Τα μεταξωτά υφάδια της τέχνης, του αθλητισμού και του θεάματος σκίστηκαν. Ένας βόρβορος που εκτοξεύθηκε από το χώρο του «πολιτισμού» έχει κατακλύσει τη δημοσιότητα και τα ΜΜΕ, όχι βέβαια χωρίς την επιδίωξη των τελευταίων. Σκηνοθέτες και πρωτοκλασάτοι ηθοποιοί, αθλητές και ολυμπιονίκες, μουσικοί και συνθέτες, ημέτεροι κρατικοδίαιτοι των ΜΚΟ, ακόμη και αξιωματούχοι του «πολιτισμού» μέσα σε λίγες μέρες βρέθηκαν μπλεγμένοι σε ένα κουβάρι καταγγελιών, που ξεκινάει από την σεξουαλική παρενόχληση και κάθε είδους εκβιασμό και φτάνει μέχρι την παιδοφιλία.
Τους έκπληκτους υποκρίνονται οι θιασώτες του σάπιου αυτού κόσμου. Σαν να έπεσαν από τα σύννεφα για τα όσα συμβαίνουν σε αυτό που ονομάζουν πολιτιστικό εποικοδόμημα. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, «άνθρωποι του πνεύματος» και έγκριτοι δημοσιογράφοι, παριστάνουν τους αθώους και τους αφελείς για τα φαινόμενα της σήψης και της παρακμής στα οποία βυθίζεται η κοινωνία. Και όλα επιχειρούν να τα χρεώσουν στον «άνθρωπο» και στην άβυσσο της ψυχής του. Όχι. Για τα όσα συμβαίνουν δεν ευθύνεται γενικώς ο «άνθρωπος», αλλά ένα κοινωνικό σύστημα που σαπίζει και αναγκαστικά οδηγεί κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής στην παρακμή και την αποσύνθεση. Ένα κοινωνικό σύστημα που γεννά κάθε μέρα ανθρώπους ποτισμένους με τις αρχές και τις αξίες του «πολιτισμού» του.
Πριν από κάθε άλλη διαπίστωση, αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι όλα όσα συμβαίνουν τσουβαλιάζονται και επιχειρείται να αντιμετωπιστούν ως παράγωγα του metoo και στη συνέχεια να αντιμετωπιστούν με τη «σοβαρότητα» που αντιστοιχεί σε ένα διαδικτυακό κίνημα βγαλμένο από τα σπλάχνα του lifestyle. Αυτό, όσο και αν βολεύει τους κυρίαρχους και τους διαχειριστές αυτού του συστήματος, αποτελεί ένα επικίνδυνο σφάλμα και είναι βέβαιο ότι η σύγχυση ανάμεσα σε τελείως διαφορετικά γεγονότα καλλιεργείται σκόπιμα. Άλλης τάξης ζήτημα είναι η σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο του θεάματος και της τέχνης, άλλο ο εργοδοτικός εκβιασμός οποιασδήποτε φύσης και είναι τελείως διαφορετικό ζήτημα οι καταγγελίες για έναν αρρωστημένο όπως αποδείχθηκε αξιωματούχο του πολιτισμού, όπως και τα όσα καταλογίζονται για διακίνηση προσφυγόπουλων από τις άκρως κυβερνητικές και κρατικοδίαιτες ΜΚΟ τους.
Ο Λιγνάδης…
Ο μέχρι χτες διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου αποδεικνύεται ένα ακραία αρρωστημένο πνεύμα. Οι καταγγελίες που σχετίζονται με έναν αξιωματούχο του πολιτισμού ξεπερνούν ακόμα και την πιο νοσηρή φαντασία. Ο Λιγνάδης υπήρξε μια πολιτική επιλογή της ΝΔ για μια θέση ιδιαίτερης πολιτιστικής και πολιτικής βαρύτητας. Δεν είναι το θέμα αν γνώριζε την αρρώστια του η Μενδώνη ή ο Μητσοτάκης. Οι πολιτικές ευθύνες -τις οποίες αρνούνται να αναλάβουν- υπάρχουν και προκύπτουν και από τη στάση της ΝΔ από τη στιγμή που γνώριζαν και μετά.
