Ένα πακέτο πολύ σοβαρών ζητημάτων έθεσε ο Μητσοτάκης από τη Θεσσαλονίκη γύρω από τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας και τη στράτευση της νεολαίας.
Τη στιγμή που ο ελληνικός λαός βρίσκεται αντιμέτωπος με μια νέα οικονομική κρίση μετά μάλιστα από δέκα χρόνια αιματηρής μνημονιακής λιτότητας και εξαντλητικής φορομπηξίας, ο πρωθυπουργός εξήγγειλε ένα θηριώδες πρόγραμμα αγοράς όπλων.
Ένα πρόγραμμα με άγνωστο το πραγματικό του μέγεθος, που είναι βέβαιο ότι θα βαρύνει το λαό με ένα νέο υπέρογκο κόστος, καθώς προβλέπει να αγορασθούν άμεσα 18 γαλλικά αεροπλάνα, 8 φρεγάτες νέες και ανακατασκευασμένες, ελικόπτερα και άλλος οπλισμός.
Στις εξαγγελίες Μητσοτάκη δεν υπήρχε τίποτε για το λαό και την κοινωνία, ούτε καν τα συνήθη ψίχουλα που προορίζονται για επικοινωνιακές ανάγκες. Τίποτε που να προορίζεται για τη στήριξη των ανέργων που αυξάνονται ραγδαία, για τα εισοδήματα των εργαζομένων που κατρακυλάνε, τίποτε για να ανασχέσει τα λουκέτα που πολλαπλασιάζονται. Όπως δεν υπήρχε και τίποτε στο πακέτο των εξαγγελιών για τα νοσοκομεία που ξεμένουν από υλικά, αντιδραστήρια και τεστ για τον κορονοϊό, ούτε για τη στήριξή τους με γιατρούς και προσωπικό τη στιγμή που η επιδημία του κορονοϊού βρίσκεται σε αναζωπύρωση. Τα μέτρα και οι εξαγγελίες της κυβέρνησης κινούνται αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της “ατομικής ευθύνης” και της καταστολής.
Παράλληλα ο πρωθυπουργός εξήγγειλε από τη Θεσσαλονίκη ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα προσλήψεων 15.000 μόνιμων στρατιωτών που αποσκοπεί στην πλήρη μετατροπή του στρατού σε μισθοφορικό, επαγγελματικό στρατό με ανυπολόγιστο επίσης υπέρογκο κόστος για τον ελληνικό λαό.
Το κεντρικό σύνθημα που πρόβαλε η κυβέρνηση ήταν ότι θέλει να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση του ελληνικού λαού απέναντι στις πολεμικές απειλές που προβάλλουν από την όξυνση της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης.
Το κολοσσιαίο και πολυδάπανο πρόγραμμα εξοπλισμών, όπως και όλα τα προηγούμενα, φέρει πάνω του το αποτύπωμα όχι της Ελλάδας της αυτοπεποίθησης αλλά της Ελλάδας της εξάρτησης, όπου και η τελευταία σφαίρα που αγοράζεται, είναι προϊόν ιμπεριαλιστικών πιέσεων αποικιοκρατικού τύπου.
Η άμυνα της χώρας και η εθνική ασφάλεια δεν είναι παρά οι επικοινωνιακές μεγαλοστομίες και η στάχτη στα μάτια του λαού.
Η Γαλλία του Μακρόν, που τώρα για τα δικά της ιμπεριαλιστικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο αντιπαρατίθεται με την Τουρκία, αξιοποιεί την υποτελή κυβέρνηση Μητσοτάκη και μαζί με την πώληση προστασίας και φρούδων ελπίδων πουλάει παλιά και νέα αεροπλάνα, φρεγάτες και ό,τι άλλο έχει ξεμείνει στα αζήτητα του γαλλικού στρατού.
Προηγούμενα ο Μητσοτάκης επισκέφτηκε το Λευκό Οίκο εκλιπαρώντας για προστασία και έφυγε με το κουστούμι του προγράμματος για τα F-35, ενώ παλιότερα ο Τσίπρας -στο αντίστοιχο ταξίδι του στον Τραμπ- φόρτωσε τον ελληνικό λαό με 2,5 δισ. για την αναβάθμιση των F-16.
