροτικό κοστολόγιο παραγωγής. Έχουμε λοιπόν και λέμε:
1. Σπόροι σποράς ( το 90% εισάγεται από Ολλανδία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ισραήλ, Ιταλία, Γαλλία).
2. Λιπάσματα ( το 75% εισάγεται από Γερμανία, Ισραήλ, Ιταλία, ΗΠΑ).
3. Αγροτικά μηχανήματα και παρελκόμενα (το 100% εισάγεται από Ιταλία, Γερμανία, Ολλανδία, ΗΠΑ).
4. Φυτοχώματα (το 95% εισάγεται από Λιθουανία, Γερμανία, Ολλανδία, Φινλανδία).
5. Επαγγελματικά οχήματα και άλλα μέσα μεταφοράς (το σύνολο εισάγεται από Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία).
6. Φυτοπροστατευτικά προϊόντα (πλήν ελαχίστων προϊόντων χαλκούχων σκευασμάτων, το σύνολο εισάγεται από Γερμανία, ΗΠΑ).
7. Τεχνικός εξοπλισμός όπως εργαλεία κλπ. (στο σύνολο τους είναι εισαγωγής Ιαπωνίας, ΗΠΑ, Γερμανίας).
8. Θερμοκήπια (ένα 30-35% παράγεται στην χώρα, το υπόλοιπο εισάγεται από Ολλανδία, Ισραήλ, Γαλλία, Ιταλία)
9. Δίχτυα σκίασης (ένα 75% εισάγεται από Ιταλία, Ισραήλ).
10. Αυτοματισμοί και συστήματα ελέγχου περιβάλλοντος (το σύνολο εισάγεται από Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία).
11. Υδροπονικός εξοπλισμός (αποκλειστικά από Ολλανδία).
12. Αντλητικά συγκροτήματα (ένα ποσοστό πάνω από 80% εισάγεται από Γερμανία, Ιταλία, Δανία).
13. Ζωοτροφές (το μεγαλύτερο ποσοστό εισαγόμενο).
14. Εξοπλισμός ελαιοτριβείων (κυρίως εισαγωγής από Ιταλία).
15. Ζυγοί, εκτυπωτικά μηχανήματα, συσκευαστήρια, ψυγεία (εισαγόμενα από διάφορες χώρες).
16. Υλικά συσκευασίας (κατά 50% εισαγόμενα από διάφορες χώρες).
17. Αρδευτικός εξοπλισμός (κατά 90% ελληνικής βιομηχανικής παραγωγής!).
18. Καύσιμα, λιπαντικά και άλλα αναλώσιμα (κατά 100% εισαγωγής).
19. Ηλεκτρική ενέργεια (από ΔΕΗ).
20. Εργατικό προσωπικό (κατ’ αποκλειστικότητα από μετανάστες διαφόρων προελεύσεων).
Από έναν πρόχειρο υπολογισμό συνάγεται ότι για κάθε ευρώ στον παραγωγό από πώληση αγροτικού προϊόντος, τα 85-90 λεπτά οδηγούνται στις τσέπες των αντιπροσώπων και από εκεί στο εξωτερικό. Ό,τι απομένει, είναι το κέρδος του παραγωγού.
Το αποτέλεσμα είναι η συνεχής μείωση των τιμών παραγωγού και η αύξηση του κόστους παραγωγής. Έτσι η φτωχομεσαία αγροτιά οδηγείται στην εγκατάλειψη της αγροτικής δραστηριότητας, μιας και αποστερείται ακόμα και την ιδιότητα του «αγρότη», έναντι του «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότη.
★★★
Όμως, πώς ακριβώς ορίζεται ο «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότης;
Σύμφωνα με έγγραφη απάντηση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, «…ο αγρότης που ενδιαφέρεται να χαρακτηριστεί ως «επαγγελματίας», θα πρέπει να πληροί σωρευτικά τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 65 του νόμου 4389/2016…»
Μεταξύ άλλων πρέπει: α) να λαμβάνει από την απασχόλησή του σε αγροτική δραστηριότητα το 50% τουλάχιστον του συνολικού ετήσιου εισοδήματος του και β) να ασχολείται επαγγελματικά με αγροτική δραστηριότητα στην εκμετάλλευσή του τουλάχιστον κατά 30% του συνολικού ετήσιου χρόνου εργασίας του. Παράλληλα, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων εξέδωσε έγγραφο για την παροχή διευκρινίσεων για την ιδιότητα του «κατ’ επάγγελμα» αγρότη σύμφωνα με την περ. 1 του άρθρου 65 του ν. 4389/2016 (Φ.Ε.Κ. 94 Α’). Ειδικότερα, ο «επαγγελματίας» αγρότης πρέπει να τηρεί λογιστικά βιβλία και αρχεία, σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα που προβλέπονται στην ελληνική νομοθεσία.
