Παρ’ όλη τη συστηματική προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει την ελληνική κοινωνία ότι, σύμφωνα με τον Άδωνι Γεωργιάδη, για την επεκτεινόμενη φτώχεια φταίει η …Αριστερά που, τάχα, της λέει πως «δεν φταις εσύ που είσαι φτωχός, ούτε πρέπει να δουλέψεις για να ξεφύγεις από την φτώχεια, αλλά φταίει ο πλούσιος που σε απομυζεί και πρέπει να του αρπάξεις ακόμη και διά της βίας τα δικά του πράγματα ..», η πραγματικότητα αποδεικνύει ακριβώς εντελώς το αντίστροφο: ότι με την κυβερνητική πολιτική όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της φτωχοποιούνται ραγδαία. Και οι αριθμοί, ακόμα και αυτοί που δίνουν κρατικές πηγές όπως η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), είναι αποκαλυπτικοί για την κυβερνητική πολιτική.

Μια πολιτική που αφήνει ανεξέλεγκτες τις αλυσίδες τροφίμων να πλουτίζουν στις πλάτες του λαού μας. Έτσι στα 9,957 δισ. ευρώ διαμορφώθηκε ο τζίρος τους από τα αγαθά πρώτης ανάγκης (κυρίως τρόφιμα και αναλώσιμα για το σπίτι) τη χρονική περίοδο Γενάρη – Οκτώβρη 2024. Ενώ πέρυσι την ίδια περίοδο ήταν στα 9,623 δισ. ευρώ.

Οι αυξήσεις στα βασικά τρόφιμα κατά την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ είναι ακόμα ένα πρόδηλο στοιχείο της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής. Έτσι σύμφωνα τόσο με στοιχεία της Eurostat, όσο και της ΕΛΣΤΑΤ, από το 2020 έως σήμερα:
Το ελαιόλαδο έχει αυξηθεί κατά 137,19%.
Τα λαχανικά παρουσιάζουν αύξηση 35,2%.
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα αυγά 33,8%.
Τα κρέατα 31,2%
Το ψωμί και τα δημητριακά 25,3%.

Οι αυξήσεις αυτές αλλά και η συνολική πολιτική της κυβέρνησης με την παντελή αδιαφορία για την καθημερινότητα, έχει ως συνέπεια όλο και μεγαλύτερο τμήμα των πολιτών να κόβει από τις βασικές ανάγκες για να τα βγάλει πέρα. Έτσι σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), το 75% των πολιτών έχει ακυρώσει δαπάνες διασκέδασης, όπως είναι οι διακοπές, το 55% έχει μειώσει τις αγορές τροφίμων, το 52% έχει αναβάλει εργασίες συντήρησης και επισκευής στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο και το 28% έχει αναβάλει πληρωμή λογαριασμών ή έχει προχωρήσει σε στάση πληρωμών των υποχρεώσεων.

Ο λαός μας όμως δεν αντιμετωπίζει μόνο τη διατροφική φτώχεια, αλλά και την ενεργειακή, καθώς το ποσοστό στην Ελλάδα που ζει σε ενεργειακή φτώχεια ανέρχεται στο 19,2% το 2024 σε σχέση με το 17,9% το 2019, αλλά και με το αντίστοιχο για το 2024 στην ΕΕ που ανέρχεται στο 10,6%. Ποσοστό που δεν προβλέπεται να μειωθεί, το αντίθετο μάλιστα, κάθε μήνα οι πάροχοι κάνουν νέες αυξήσεις. Ήδη τον Δεκέμβριο οι αυξήσεις στο ρεύμα αναμένεται να φτάσουν το 103%.

Στις τεράστιες αυτές αυξήσεις, η απάντηση της κυβέρνησης υποτίθεται είναι η ενίσχυση που ανακοίνωσε το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και μόνο κοροϊδία μπορεί να χαρακτηριστεί. Μιας και επιδοτεί κατά 1,5 λεπτό την κιλοβατώρα τους απλούς λογαριασμούς του Δεκεμβρίου και 3,5 λεπτά την κιλοβατώρα για το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο (ΚΟΤ), ποσά που δεν καλύπτουν τίποτα απολύτως από το πραγματικό κόστος του ρεύματος.

Μάλιστα η ενίσχυση αφορά μόνο τους καταναλωτές που είναι συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια, δηλαδή πράσινα ή κίτρινα και όχι τα σταθερά (μπλε).

Στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται ότι το συνολικό κόστος της ενίσχυσης για τον Δεκέμβριο ανέρχεται σε 20,5 εκατ. ευρώ και καλύπτεται από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Τα χρήματα αυτά υπολογίζεται ότι τελικά καλύπτουν μόνο το ένα τρίτο των παροχών στη χώρα μας και αφορούν μόνο οικιακές παροχές. Τα υπόλοιπα δύο τρίτα που δεν επιδοτούνται αφορούν κυρίως τις επιχειρήσεις αλλά και τις βιομηχανίες, όπου η όποια αύξηση θα επιβαρύνει το κόστος των προϊόντων άρα τους καταναλωτές, δηλαδή τους πολίτες που ήδη δεν είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις τιμές των αγαθών.

Η διατροφική και η ενεργειακή φτώχεια τελικά που αντιμετωπίζουν οι πολίτες είναι το συνεχές αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ . Κάθε μήνα στον βωμό των κερδών της ντόπιας ολιγαρχίας θυσιάζονται τα νοικοκυριά που πρέπει να πληρώσουν τις δυσθεώρητες αυτές αυξήσεις.