Είναι φανερό με τι κριτήρια γίνονται οι αγορές και με τι κριτήρια εξαγγέλλονται οι εξοπλισμοί.
Προηγούμενα αγοράστηκαν τα γερμανικά υποβρύχια που γέρνουν, οι ρωσικοί πύραυλοι S -300 που κλείστηκαν σε αποθήκες στην Κρήτη, και άλλα πολλά, σε ένα μακρύ κατάλογο αγορών με την κακοσμία των σκανδάλων όπου μιζάρουν πολιτικά πρόσωπα, μεσάζοντες, έμποροι όπλων, αλλά πάνω από όλα με την σφραγίδα της πιο σκανδαλώδους πραγματικότητας, της υποθήκευσης της εθνικής κυριαρχίας κάτω από τα ξένα μονοπωλιακά συμφέροντα των πολεμικών βιομηχανιών και τις ξένες ιμπεριαλιστικές ανάγκες.
Τώρα όλες οι δυνάμεις, από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, τη Γαλλία και τη Γερμανία μέχρι και το Ισραήλ ακροβολίζονται στην περιοχή για να υποστηρίξουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα, να πάρουν θέση γύρω από το ενεργειακό φαγοπότι αλλά και να κάνουν και συμφέρουσες δουλειές με πωλήσεις όπλων.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη σπεύδει να αναζητήσει και να «αγοράσει» προστασία και στήριξη δίνοντας ό,τι της ζητηθεί. Από μια τέτοια πολιτική καμία εθνική αυτοπεποίθηση δεν απορρέει, παρά μόνο η υπόσκαψή της.
Η πρόσληψη του γιγαντιαίου αριθμού των 15000 επαγγελματιών δεν είναι μόνο ότι φορτώνει με νέα κονδύλια από το υστέρημα του λαού και ανοίγει τις πόρτες σε νέα φαγοπότια προμηθειών και εξοπλισμών, αλλά είναι και ότι εμβαθύνει στο νέο προσανατολισμό όπου μετατρέπει τον ελληνικό στρατό σε επαγγελματικό και αναθέτει την υπόθεση της άμυνας της χώρας σε μισθοφόρους.
Παράλληλα η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την πολεμική απειλή, εξαγγέλλει αύξηση της θητείας στο 12μηνο από 9μηνο και την υποχρεωτική στράτευση στα 18 χρόνια, ένα σχέδιο που αποτελεί διαχρονική και ισχυρή επιθυμία των στρατιωτικών και των πιο αντιδραστικών εθνικιστικών κύκλων.
Το πραγματικό υπόβαθρο για μια τέτοια αντιδραστική αλλαγή είναι η διαμόρφωση όρων μεγαλύτερης χειραγώγησης της νεολαίας, είναι η συστηματικότερη και ανεμπόδιστη καλλιέργεια μιλιταριστικού πνεύματος και εθνικιστικών αντιλήψεων. Είναι η απάλειψη του εμποδίου των αναβολών και η καθολική παράδοση της νεολαίας στην πιο εύπλαστη ηλικία των 18 χρόνων στους στρατοκρατικούς κύκλους. Δεν είναι τυχαίο ότι για την υποχρεωτική στράτευση στα 18 επιστρατεύεται το παράδειγμα του Ισραήλ, μιας από τις πιο στρατοκρατούμενες χώρες του κόσμου.
Η πολιτική του εθνικισμού και του τυχοδιωκτισμού δεν είναι παρά η άλλη όψη του νομίσματος της υποτέλειας και αυτές είναι οι όψεις της αστικής πολιτικής, της πολιτικής της ελληνικής ολιγαρχίας και των κυβερνήσεών της. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, κράμα νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς, έχοντας ολοκληρωτικά στραμμένη της προσοχή της προς τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και στη στήριξή τους, ενισχύει στο εσωτερικό την επικίνδυνη πολιτική του εθνικισμού.
Ο λαός και ιδιαίτερα η νεολαία πρέπει να απορρίψουν αποφασιστικά τις δηλητηριώδεις και επικίνδυνες εθνικιστικές αντιλήψεις, τις αντιλήψεις του μιλιταρισμού.
Να μην περάσουν τα αντιδραστικά σχέδια της κυβέρνησης για την υποχρεωτική στράτευση στα 18 και για την αύξηση της θητείας.