Σε νέο φιάσκο οδηγούνται οι διερευνητικές και διαπραγματευτικές προσπάθειες της ευρωπαϊκής ηγεσίας μαζί με τα 44 γειτονικά κράτη, στην πρώτη Σύνοδο Κορυφής του νέου σχήματος της «Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας (EPC)» στην Πράγα, για να δοθεί μία εφαρμόσιμη λύση που να αφορά στη μείωση της χονδρικής τιμής του φυσικού αερίου, εν όψει του επερχόμενου χειμώνα.
Έτσι, η συζήτηση μετατέθηκε στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ την 20η-21η Οκτώβρη. Όπως είναι γνωστό, η Κομισιόν προτάσσει την «ανάγκη ύπαρξης ενός συμπληρωματικού και πιο αντιπροσωπευτικού δείκτη αναφοράς που θα αντικατοπτρίζει καλύτερα τη νέα ευρωπαϊκή ενεργειακή πραγματικότητα στην οποία κυριαρχεί πλέον το LNG και όχι οι αγωγοί». Οι «27» αναζητούν επειγόντως -επί της ουσίας- ένα μηχανισμό εύρυθμης λειτουργίας, τόσο για το LNG όσο και για τους αγωγούς (ασφάλεια εφοδιασμού, μακροχρόνιες αμοιβαία επωφελείς εταιρικές σχέσεις, ειδικές συμφωνίες με προμηθευτές, χαμηλότερες τιμές εισαγωγής, χρηματοπιστωτικά θέματα, ανώτατο όριο τιμής για το φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται για την ηλεκτροπαραγωγή κ.ά.), που ωστόσο απ’ ό,τι φαίνεται είναι πολύ δύσκολο να εξυπηρετήσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα των κρατών-μελών. Επιπλέον, η Γερμανία, η «ατμομηχανή της ΕΕ», μαζί με την Ολλανδία και τη Δανία δεν συμφωνούν, εκφράζοντας σοβαρές αντιρρήσεις, όχι για το ζήτημα της επιβολής πλαφόν στο φυσικό αέριο, αλλά για τον τρόπο χρηματοδότησης της όποιας «κοινής» στρατηγικής επιλεγεί. Της διαφοράς δηλαδή που θα πρέπει να καταβληθεί σε περίπτωση επιβολής πλαφόν προς τους προμηθευτές φυσικού αερίου (υγροποιημένου ή όχι) ανάμεσα στην ανώτατη τιμή βάσει της οποίας θα πωλούν φυσικό αέριο είτε στους Ευρωπαίους καταναλωτές, είτε στους παραγωγούς ηλεκτρικής Ενέργειας και την τιμή που το αγοράζουν στις διεθνείς αγορές. Αυτή η διαφορά -που ανέρχεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ- θα πρέπει να εξασφαλιστεί, είτε από κάποιο Ταμείο, είτε από τα κράτη-μέλη μέσω ενός ευρωομολόγου ή κάποιου παρεμφερούς υποσχετικού γραμματίου. Σε αυτή τη λύση αντιτίθενται σφόδρα οι χώρες του Βορρά, οι οποίες έχουν και το μεγαλύτερο ποσοστό συνεισφοράς στα βάρη της ΕΕ. Άλλα ευρωπαϊκά κράτη (Ελλάδα, Πολωνία, Βέλγιο και Ιταλία) κατέθεσαν πρόταση ενός «δυναμικού διαδρόμου τιμής» για το φυσικό αέριο, με στόχο να εφαρμοστεί σε όλες τις συναλλαγές χονδρικής χωρίς να περιορίζεται σε εισαγωγές από συγκεκριμένες περιοχές, ούτε σε ειδικές χρήσεις του φυσικού αερίου.
Σε αυτό το κομβικό σημείο βρίσκονται οι συζητήσεις.