Ενδιαφέρον έχει η παράγραφος 2 του άρθρου 1 του ν.4308/2014 (Φ.Ε.Κ. 251 Α’, δηλ. του Μητρώου Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων), όπως ισχύει, όπου στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις συμπεριλαμβάνεται η ετερόρρυθμη εταιρεία, η ομόρρυθμη εταιρεία, η ατομική επιχείρηση και κάθε άλλη οντότητα που υποχρεούται στην εφαρμογή αυτού του νόμου από φορολογική ή άλλη νομοθετική διάταξη. [Σημ. ΛΔ: Πρόκειται δηλαδή για τράπεζες (λ.χ. Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική που πρωτοστατούν στη συμβολαιακή γεωργία), αγροδιατροφικές αλυσίδες, μονοπώλια του είδους, μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις, διατροφικές επιχειρήσεις (super markets), κ.α.].
Σημειώνουμε πως ο μεγάλος κίνδυνος προέρχεται από αυτού του είδους τις εκμεταλλεύσεις (δηλ. τράπεζες, αγροδιατροφικές αλυσίδες, κλπ.). Γιατί ακόμα και οι μεγαλοαγρότες δεν αντιστοιχούν σε καμία περίπτωση στη μεγαλοαστική τάξη, ακόμα και αν έχει λ.χ. 1500 στρέμματα βαμβακοκαλλιέργειας (παραγωγή 450.000 κιλά Χ 0,45 €/κιλό= 202.500 €- έξοδα καλλιέργειας περ. 42% = 117.450 € ετήσιο εισόδημα – 9.545 € αφορολόγητο = 107.905 € Χ 45% = ) με 59.347 € καθαρό εισόδημα.
★★★
Γεννιέται λοιπόν εύλογα το ερώτημα: Πόσοι είναι οι αγρότες στην Ελλάδα και πόσοι οι «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότες; Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 4ο τρίμηνο του 2018, ο ενεργός πληθυσμός της χώρας ανέρχονταν σε 4.779.800 άτομα (3.752.700 απασχολούμενοι και 1.027.100 άνεργοι). Απ’ αυτούς, οι 453.400 ήταν οι απασχολούμενοι, άνδρες και γυναίκες, στον πρωτογενή τομέα (Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία). Ωστόσο, οι «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότες είναι 300.000 άτομα, ενώ γύρω στα 2.000.000 φορολογούμενοι αποκτούν πρόσθετα εισοδήματα από γεωργικές εκμεταλλεύσεις, χωρίς να είναι «επαγγελματίες» αγρότες.
Υπάρχει ωστόσο και η έννοια του «ενεργού αγρότη», δηλαδή αυτού που έλαβε το προηγούμενο έτος συνολικό ποσό άμεσων ενισχύσεων έως 5.000 € ή αυτού που έλαβε το προηγούμενο έτος συνολικό ποσό άμεσων ενισχύσεων άνω των 5.000 € με την προϋπόθεση ότι το ποσό των άμεσων ενισχύσεων να είναι τουλάχιστον το 10% των συνολικών του εσόδων που αποκτήθηκαν από μη γεωργικές δραστηριότητες. Όμως η νέα υπουργική απόφαση μειώνει το ποσοστό στο 5% ενισχύοντας ουσιαστικά τις μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις, τα αγροδιατροφικά μονοπώλια και τις τράπεζες που έχουν ενσκήψει και στον πρωτογενή τομέα και έχουν υψηλά εξωγεωργικά εισοδήματα. Για παράδειγμα: Δικαιούχος έλαβε το προηγούμενο έτος άμεσες ενισχύσεις 6.000 €. Για να θεωρηθεί «ενεργός» αγρότης θα πρέπει σύμφωνα με την αρχική απόφαση, τα συνολικά έσοδα από μη γεωργικές δραστηριότητες να μη ξεπερνούν τις 60.000 €. Σύμφωνα ωστόσο με τη τροποποιημένη απόφαση, τα συνολικά έσοδα από μη γεωργικές δραστηριότητες να μη ξεπερνούν τις 120.000 €! Με αυτή την απόφαση ωφελούνται οι τράπεζες, τα μονοπώλια, οι αγροδιατροφικές αλυσίδες, οι μεγάλες γεωργικές επιχειρήσεις.