Η προσπάθεια αρχικά να συγκαλύψουν με κάθε τρόπο μια υπόθεση που ανέδυε βρόμα από παντού είναι η πιο ισχυρή απόδειξη αυτών των ευθυνών. Η «χρυσή» επιλογή τής ΝΔ στον πολιτισμό ήταν σάπια και μάλλον κάτι είχαν υπόψη τους. Η προσπάθεια να αποφευχθεί ή έστω να αναβληθεί όσο γινόταν ο δρόμος προς τα δικαστήρια υπήρξε ολοφάνερη. Ο Λιγνάδης ακόμα και μετά τη σύλληψή του έχει στην κατοχή του ακόμη και το κινητό του. Όταν για πολύ πιο απλές υποθέσεις τέτοιες συσκευές κατάσχονται και ελέγχονται.
Πολύ χειρότερα, τεράστιο πολιτικό ζήτημα εγείρουν οι αποκαλύψεις για ΜΚΟ που εμπλέκονται σε διακίνηση προσφυγόπουλων και που σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα αφορούν και τον Λιγνάδη. Όλα αυτά, όσο και αν οι κυβερνώντες της ΝΔ ελέγχοντας πλήρως τα ΜΜΕ θέλουν να τα παρουσιάζουν ως μια ακόμη υπόθεση του metoo, στην πραγματικότητα συνιστούν ένα τεράστιο πολιτικό σκάνδαλο που έχει την σφραγίδα της κυβέρνησης των «άριστων». Κάθε σύνδεση και σύγχυση αυτού με τις ελληνικές αποκαλύψεις του metoo στόχο έχουν την συγκάλυψη του πραγματικού προβλήματος και των κυβερνητικών ευθυνών.
… και το metoo
Οι αποκαλύψεις της Μπεκατώρου εγκαινίασαν την ελληνική εκδοχή του metoo και, έκτοτε, μια θύελλα καταγγελιών για σεξουαλικές παρενοχλήσεις ή ακόμη και βιασμούς, αλλά και για αυταρχικές συμπεριφορές από την πλευρά των εργοδοτών και των αστέρων της τέχνης και του αθλητισμού κατακλύζουν τα ΜΜΕ. Η πρόεδρος της δημοκρατίας κάλεσε την Μπεκατώρου και ο Μητσοτάκης διοργάνωσε συζήτηση στη βουλή για το θέμα. Όταν όμως οι θεσμοί του πολιτικού μας συστήματος, σύσσωμες οι αστικές δυνάμεις και τα κόμματά τους καμώνονται ότι ανακαλύπτουν τον τροχό, μάλλον κάτι από τη σαπίλα του βρωμάει.
Το metoo, βγαλμένο από τα σπλάχνα της αμερικάνικης showbiz, εξασφαλίζει μια παγκόσμια προβολή και προκαλεί ένα ντόμινο σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου. Καμία παρενόχληση και κανένας εκβιασμός σεξουαλικού ή άλλου χαρακτήρα δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός σε κανέναν χώρο. Και από αυτή την άποψη οι αποκαλύψεις που αφορούν το χώρο της τέχνης και του αθλητισμού, όσο και αν από μόνες τους στα πλαίσια του metoo δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα, αποτελούν ένα θετικό γεγονός. Ειδικά αν απαλλαγούν από το χαρακτήρα ενός δημόσιου «κοτσομπολιού» που αποκτούν στις περισσότερες περιπτώσεις.
Υποκρισία και αλήθειες
Από εκεί και πέρα η «αφέλειά» τους δεν μπορεί να μας αφορά. Η σεξουαλική παρενόχληση κάθε είδους δεν αποτελεί ιδιαιτερότητα του χώρου της τέχνης και του θεάματος. Απλώνεται σε όλους τους κοινωνικούς χώρους και είναι βέβαιο ότι τα περισσότερα θύματα προέρχονται από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και τους κατατρεγμένους αυτού του κόσμου. Ο τρόπος που παρουσιάζεται από τα ΜΜΕ, που από ό,τι φαίνεται είναι διατεθειμένα για πολλούς λόγους να διατηρούν το metoo στην δημοσιότητα, είναι σαν να είναι υπόθεση των celebrities.