Να σημειώσουμε εκ προοιμίου ότι όποια λύση κι αν βρεθεί σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με την κερδοφορία των ενεργειακών μονοπωλίων κάθε χώρας, μέσα στο πλαίσιο της «απελευθέρωσης της αγοράς Ενέργειας», και οπωσδήποτε δεν έχει να κάνει με κάποιο όφελος των καταναλωτών στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος ή του φυσικού αερίου. Αυτό είναι ξεκάθαρο…
Από τη στιγμή που η Κομισιόν θεωρεί ως «νέα ευρωπαϊκή ενεργειακή πραγματικότητα» το πανάκριβο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), στρέφει το βλέμμα στις ΗΠΑ, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τόσο την επιβάρυνση της τιμής στους καταναλωτές, όσο και την επίδρασή του στην αύξηση του πληθωρισμού. Το ξέσπασμα του Γερμανού αντικαγκελάριου Ρ. Χάμπεκ κατά των αστρονομικών τιμών των αμερικάνικων μονοπωλίων LNG είναι χαρακτηριστικό. Παρ’ όλ’ αυτά η Κομισιόν συνεχίζει ακάθεκτη, χωρίς αυτά να την αγγίζουν. Γιατί όλη η ιστορία που ξεκινά από την εκτόξευση των ναύλων, των logistics, των διεθνών τιμών των πρώτων υλών (μεταξύ των οποίων και το πετρέλαιο) το 2021, και στη συνέχεια από τον πόλεμο στην Ουκρανία, από το Χρηματιστήριο Ενέργειας, τις χειραγωγούμενες τιμές από τα μονοπώλια Ενέργειας, τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας, τις αμερικανικές προτάσεις για προμήθεια LNG, τις ρωσικές περικοπές φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream II, το αμερικανικό(;) σαμποτάζ στους ρωσικούς αγωγούς, τη μείωση της πετρελαιοπαραγωγής του ΟΠΕΚ κατά 2 εκατ. βαρέλια τη μέρα, όλα αυτά τα γεγονότα κρύβουν πίσω τους μία τεράστια «μπίζνα» πολλών δισ. ευρώ, που εκμεταλλεύονται στο έπακρο τα μονοπώλια ενέργειας. Παράλληλα, δημιουργείται μία έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ, με τη Γερμανία να εκτιμά ότι από αυτήν θα ζητηθεί το μεγαλύτερο μέρος της οικονομικής συμβολής. Και αντιδρά ανάλογα, περιχαρακωμένη στα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.
Από την άλλη πλευρά, οι Επίτροποι Π. Τζεντιλόνι και Τ. Μπρετόν κατηγορούν εμμέσως τη Γερμανία πως ξεκινά μία «κούρσα επιδοτήσεων», αμφισβητώντας «τις αρχές της αλληλεγγύης και της ενότητας που αποτελούν τα θεμέλια του ευρωπαϊκού μας σχεδίου». Με δύο λόγια, επιδοτεί τα πανίσχυρα γερμανικά μονοπώλια με άφθονο χρήμα, (200 δισ. ευρώ), δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας στα άλλα ευρωπαϊκά μονοπώλια μικρότερης εμβέλειας. Προτείνουν δε ένα μηχανισμό στήριξης της ΕΕ, μία κοινή στρατηγική απέναντι στις τεράστιες αυξήσεις στις τιμές Ενέργειας με πρότυπο αυτόν της πανδημίας για τη στήριξη των φαρμακευτικών και μονοπωλίων Υγείας.
Λάδι στην ενεργειακή φωτιά των διεθνών τιμών ρίχνει και η απόφαση του ΟΠΕΚ+ -ευθυγραμμιζόμενη με τη Μόσχα- να μειώσει από το Νοέμβρη την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου έως 2 εκατ. βαρέλια, αγνοώντας τις πιέσεις των ΗΠΑ για αύξηση της παραγωγής.
Πρόκειται καθαρά για παιγνίδια μονοπωλιακών συμφερόντων και συμφωνιών κρατών απέναντι σε υποτελή, ασθενέστερα κράτη, όπως η χώρα μας. Χωρίς καμία αμφιβολία, οι ανταγωνισμοί για τις πηγές και τους δρόμους της Ενέργειας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, ενώ οξύνονται επικίνδυνα οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Κοινότητας, για τον έλεγχο των τιμών του φυσικού αερίου. Εκείνο που θα πρέπει να ξεκαθαριστεί είναι πως οι λαοί δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από τον βρόμικο πόλεμο των ενδοϊμπεριαλιστικών συμφερόντων που σε κάθε στιγμή μπορεί να μετατραπεί σε απροσχημάτιστη σύγκρουση. Σε κάθε περίπτωση, το πετρέλαιο, η βενζίνη, το φυσικό αέριο κλπ θα εξακολουθήσουν να έχουν τις αστρονομικές τιμές και οι λαοί θα κρυώνουν, θα πεινούν, θα καίγονται, θα πνίγονται, θα διψούν, ανάλογα με τα συμφέροντα των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών κρατών.
Σημ.1. Η «Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (EPC)» είναι μία πρωτοβουλία του Γάλλου προέδρου Ε. Μακρόν με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία και απώτερο στόχο να προσελκύσει κράτη στον τομέα Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής που αντιτίθενται τόσο στις ιμπεριαλιστικές βλέψεις Ρωσίας-Κίνας, όσο και ΗΠΑ-Βρετανίας, και που δυνητικά θα μπορούσαν να ενταχθούν στην ΕΕ, στο πλαίσιο της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», όπως λχ τα Δυτικά Βαλκάνια. Η ΕΠΚ προσφέρει «πολιτική συνεργασία και συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, συνεργασία στον ενεργειακό τομέα, στις μεταφορές, στις επενδύσεις και την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών».