Η κυβέρνηση σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου προσπάθησε να δείξει «ενδιαφέρον» για τη ζωή και την καθημερινή επιβίωση των πολιτών. Σε τέτοιον βαθμό έφτασε η κοροϊδία που το βράδυ των ευρωεκλογών και κάτω από το δυσμενές για την κυβέρνηση αποτέλεσμα ο Κ. Μητσοτάκης διαβεβαίωσε ότι έχει λάβει το μήνυμα των εκλογών: «Ακούω τη φωνή και την εντολή των πολιτών», είπε και συνόψισε το μήνυμα των πολιτών στο εξής: «σας εμπιστευόμαστε αλλά προσπαθήστε περισσότερο».
Τόσο πολύ το κατάλαβε που μέσα σε δύο μέρες, την Τρίτη 11 Ιουνίου, σε συνέντευξη σε ιδιωτικό κανάλι τροποποίησε τη δήλωσή του λέγοντας «σας εμπιστευόμαστε αλλά γίνετε καλύτεροι, πηγαίνετε πιο γρήγορα». Τελικά το μήνυμα που έλαβε είναι να συνεχίσει ακάθεκτος την ανάλγητη πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, να την εφαρμόσει …πιο γρήγορα, αδιαφορώντας για την πλατιά λαϊκή δυσαρέσκεια και οργή που επιφέρει η κυβερνητική πολιτική και οι συνέπειές της.
Όταν ρωτήθηκε για την ακρίβεια, που καλπάζει και μάλιστα σε μια σειρά είδη πρώτης ανάγκης, όπως εισιτήρια, αναψυκτικά και νερά, η απάντηση που έδωσε φανέρωσε το τι περιμένει το επόμενο διάστημα τον ελληνικό λαό. Δήλωσε πως «αν πιστεύουν κάποιοι ότι αυτή η κυβέρνηση θα κάνει κινήσεις πανικού, θα μειώσει τον ΦΠΑ, όταν πιστεύω ακράδαντα ότι δεν το αντέχει η ελληνική οικονομία, μόνο και μόνο για να διαχειριστώ ένα αποτέλεσμα που μπορεί να μην ήταν το προσδοκώμενο, κάνουν λάθος. Θα αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια με τα όπλα τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας αλλά χωρίς να θέσουμε σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθερότητα».
Ταυτόχρονα, δεν προβλέπεται καμία αλλαγή στα φοροληστρικά μέτρα που έχουν νομοθετηθεί για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Ανέφερε μάλιστα, για να χρυσώσει το χάπι, ότι πιθανώς θα γίνουν «επιμέρους διορθώσεις, αν υπάρχουν κάποιες κατάφωρες αδικίες» κατά τα άλλα «ο πυρήνας της μεταρρύθμισης δεν πρόκειται να αλλάξει».
Τέλος, παρέθεσε πώς βλέπει εκείνος το μέλλον της χώρας και των εργαζομένων. Στα σχέδια της κυβέρνησης είναι, ανάμεσα στα άλλα, νέα μείωση του επιδόματος ανεργίας, για «να μη λειτουργεί ως αντικίνητρο για την εργασία», «διότι δεν θέλουμε τους ανθρώπους να είναι εθισμένοι σε κάποια επιδόματα, μόνο και μόνο για να μη δουλεύουν». Αποκρύβοντας ότι αυτός και οι αντεργατικοί νόμοι που έχει ψηφίσει η κυβέρνηση έχουν πετάξει χιλιάδες εργαζόμενους εκτός εργασίας, ενώ ταυτόχρονα η ίδια η εύρεση μιας θέσης εργασίας με αξιοπρέπεια είναι σχεδόν ακατόρθωτο πράγμα.
Είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση δεν έχει σκοπό να λύσει, όπως δημαγωγικά διακηρύσσει, κανένα φλέγον θέμα για τους εργαζόμενους και τον λαό. Αντίθετα ακάθεκτη θα συνεχίσει το αντιλαϊκό και αντεργατικό της έργο και θα επιδεινώσει τα προβλήματά του.