Επίσης, σύμφωνα με γνωμοδότηση του Δ ́ Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους: Δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «επαγγελματίας» αγρότης, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 1 του ν. 3874/2010, ο συνταξιούχος του ΟΓΑ με αναπηρία τουλάχιστον 67%!
★★★
Tο αφορολόγητο για τους κατά «κύριο επάγγελμα» αγρότες έχει θεσπιστεί με το νόμο 4387/2016, και κυμαίνεται από 8.636 € έως 9.545 € ανάλογα με τον αριθμό των προστατευομένων τέκνων. Κατά τον υπολογισμό του φόρου δεν θα υπολογίζεται αφορολόγητο για τα αγροτικά εισοδήματα των μη «κατά κύριο επάγγελμα» αγροτών. Όσοι αγρότες δηλώσουν ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ θα επιβαρυνθούν με ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την οποία θα ισχύσουν νέου συντελεστές, από 2,2% έως 10%.
Θυμίζουμε, ότι όλοι οι αγρότες θα κληθούν να προκαταλάβουν φόρο που ανέρχεται στο 100% του κύριου φόρου.
Αντιλαμβάνεται κανείς πως με τους ορισμούς των «κατά κύριο επάγγελμα» αγρότης και «ενεργοί» αγρότες, χαμένοι βγαίνουν οι αγρότες που έχουν μη αρδευόμενες εκμεταλλεύσεις, μικρό κλήρο, χαμηλά εισοδήματα, κλπ., γεγονός που αποκλείει ένα μεγάλο τμήμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς. Ιδίως μετά τις αλλαγές στον ορισμό του «επαγγελματία» αγρότη (εισόδημα άνω του 50% από αγροτική δραστηριότητα αντί για 30% που ίσχυε ως τώρα), χιλιάδες φτωχοί αγρότες χάνουν το αφορολόγητο που δικαιούνται οι «επαγγελματίες» του πρωτογενούς τομέα. Έτσι, τα εισοδήματά τους που προέρχονται από αγροτική δραστηριότητα θα φορολογηθούν αυτοτελώς και από το πρώτο ευρώ με συντελεστές που ξεκινούν από 22% και φτάνουν έως και το 45% χωρίς να έχουν κάποια έκπτωση.
Τη ραγδαία οικονομική απαξίωση γνωρίζει ο πρωτογενής τομέας της αγροτικής παραγωγής, και δυστυχώς τα διαχειριστικά μέτρα, προσωρινού χαρακτήρα, που ανακοινώνονται συνεχώς, επιβεβαιώνουν την άποψη ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως προοπτική για την ελληνική Γεωργία-Κτηνοτροφία-Αλιεία. Οι συνεχιζόμενες «εθνικές επιλογές» οδηγούν σε βέβαιη καταστροφή. Μάλιστα αν αθροιστεί το σύνολο των οικονομικών «βοηθημάτων» που δήθεν πλουσιοπάροχα μοιράζει ο υπουργός ΑΑ&Τ και κατανεμηθεί στους περίπου 300.000 «κατ’ επάγγελμα» αγρότες, το αποτέλεσμα είναι κάποια ψίχουλα. Αλλά πέρα από την οικοκομίστικη πλευρά, που ωστόσο δείχνει
ανάγλυφα το ύψος της κοροϊδίας, υπάρχει η βαρύνουσα πολιτική πλευρά του θέματος που άπτεται της πολύχρονης καταστροφικής, για τη φτωχομεσαία κυρίως αγροτιά της χώρας μας, εφαρμογής της αντιαγροτικής ΚΑΠ που συνάδει με την ολόπλευρη εξάρτηση της χώρας και του λαού μας στα συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να εννοηθεί αγροτική κινητοποίηση χωρίς να βάζει στην προμετωπίδα της την παράμετρο της εξάρτησης της χώρας από τα ξένα κέντρα και κυρίως από την ΚΑΠ, η οποία έχει εισάγει το πρότυπο του επιχειρηματία («επαγγελματία» στην Ελλάδα) αγρότη, αποκόβοντας, απαξιώνοντας και πετώντας έξω από την αγροτική δραστηριότητα χιλιάδες φτωχομεσαία νοικοκυριά.