Δεν μπορεί να μη γνωρίζει η γυναίκα-πρόεδρος της δημοκρατίας ότι εργάτριες, εργαζόμενες σε κάθε κλάδο ή οικιακές βοηθοί (συνήθως μετανάστριες), ότι χιλιάδες γυναίκες καθημερινά γίνονται θύματα τέτοιων συμπεριφορών και πράξεων. Δεν μπορεί να μην έπεσε στην αντίληψή της ούτε μια καταγγελία για βιασμό γυναικών που δεν τυγχάνει να προέρχονται από τον χώρο της τέχνης.
Δεν μπορεί ούτε η πρόεδρος της δημοκρατίας ούτε ο πρωθυπουργός να μην πληροφορήθηκαν μια, έστω, από τις εκατοντάδες καταγγελίες για σεξουαλική παρενόχληση που έγινε από αστυνομικούς κατά τη διάρκεια ελέγχων και συλλήψεων τους τελευταίους μήνες. Ποτέ δεν κάλεσαν καμία από όλες αυτές τις γυναίκες στο προεδρικό μέγαρο. Ποτέ δεν έκριναν σκόπιμη την παραμικρή συζήτηση στη βουλή. Ίσα ίσα κρατάνε μακριά από κάθε δημοσιότητα τέτοια περιστατικά. Και αυτό δεν οφείλεται στο ότι «δεν γνωρίζουν».
Δεν μας ταιριάζει η υποκρισία τους. Στα ίδια κανάλια που οι δημοσιογραφικοί αστέρες «εξοργίζονται» για την αντιμετώπιση της γυναίκας στο καλλιτεχνικό και αθλητικό στερέωμα, στα ίδια κανάλια που φιλοξενούν τα θύματα του metoo για να μιλήσουν για την ανάγκη υπεράσπισης της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας τους, στα ίδια κανάλια ευτελίζεται καθημερινά η γυναίκα. Το πρωί χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για το metoo και το βράδυ -σε εκπομπές τύπου GNTM- καλούν τα διαγωνιζόμενα μοντέλα να τους «δείξουν το ποπουδάκι» τους! Όλα τα βοθροκάναλα, που αξιοποιούν το metoo για προπαγανδιστικές σκοπιμότητες και ακροαματικότητες, κατακλύζονται από εκπομπές που αναπαράγουν την εμπορευματοποίηση και τον ευτελισμό της γυναίκας, εκπομπές που προβάλλουν και καλλιεργούν τις συμπεριφορές που υποτίθεται απεχθάνονται. Αναπαράγουν τον «πολιτισμό» που γεννάει τους θύτες και τα θύματα.
Παρ’ όλα αυτά, όλες αυτές τις εβδομάδες που ακολούθησαν την καταγγελία της Μπεκατώρου, το metoo βρίσκεται σταθερά πρώτο στα θέματα των δελτίων και των ενημερωτικών εκπομπών. Και δεδομένων όλων των παραπάνω, τα συμπεράσματα προκύπτουν αβίαστα.
To metoo αφορά ένα ρεύμα που περιορίζεται στο χώρο του θεάματος, χωρίς να αγγίζει ούτε τις πραγματικές αιτίες και κυρίως χωρίς να συνδέεται με άλλα κοινωνικά στρώματα και τις διαδικασίες του λαϊκού κινήματος. Και είναι βέβαιο ότι καμία προοδευτική αλλαγή δεν προέκυψε και δεν μπορεί να προκύψει για το γυναικείο ζήτημα, αν αυτό αποσυνδεθεί από το λαϊκό κίνημα και τις διεκδικήσεις του. Από αυτή τη σκοπιά, το metoo γίνεται ακίνδυνο για το σύστημα που γεννά τη γυναικεία εκμετάλλευση και καταπίεση -όπως και κάθε άλλη- και δεν μπορεί να φέρει καμία από τις αλλαγές που οι κυβερνητικοί και τηλεοπτικοί αστέρες προαναγγέλλουν.
Το metoo με αυτά τα δεδομένα αξιοποιείται και για τον αποπροσανατολισμό από άλλα μεγάλα πολιτικά ζητήματα της περιόδου. Και αυτό αποδεικνύεται από την μονοθεματική παρουσίαση των καταγγελιών και την αναπαραγωγή ενός κουτσομπολιού που εξελίσσεται στο χώρο της τέχνης και του θεάματος γύρω από αυτά τα ζητήματα, για πολλές ώρες της ημέρας.
Το σύστημα της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης και της ακραίας εκμετάλλευσης σαπίζει
Τα πάντα μαρτυρούν αυτή την αλήθεια. Το καπιταλιστικό σύστημα σαπίζει. Στο τελευταίο του στάδιο, στην εποχή της ιμπεριαλιστικής υποδούλωσης και της ακραίας εκμετάλλευσης, δεν μπορεί παρά να απλώνει την σήψη του σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Όλα αυτά που αποκαλύπτονται το τελευταίο διάστημα δεν αποτελούν παραφωνίες, δεν ορίζουν κάποιες εξαιρέσεις. Αφορούν το πολιτιστικό DNA ενός συστήματος που πεθαίνει. Και αυτό αποτελεί μια πορεία ανεπίστροφη.
Ένα σύστημα που απαιτεί την υποδούλωση των λαών, που κυοφορεί διαρκώς πολέμους, που σκορπάει από άκρη σε άκρη του πλανήτη φτώχεια, ανεργία και εξαθλίωση, ένα σύστημα που αφαιρεί δημοκρατικά δικαιώματα και θεμελιώδεις πολιτικές ελευθερίες, που επιστρατεύει διαρκώς τον τρόμο και την καταστολή, μπορεί να εδραιωθεί πάνω στο δικό του πολιτιστικό εποικοδόμημα. Και αυτό δεν μπορεί να είναι ο Σολωμός και ο Βάρναλης, δεν αφορά τον Χατζηδάκι και τον Μικρούτσικο, δεν χωράει τα κινηματογραφικά έπη και το «Θέατρο της Δευτέρας», δεν έχει ανάγκη τους πραγματικά μεγάλους ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων.
Αυτό το σύστημα εδραιώνεται στις «αξίες» των τηλεοπτικών σκουπιδιών της μεσημεριανής ζώνης. Στις χιλιάδες εκπομπές που ευτελίζεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και εμπορευματοποιείται η γυναίκα. Στους «διαγωνισμούς ομορφιάς» και στον κρετινισμό των reality. Στις ατελείωτες ώρες προβολής όλης της μεταφυσικής ανοησίας και του αγνωστικισμού. Στις ταινίες των αμερικάνων ράμπο που προσφέρουν αφειδώς τα κανάλια και οι πλατφόρμες τύπου Netflix. Στις χιλιάδες σελίδες πορνογραφικού υλικού και ηλιθιοποίησης που προσφέρει η «δημοκρατία» του διαδικτύου. Σε αυτά και πολλά ακόμη που οι απολογητές του καπιταλισμού, οι διαχειριστές αυτού του συστήματος -όταν εξεγείρονται για το metoo- κάνουν ότι δεν γνωρίζουν.
Αυτό το σύστημα για να επιβιώσει είναι καταδικασμένο να αναπαράγει τον πολιτισμό του. Και ο πολιτισμός ενός σάπιου συστήματος δεν μπορεί παρά να είναι σάπιος. Ο πολιτισμός ενός σάπιου συστήματος δεν μπορεί παρά να γεννά βιαστές, ανθρώπους ψυχικά άρρωστους και πνευματικά ανάπηρους.
Προϋπόθεση για να «αρχίσει να αλλάζει κάτι» είναι να υψωθεί το κίνημα που θα αμφισβητήσει την πολιτιστική σαπίλα ως αιτία αυτών των φαινομένων. Που θα ορθώσει την δική του πολιτιστική πρόταση και τους δικούς του φωτεινούς ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων. Που θα αναδείξει την υπόθεση της χειραφέτησης και της απελευθέρωσης της γυναίκας μέσα από την ιστορία του κινήματος και της ταξικής πάλης. Που θα είναι αναπόσπαστα και αναγκαστικά συνδεδεμένο με τους αγώνες για την ανατροπή ενός συστήματος που… σαπίζει.